Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Γυναικοκτονία Ρούλα Πισπιρίγκου Travel West Forum
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΒΙΒΛΙΟ

/

Ο Ωρολογοποιός : Μέρος Τέταρτο

Ο Ωρολογοποιός : Μέρος Τέταρτο

του Στάθη Θ. Πολίτη

Κάθε Κυριακή, το thebest.gr φιλοξενεί σε συνέχειες τη νουβeλα του Στάθη Θ. Πολίτη, «Ο Ωρολογοποιός».

Μια ιστορία για τη φιλία, τα ανθρώπινα πάθη που τη δοκιμάζουν, αλλά και την ασύγκριτη δύναμή της όταν έχει ρίζες γερές.

Μια ιστορία για το ψέμα και τη συμφιλίωση, για τα λάθη και την αποδοχή τους.

Μια ιστορία για τη φρίκη του πολέμου και τις βαθιές πληγές που αφήνει σε σώματα και ψυχές.

Μα πάνω απ' όλα, μια ιστορία για την καταλυτική επίδραση του πανδαμάτορα Χρόνου στις ζωές μας.

Διαβάστε εδώ το Τρίτο Μέρος

_

#7

Άνοιξε τη βαριά σιδερένια πόρτα του ωρολογοποιείου και μπήκε πάλι μέσα. Ο γέρος κι ο διερμηνέας δεν είχαν κουνηθεί από την θέση τους.

«Συγγνώμη για την αντίδρασή μου, ήμουν αγενής. Όμως, καταλαβαίνετε φαντάζομαι, πως όλα αυτά που μου λέτε, δεν μπορεί παρά να μου ακούγονται εξωφρενικά».

Outrageous ήταν η λέξη που χρησιμοποίησε, αν και δεν ήταν καθόλου βέβαιος για το αν περιέγραφε με σχετική έστω ακρίβεια αυτό που ένοιωθε. Στην πραγματικότητα, είχε κατακλυστεί από ένα πρωτοφανές για τον ίδιο μείγμα ετερόκλητων συναισθημάτων. Ένοιωθε ξαφνιασμένος, προδομένος, έως και οργισμένος, όμως ταυτόχρονα, από βαθιά μέσα του, αναδυόταν κι ένα γλυκό αίσθημα προσμονής για όσα πίστευε πως θα μάθαινε τις επόμενες ώρες, τα επόμενα λεπτά.

«Το καταλαβαίνω παιδί μου πως αυτό που σου είπα, καθώς η μητέρα σου σε είχε αφήσει στο σκοτάδι, δεν μπορεί παρά να είναι μια μεγάλη ανατροπή στην ζωή σου. Έτσι όμως λειτουργεί η αλήθεια -όταν την ανακαλύπτουμε, κρύβει εκπλήξεις οι οποίες άλλες φορές έρχονται να απαλύνουν πληγές, άλλες πάλι να στρίψουν ακόμα πιο βαθιά το μαχαίρι.  Συχνά όμως, η πρώτη μας αντίδραση, δεν αντικατοπτρίζει τα πραγματικά αισθήματα που θα χτίσουμε για αυτήν την αλήθεια στη συνέχεια. Γι' αυτό φροντίζει πάντα ο γερο-Χρόνος -και πίστεψέ με, τον ξέρω καλά δα, αυτός δεν πέφτει έξω ποτέ».

Ήταν πολύ παράξενος άνθρωπος αυτός ο γέρος. Είχε ένα πρόσωπο σκαμμένο και θαρρείς μόνιμα σκυθρωπό, που με κάποιον περίεργο τρόπο όμως, μετέδιδε μια γλυκύτητα και μια ζεστασιά, σχεδόν πρωτόγνωρες για τον Μαρκ. Μόνο αυτό που ένοιωθε πιτσιρικάς στην αγκαλιά του παππού Τζακ, μπορούσε να πει πως προσέγγιζε αυτό το αίσθημα.

Παρέμεινε χαμένος στις σκέψεις του για αρκετή ώρα.

«Είστε καλά;» τον ρώτησε ο μεταφραστής. «Μήπως θα θέλατε να φύγουμε; Μπορώ να κανονίσω να επαναλάβουμε την επίσκεψη κάποια άλλη στιγμή».

Δεν τον άκουσε καν. Το βλέμμα του ήταν καρφωμένο στους δείκτες του ξύλινου επιδαπέδιου ρολογιού.

«Πώς μπορώ όμως εγώ να ξέρω ότι αυτά που μου λέτε είναι αλήθεια;»

Ο γέρος δεν αποκρίθηκε. Σηκώθηκε με δυσκολία από τη φθαρμένη από τα χρόνια, δερμάτινη καρέκλα του γραφείου του και κατευθύνθηκε αργόσυρτα προς το διπλανό δωμάτιο.

Όταν επέστρεψε, τα ρυτιδιασμένα του χέρια κρατούσαν ένα αρκετά μεγάλο δέμα με γράμματα. Τα απόθεσε πάνω στο γραφείο, πήρε ένα χαρτοκόπτη κι έκοψε την κορδέλα που τα κρατούσε όλα μαζί.

Οι φάκελοι ήταν κιτρινισμένοι, αλλά παρά την προφανή φθορά, ξεχώριζαν πάνω τους γράμματα καλλιγραφικά που μαρτυρούσαν μία άλλη εποχή. Μια εποχή που ο κόσμος ακόμα επικοινωνούσε με αυτόν τον τρόπο.

«Εδώ θα βρεις όλη την αλήθεια. Δεν χρειάζεται να σου πω εγώ τίποτα. Δίκιο έχεις άλλωστε –γιατί να πιστέψεις έναν παράξενο γεροξεκούτη που μόλις γνώρισες; Αυτά εδώ όμως δεν μπορείς να μην τα πιστέψεις. Χάρισμά σου λοιπόν η αλήθεια. Πρόσεξε μόνο πως θα την ξετυλίξεις, γιατί είπαμε –δίκοπο μαχαίρι η αλήθεια παιδί μου».

Ο Μαρκ είχε σταματήσει να ακούει τον γέρο. Το βλέμμα του είχε καρφωθεί στα ξεθωριασμένα καλλιγραφικά γράμματα των φακέλων που είχε μπροστά του.

Τα ήξερε αυτά τα γράμματα. Έμοιαζαν άλλωστε πολύ με τα δικά του, για την ομορφιά των οποίων ένοιωθε πάντα περήφανος.

Ήταν τα γράμματα της μητέρας του.

 

#8

Εκείνο το υγρό καλοκαιρινό βράδυ, τίποτα δεν έγινε τυχαία. Ούτε το ότι ο Αητός έμεινε μόνος του με δύο μόλις συντρόφους, ούτε ότι η μία ήταν γυναίκα, ούτε ότι τραυματίστηκε, ούτε βέβαια πως αναζήτησαν καταφύγιο στο ωρολογοποιείο του Στέφανου.

Ο Αητός είχε έρθει σε μεγάλο αδιέξοδο πλέον, από το οποίο μόνο με μία απελπισμένα τολμηρή κίνηση θα είχε πιθανότητες να ξεφύγει -κι αυτό ακριβώς ήταν που έκανε πράξη εκείνη τη νύχτα.

Τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά για εκείνον και τους συντρόφους του. Ειδικά μετά τη μεγάλη χαμένη μάχη που είχαν δώσει για να πάρουν το κεφαλοχώρι στα χέρια τους, όλα έμοιαζαν να έχουν πάρει τον κατήφορο -έναν κατήφορο που φαινόταν να μην έχει τελειωμό.

Τη μάχη την έχασαν τσάμπα και βερεσέ. Παρά το ότι είχαν πετύχει εξαρχής τον βασικό τους στόχο να αιφνιδιάσουν και να καταστρέψουν το μεγαλύτερο φυλάκιο του εχθρού μέσα στο χωριό, στην συνέχεια ακολούθησαν παιδαριώδη λάθη από τους δικούς τους, που επέτρεψαν στον εχθρό να αναδιπλωθεί, προξενώντας τους μεγάλες απώλειες.

Τελικά, μετά από ώρες αιματοβαμμένης μάχης, αναγκάστηκαν να οπισθοχωρήσουν.

Ο Αητός, παρά το νεαρό της ηλικίας και τη σχετική απειρία σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις, τα λάθη τα έβλεπε. Και σκεφτόταν πως, αφού μπορούσε να τα καταλάβει αυτός, δεν μπορούσαν ολόκληροι αξιωματικοί με τόσα χρόνια εμπειρία στον πόλεμο και τώρα στην επανάσταση;

Δεν το χωρούσε το μυαλό του.

"Μα να στηριζόμαστε αποκλειστικά στα ρημαδιασμένα τα πάτζερ;" σκεφτόταν συνεχώς. Όλοι ήξεραν πως στη μάχη των χαρακωμάτων, στη μάχη σώμα με σώμα ήταν που είχαν πάντα τα καλύτερα αποτελέσματα. Γιατί δε βασίστηκαν και τώρα εκεί, παρά αφέθηκαν στα πάτζερ;

Είχε ένα κακό -ότι σκεφτόταν το έλεγε. Ήταν αυθόρμητος, δεν μπορούσε να κρατάει πράγματα για τον εαυτό του, να λειτουργεί λίγο πιο μεθοδικά.

Μετά τη μάχη ήταν που πήρε προαγωγή και του έδωσαν τη δική του ομάδα. Είχε προβεί σε ηρωικές πράξεις, όπως τον ενημέρωσαν, κοτσάροντάς του κι ένα παράσημο. Ο ίδιος σκεφτόταν πως με τόσους νεκρούς, ακόμα κι αν ήταν ο χειρότερος στην μάχη, πάλι θα αναγκάζονταν να του δώσουν δική του ομάδα.

"Έτσι όπως πάμε, σε λίγο δεν θα 'χουμε ανθρώπους να φτιάχνουμε ομάδες" σκεφτόταν πικρόχολα.

Δεν άντεξε για πολλές μέρες. Έκατσε κι έπιασε ένα λοχαγό που υποτίθεται πως του' χε εμπιστοσύνη και του έβγαλε ένα χειμαρρώδη λόγο, αναλύοντας του όλες του τις ενστάσεις για το πώς λειτούργησαν στη μάχη, αλλά και γενικότερα για την εξέλιξη των πραγμάτων, για την ομόνοια που λείπει πλέον από τον λόχο, για την εγκατάλειψη από το στρατηγείο και άλλα πολλά παρόμοια και ειπωμένα με ύφος χιλίων καρδιναλίων.

Ο λοχαγός δεν του είπε τίποτα. Σηκώθηκε, τον χτύπησε συγκαταβατικά δυο φορές στον ώμο και έφυγε.

Είχε απόλυτη γνώση πως είχε κάνει το μοιραίο λάθος.

Μετά από αυτό, τίποτα δεν θα ήταν για αυτόν ξανά το ίδιο.

Διαβάστε εδώ το Πέμπτο Μέρος

 

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Culture