Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Ρούλα Πισπιρίγκου Βασιλιάς Κάρολος της Αγγλίας Κέιτ Μίντλετον
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΒΙΒΛΙΟ

/

Angelus Novus

Angelus Novus

Ένα πρωτοχρονιάτικο διήγημα του Στάθη Πολίτη

Τα μέτρα ήταν αυστηρά. Η στόχευσή τους ξεκάθαρη. Ρεβεγιόν γιοκ. 

Όντας νομοταγής εκ φύσεως, η επιλογή ήταν μία. Θα περνούσε το τελευταίο βράδυ του 2020 μόνος.

Όχι ακριβώς. Είχε παρέα εκλεκτή. Πριν λίγες μόλις ημέρες, του είχε κοστίσει μια μικρή περιουσία.

Ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα στο φεύγα μίας περίεργης χρονιάς. Το είχε κυνηγήσει ανελέητα και στο τέλος πέτυχε τον σκοπό του.

Οι τιμές των ακινήτων ήταν σε αστάθεια και το ενδιαφέρον των επενδυτών γι’ αυτή την παλιά γειτονιά των λογοτεχνών στο βόρειο κομμάτι της πόλης, πεσμένο. Έκανε δε δυνατό παζάρι τόσο με τον μεσίτη όσο και με την τράπεζα για το δάνειο και κάπως έτσι, το πανέμορφο δίπατο στον πιο εμπορικό δρόμο της περιοχής έγινε δικό του.

Θα απολάμβανε λοιπόν την τελευταία νύχτα αγκαλιά με την ησυχία και την θαλπωρή του νέου του αποκτήματος.

Έβαλε μια κλασική ταινία που αγαπούσε και άραξε στον δερμάτινο καναπέ. Μετά από λίγο όμως, έπιασε τον εαυτό του να χαζεύει στην οθόνη του κινητού, αγνοώντας την ταινία.

Ανασηκώθηκε. “Με το νέο χρόνο θα μειώσω οπωσδήποτε τις ώρες που μου τρώει αυτό το μαραφέτι” σκέφτηκε και το πέταξε στο ντιζαϊνάτο τραπεζάκι.

Σηκώθηκε και πήγε να βάλει ένα ουίσκι. Κάτι τον έτρωγε. Αλλά ήταν σίγουρος πως με την πρώτη γουλιά από το νέκταρ του πανάκριβου μαλτ, θα άδειαζε το μυαλό του.

“Δεν έπρεπε να μείνω μόνος απόψε. Μπορούσα κάτι να έχω κανονίσει, τόσες προτάσεις είχα άλλωστε. Δεν έπρεπε να περάσω την Πρωτοχρονιά μόνος.”

Τότε του ήρθε η ιδέα –έστω κι έτσι, θα κατόρθωνε να κάνει κάτι ξεχωριστό.

Το σπίτι δεν ήταν πολύ μακριά από το πάρκο πάνω στο λόφο που είχε θέα-πιάτο ολόκληρη τη μεγαλούπολη. Θα πήγαινε λοιπόν εκεί να δει το πρώτο ξημέρωμα της νέας χρονιάς.

Βγήκε ντυμένος σαν κρεμμύδι. Κρύο τσουχτερό και πηχτή ομίχλη, συνοδοί μόνιμοι της αγαπημένης του πρωτεύουσας. Ο ήλιος δεν επρόκειτο να κάνει το χατίρι του νέου χρόνου, ώστε να τον υποδεχθεί με μία έκτακτη εμφάνιση.

Μπήκε στο πάρκο κι άρχισε να ανηφορίζει προς τη μεριά του λόφου. Πέρασε τις λίμνες, αφού κοντοστάθηκε πρώτα αναζητώντας ίχνη από τις αγαπημένες του πάπιες. Μάταια.

Αγκομαχώντας στα τελευταία μέτρα, έφτασε τελικά στο πλάτωμα της κορυφής. “Με το νέο χρόνο θα αυξήσω οπωσδήποτε τις ώρες γυμναστικής.”

Απόθεσε το ταλαιπωρημένο του κορμί στο πρώτο παγκάκι.

Μπροστά του, απλωνόταν η μεγαλούπολη που κοιμόταν. Την σφιχταγκάλιαζε ένα πυκνό σώμα ομίχλης. Έμοιαζε να την έχει δέσμια του, λες και ήθελε να την κρατήσει κοιμισμένη.

Γύρω του απόλυτη ερημιά. Φαίνεται δεν υπήρχε κανείς που να είχε την ίδια ιδέα για το πρώτο ξημέρωμα του 2021.

Μοναξιά.

Όπως τους τελευταίους μήνες, με τα λοκντάουν να διαδέχονται το ένα το άλλο. 

Ή μήπως δεν ήταν αυτούς τους μήνες που η μοναξιά είχε θρονιαστεί για τα καλά μέσα του;

Μήπως την είχε χρόνια τώρα κρυφή του σύντροφο; Μήπως την κουβαλούσε από μικρό παιδί;

Μήπως δεν ήταν επίκτητη, αλλά εγγεγραμμένη στον γενετικό του κώδικα η μοναξιά;

Τίναξε απότομα το κεφάλι του, σα να ήθελε και σωματικά να διώξει μακριά αυτές τις σκέψεις.

Think positive.

“Ότι σκέφτομαι σήμερα, θα το σκέφτομαι όλο τον χρόνο!”

Αυθυποβολή λέγεται -άθλημα στο οποίο υπήρξε ανέκαθεν πρωταθλητής.

“Δε με νοιάζει. Τι έχω δηλαδή ώστε να μην είμαι ευτυχισμένος; Όλα τα καλά του κόσμου έχω. Έχω τη δουλειά μου στην οποία πάω από το καλό στο καλύτερο, έχω τα λεφτά μου, ζω στην ομορφότερη πόλη στον κόσμο. Έχω τους φίλους μου, έχω τους γονείς μου, όλοι είμαστε υγιείς και ακμαίοι.

Σίγουρα, η φετινή χρονιά ήταν δύσκολη, αλλά αυτό ισχύει για όλους, εξαιτίας της καταραμένης πανδημίας. Αυτή όμως έχει ημερομηνία λήξης, η οποία δε βρίσκεται πλέον μακριά.

Και μετά θα είναι όλα όπως πριν.

Άρα, δεν υπάρχει κανένας λόγος ώστε να μην είμαι ευτυχισμένος.”

Είχε απλωθεί για τα καλά στο παγκάκι κι είχε γύρει το κεφάλι προς τα πίσω.

Ο ήλιος είχε σίγουρα πλέον ανατείλει, αλλά η πυκνή συννεφιά τον κέρδιζε κατά κράτος. 

Το βλέμμα του έπεσε σε ένα πουλί με εντυπωσιακό άνοιγμα φτερών που πετούσε εκείνη την στιγμή πάνω από το κεφάλι του.

Ελευθερία.

Την έχω, άρα είμαι ευτυχισμένος.

Ξάφνου το πουλί έκανε μια βαθιά βουτιά κι άρχισε να πλησιάζει επικίνδυνα, χτυπώντας με βία τα φτερά του. Καθώς βρισκόταν ήδη σε μικρή απόσταση, αντιλήφθηκε πως κάτι πολύ περίεργο λάμβανε χώρα μπροστά στα μάτια του.

Το πουλί είχε μεταμορφωθεί σε άγγελο, έναν πάλλευκο άγγελο με δύσμορφο πρόσωπο και δυο έντονα ολοστρόγγυλα μάτια που ήταν καρφωμένα πάνω του.

«Μη φοβάσαι. Σταμάτα πια να φοβάσαι.»

Έτρεμε σύγκορμος.

«Κι εγώ που νόμιζα πως το '21 θα είναι η χρονιά μου. Αυτό ήταν λοιπόν; Ήρθε το τέλος;»

«Κανένα τέλος δεν ήρθε -για εσένα τουλάχιστον. Τέτοια μέρα και τέτοια ώρα δεν περίμενα να είναι κανείς εδώ, γι' αυτό είπα να κατέβω λίγο να ξαποστάσω.»

«Έπεσε πολλή δουλειά τον τελευταίο καιρό ε;»

«Ναι, αλλά όχι αυτή που φαντάζεσαι.»

Εκείνη την στιγμή, παρατήρησε πως στο στέρνο του αγγέλου υπήρχαν δυο λέξεις, θαρρείς και κάποιος του είχε κάνει τατουάζ.

Angelus Novus. 

«Νέος Άγγελος; Τι θα πει αυτό; Έχετε τόσο τρέξιμο που έβγαλε ο μεγαλοδύναμος νέα παραγωγή για να τα προλάβει όλα;»

«Καθόλου. Ούτε κι εγώ θυμάμαι πόσους αιώνες περιδιαβαίνω τη γωνίτσα σας.

Παρ’ όλα αυτά, είσαι από τους λίγους που έχουν αντιληφθεί την παρουσία μου όλα αυτά τα χρόνια. Θυμάμαι, πρώτος με είχε δει ένας διάσημος ζωγράφος σας, έναν αιώνα πίσω. Ένας άλλος μάλιστα, κάποιος φιλόσοφός σας ήταν θαρρώ, είχε αποκαλύψει και την ιδιότητα μου, αλλά δεν του δώσατε ιδιαίτερη σημασία.»

«Αποκάλυψέ μου τι κάνεις στα μέρη μας και σου υπόσχομαι πως εγώ δεν θα πω τίποτα σε κανέναν.»

«Μα δεν έχω να κρύψω κάτι. Όλους αυτούς τους αιώνες ο ρόλος μου είναι ξεκάθαρος. Επιτηρώ την Ιστορία.

Φροντίζω κάθε καλή και κάθε κακή περίοδός της -όπως τις βαπτίζετε εσείς με τα δικά σας κριτήρια- να είναι μέσα στα όρια των αντοχών σας. Κάθε μεγάλο συμβάν, θετικό ή αρνητικό, να μην τα υπερβαίνει, να φτάνει μέχρι το σημείο που χαρακτηρίζετε ως “ανθρωπίνως δυνατό”.»

Ένα γλυκό χαμόγελο είχε ζωγραφιστεί στο πρόσωπο του αγγέλου. Του θύμισε φευγαλέα το χαμόγελο του πατέρα του.

«Και μέχρι πού θα φτάσουν αυτήν τη φορά οι αντοχές μας άγγελε;»

Μια νικηφόρος ηλιαχτίδα τον χτύπησε στα μάτια. Πετάχτηκε αλαφιασμένος και γλιστρώντας, έπεσε απ' το παγκάκι.

Έστρεψε το βλέμμα του στον ουρανό.

Τίποτα, πουθενά. Ούτε πουλί, ούτε άγγελος.

Μοναχά η ηλιαχτίδα που νίκησε τα σύννεφα. 

 

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Culture