Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Γυναικοκτονία Ρούλα Πισπιρίγκου Travel West Forum
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΜΟΥΣΙΚΗ

/

Παναγιώτης Κατωπόδης : «Η νεότητα είναι συνυφασμένη με την ονειροπόληση και τον οραματισμό, η πραγματικότητα όμως θέτει περιορισμούς.»

Παναγιώτης Κατωπόδης : «Η νεότητα είναι ...

Γράφει ο Pavel

Την προηγούμενη δεκαετία δύο σκηνές σαν από κινηματογραφική ταινία με είχαν συγκλονίσει. Η πρώτη ήταν όταν μέσα από τον Ηλεκτρικό στη διαδρομή Ομόνοια-Κηφισιά, το πρόσωπο μου και τα μάτια μου έμειναν να κοιτάνε για λίγα κλάσματα δευτερολέπτου, το εγκαταλελειμμένο και κατεστραμμένο εργοστάσιο της Columbia κοντά στον Περισσό. Η δεύτερη ήταν ενώ διέσχιζα τη Σταδίου στο ύψος της Χρήστου Λαδά, βλέποντας τους δύο ιστορικούς κινηματογράφους Αττικόν & Απόλλων που κάηκαν το 2012, όπου το μυαλό μου δεν μπορούσε να καταλάβει την αδιαφορία αλλά και τα αίτια της συγκεκριμένης πυρκαγιάς.

Και στις δύο περιπτώσεις έρχονται στις μνήμες μου η μουσική και οι δίσκοι οι οποίοι ηχογραφήθηκαν, τα μεγάλα ονόματα τραγουδιστών και συνθετών, οι ελληνικές ταινίες όπου κάποτε υπήρχε κοσμοπλημμύρα στις πρεμιέρες τους. Σε αυτά τα δύο εμβληματικά κτίρια κρύβεται η ιστορία, ο πολιτισμός, η αγάπη για τη ζωή & τη δημιουργία. Μα συνάμα και κάτι άλλο που έχει σχέση με την εποχή μας· ότι η κρίση που ζήσαμε αλλά και συνεχίζεται είναι βαθύτατα πολιτιστική και προσδιορισμού της ταυτότητας του σύγχρονου Έλληνα, πέρα από οικονομική.

Στιγμές από το παρελθόν, το παρόν αλλά και το μέλλον υπάρχουν στη συνάντηση με τον Παναγιώτη… Η αρχή έγινε στην Καρυά Λευκάδας το 1987 και συνεχίστηκε στο Τμήμα Λαϊκής & Παραδοσιακής Μουσικής στην Άρτα, την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και τη Δημοτική Ραδιοφωνία Λευκάδας. Έχει μελοποιήσει στίχους του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, εργάστηκε πάνω στο έργο του Σπύρου Σαμάρα, πριν τρεις μήνες κυκλοφόρησε  το “Impulse” τη νέα του δουλειά, και πιστεύει ότι η νεότητα είναι συνυφασμένη με την ονειροπόληση και τον οραματισμό.

Γεννηθήκατε στη Λευκάδα το 1987, ποιες οι αναμνήσεις από τα παιδικά σας χρόνια και πότε έγινε η πρώτη «συνάντηση» με τη Μουσική;

Κατ’ αρχάς γεννήθηκα σε έναν πολύ όμορφο και με σημαντική ιστορία τόπο, την Καρυά της Λευκάδας. Ο πατέρας μου υπήρξε – πέραν των άλλων - επαγγελματίας μουσικός και κατασκευαστής μουσικών οργάνων, οπότε ήταν μοιραίο, να έλθω σε επαφή με το βίωμα της μουσικής επιτέλεσης και την Τέχνη της Μουσικής από πολύ μικρός.

Ουσιαστικά από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ασχολούμαι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο με τη μουσική. Στο σπίτι υπήρχαν πάντοτε πάνω από 3 κιθάρες. Στα 9 μου χρόνια είχα έναν πολύ ισχυρό υπολογιστή για την εποχή, έναν 486 στα 450MHz (overclocked!) και την ευτυχία, να φτάνει ως το περίπτερο του χωριού μου το περιοδικό “Computer Music”, το οποίο περιείχε πάντα έναν απίστευτο πλούτο δωρεάν υλικού. Κατόπιν φοίτησα και στο Μουσικό Σχολείο Λευκάδας.

Γενικά τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια στη Λευκάδα ήταν πραγματικά υπέροχα και πάντοτε τα θυμάμαι με νοσταλγία. 

Ως πτυχιούχος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, γιατί πιστεύετε ότι στην Ελλάδα της κρίσης δεν αξιοποιήσαμε τους ανθρώπους που χρειαζόμαστε, αλλά δυστυχώς πάρα πολλοί έφυγαν για το εξωτερικό… 

Είμαι πτυχιούχος του τμήματος Λαϊκής & Παραδοσιακής Μουσικής, το οποίο πλέον υπάγεται στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Το τμήμα αυτό υπήρξε πρότυπο σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πέρα από τη θεωρητική, κυρίως ανθρωπολογική, κοινωνιολογική και παιδαγωγική κατάρτιση που λάβαμε, είχαμε την ευκαιρία να μυηθούμε στην Τέχνη της Μουσικής δίπλα σε σπουδαία ονόματα της ελληνικής σκηνής. Στο λαούτο, που επέλεξα εγώ, μαθητεύσαμε δίπλα στον κορυφαίο Χρήστο Ζώτο. Στο μάθημα των Μουσικών Συνόλων είχαμε τον ιδιοφυή Μπάμπη Παπαδόπουλο και άλλους, οι οποίοι πλέον πιστεύω πως είναι γνωστό, ότι βρίσκονται εκεί, καθώς το ΤΛΠΜ, όπως είναι η συντομογραφία του, είναι ένα αρκετά δημοφιλές τμήμα στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Σχετικά με το ανθρώπινο δυναμικό, δεν θα μπορούσε η Ελλάδα να το αξιοποιήσει με την καταστροφή που επήλθε. Δεν υπήρχε και δεν υπάρχει αγορά. Έχετε δει τί συνέβη στην COLUMBIA; Όλο αυτό το συγκρότημα δε θα μπορούσε να είναι ένα διαδραστικό μουσείο κόσμημα για την Ελλάδα; Σ’ αυτές τις εγκαταστάσεις γράφτηκε σχεδόν όλη η ιστορία του ελληνικού τραγουδιού. Τώρα είναι ερείπιο. Εκεί θα μπορούσαν να εργάζονται 10 ίσως και περισσότεροι μουσικολόγοι και άλλες ειδικότητες. Οπότε, αν πρέπει να μιλήσω ως Μουσικολόγος, δεν υπάρχει αγορά εργασίας. Ήταν ήδη πολύ μικρή στην Ελλάδα, μετά την κρίση εξαχνώθηκε.

Δημιουργείται, λοιπόν, αυτό που ονομάζουν οι οικονομικές επιστήμες “διαρθρωτική ανεργία”, δηλαδή αναντιστοιχία ανάμεσα στις ειδικεύσεις που αποκτά το ανθρώπινο δυναμικό βγαίνοντας από την εκπαίδευση και την ζήτηση στην αγορά εργασίας. Κι εμείς, ως κλάδος, δυστυχώς αποτελούμε το πλεονάζον και αναξιοποίητο ανθρώπινο δυναμικό. Όμως, κι έτσι να είναι, δεν ευθυνόμαστε εμείς γι’ αυτό. Και ειδικά η δική μας γενιά, έκανε κάποιες επιλογές κάτω από εξαιρετικά διαφορετικές συγκυρίες και συνθήκες. Θυμίζω: Ολυμπιακούς Αγώνες κτλ. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει, ότι πρέπει να καθόμαστε με σταυρωμένα χέρια.

Από την άλλη πλευρά το κράτος έχει κάνει κάποια σημαντικά βήματα με τα Μουσικά Σχολεία τα τελευταία χρόνια, όμως ακόμα η μουσική εκπαίδευση και κατά συνέπεια παιδεία παραμένει στη διακριτική ευχέρεια και δυνατότητα του εκάστοτε πολίτη. Το Γενικό Λύκειο προσφέρει ένα πολύ περιορισμένο μάθημα μουσικής, το οποίο επικεντρώνεται κυρίως στην ακρόαση και είναι εξαιρετικά σύντομο. Και θεωρώ πως αυτό είναι λάθος, καθώς η μουσική εκπαίδευση μπορεί να συνεισφέρει στη διαπαιδαγώγηση του νέου ανθρώπου σημαντικά, διδάσκοντάς τον πειθαρχία, αίσθηση της ροής του χρόνου και αναπτύσσοντας του ταχύτερα αντανακλαστικά, όπως ίσως ένα άθλημα ή μια πολεμική τέχνη. Και αυτά πλεόν των υπολοίπων δεξιοτήτων που καλλιεργεί, όπως της αφαιρετικής σκέψης, της δημιουργικότητας, αλλά και της προσωπικής ικανοποίησης που προσφέρει.

Η Μουσική πόσο πολύ σας βοήθησε όχι μόνο στην επαγγελματική σας ζωή αλλά και σε άλλα επίπεδα; Που «ταξιδεύει» ένα τραγούδι όταν τελειώνουν η μουσική & οι στίχοι;

Ως ραδιοφωνικός και μουσικός παραγωγός, εκπαιδευτικός και μουσικός ένα μεγάλο μέρος της επαγγελματικής μου δραστηριότητας και της ζωής μου γενικότερα περιστρέφεται γύρω από τη μουσική. Αν είναι, όμως, να μιλήσω και πέρα από αυτό, εκτός από τα όσα προανέφερα, δηλαδή την πειθαρχία, την αίσθηση του χρόνου και τα αντανακλαστικά, τον κιναισθητικό συντονισμό, την προσωπική έκφραση και ακόμη περισσότερα, νομίζω πως αποκτάς μια ακόμη οπτική γωνία για τον κόσμο, όντας μουσικός. Είναι σαν να έχεις ένα αυτί, ένα μάτι και ένα χέρι ακόμη. Σκέφτεσαι διαφορετικά. Συνδυάζεις ιδέες πολύ πιο δημιουργικά. Είναι αποδεδειγμένο και μέσω των σύγχρονων νευροαπεικονιστικών τεχνικών, ότι ο εγκέφαλος των μουσικών παρουσιάζει ιδιαιτερότητες στην αρχιτεκτονική του.

Πού καταλήγει, τώρα, ένα τραγούδι; Το τραγούδι, όπως και κάθε έργο τέχνης, γίνεται ένα βίωμα που συγκινεί τον εγκέφαλό μας πολλαπλά. Μέσα στο ανθρώπινο νευρικό σύστημα χαράζεται, όταν τελειώνει η ενέργεια που μεταφέρει, η μουσική και οι στίχοι δηλαδή. Στον ανθρώπινο εγκέφαλο, κι αυτός διαλέγει και κρίνει κατά τα βιώματά του. Αν του προκάλεσε κάτι θετικό ή τον προβημάτισε ή με κάποιον τρόπο τον άγγιξε, το ξαναφέρνει στο φως (το τραγούδι).

 

Από όσο γνωρίζω έχετε μελοποιήσει ποιήματα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Πιστεύετε ότι η δικιά σας γενιά γνωρίζει την ιστορία, την ποίηση ανθρώπων που έζησαν και προσέφεραν στην χώρα μας, και εάν όχι γιατί;  

Ναι στην πλειοψηφία της, και πρέπει να είμαστε ευτυχείς γι’ αυτό, το ότι έχουμε δηλαδή ένα ελάχιστο εγγυημένο υποχρεωτικό επίπεδο εκπαίδευσης στην Ελλάδα, και πρέπει να το υπερασπιζόμαστε καθημερινά και παντοιοτρόπως.

Σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές, οι τωρινές έχουν στη διάθεσή τους πολύ περισσότερα ερεθίσματα και δυνατότητες να έρθουν σε επαφή με τον κόσμο του πνεύματος και της τέχνης, αλλά είναι σημαντικό, ότι και το Σχολείο και το Πανεπιστήμιο προσφέρουν πολύπλευρη εκπαίδευση, εφόσον κάποιος θέλει να μάθει και όχι απλά να εξειδικευτεί ή να χαζολογήσει. Εγώ, και το λέω με παρρησία αυτό, πέρασα και από τις τρείς αυτές φάσεις και εν τέλει τα βιβλία Λογοτεχνίας του Λυκείου τα έχω ακόμη στη βιβλιοθήκη μου.

Όπως και νά ‘χει, κάθε εκπαιδευτική διαδικασία πρέπει να είναι απλά το έναυσμα, νομίζω. Μετά είναι και η προσωπική περιέργεια, έρευνα και μελέτη. Δεν τελειώνει ο κόσμος εκεί που τελειώνει το Σχολείο ή το Πανεπιστήμιο.

Ο Βαλαωρίτης θεωρώ, ότι είναι αρκετά γνωστός. Έχω μελοποιήσει Λαπαθιώτη, Εφταλιώτη, Παπαντωνίου και άλλους. Αυτοί, ίσως να μην είναι γνωστοί στον μέσο Έλληνα, αν και πάλι, για  παράδειγμα, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου με τα «Ψηλά Βουνά» βρίσκεται σε χιλιάδες σπίτια.

Όμως, εντάξει, ας είμαστε ρεαλιστές. Τί να ζητάμε να γνωρίζει και να θυμάται, κυρίως, ένας άνθρωπος, που πασχίζει και μάχεται για 700 ευρώ; Ακόμη κι αν έχει περίοπτες σπουδές. Ζώντας υπό αντίξοες συνθήκες. Πολιορκούμενος ασταμάτητα από αστείρευτη, πολύπλοκη και πολυπλεύρως τροφοδοτούμενη πληροφορία.

Η ζωή από ένα σημείο κι έπειτα επιτάσσει ο άνθρωπος να έχει το βλέμμα του στραμμένο αλλού, κι όχι απαραιτήτως στην Τέχνη. Δε μπορείς να απαιτήσεις από κάποιον, που κοιτάζει πως θα βγάλει το μήνα, να πηγαίνει 3-4 φορές, σε αυτόν τον μήνα, θέατρο ή συναυλία. Ή να αγοράζει 10 βιβλία λογοτεχνίας ή δίσκους μουσικής.

Πάντως, και θέλω να το πω αυτό, ο Τύπος στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια έκανε προσιτά έργα του πνεύματος σε σημείο που κάποιος μπορούσε και μπορεί να αποκτήσει μια τεράστια και ποιοτική βιβλιοθήκη Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας, για παράδειγμα, με λιγότερα από 50 ευρώ. Το ίδιο και με τη Μουσική. Δηλαδή, ακόμη και πράγματα που δε βρίσκονται στο Διαδίκτυο, τα κυκλοφορούν εφημερίδες με πολύ μικρό κόστος. Πρέπει να το εκτιμάμε και να το αξιοποιούμε αυτό.

Επίσης, οι κάθε είδους ψηφιακές πλατφόρμες διανομής περιεχομένου πλέον, για ένα μικρό αντίτιμο, δίνουν πρόσβαση σε έναν αχανή κόσμο ψυχαγωγίας, όπου μπορεί κάποιος να ανακαλύψει απίστευτα πράγματα, τα οποία πριν 10-15 χρόνια έπρεπε να επικρατούν πολύ ειδικές συνθήκες, προκειμένου να τα προσεγγίσει κανείς.

Στις 17 Ιανουαρίου κυκλοφορήσατε ένα νέο LP, πείτε μας λίγα λόγια για αυτή τη νέα δημιουργία…

Λέγεται “Impulse” και περιλαμβάνει 8 κομμάτια. Άλλα είναι πιο ρυθμικά, άλλα πιο «κουλτουριάρικα», άλλα πιο απλά. Δημιουργούν, όμως, μια ενότητα. Προσπάθησα να φτιάξω μουσική, η οποία θα σου δίνει την αίσθηση, ότι σε σπρώχνει προς τα μπρος, να κάνεις κάτι. Από ‘κει προέκυψε και ο τίτλος.

Είναι το 4ο LP που κυκλοφορώ και όλα σχεδόν τα κομμάτια γράφτηκαν το δεύτερο εξάμηνο του 2019.

Σε επίπεδο αρχιτεκτονικής, παίζω αρκετά με τη φόρμα. Δηλαδή σε άλλα κομμάτια τα δομικά τμήματα είναι πολύ μικρά, παρατάσσονται και συμπλέκονται με μινιμαλιστικό τρόπο, ενώ σε άλλα εξαιρετικά μακροσκελή που απλώνονται πάνω σε ένα πιο ψυχεδελικό υπόβαθρο.

Ο ήχος γενικά ξεκινά από το hip-hop και φτάνει έως το trance, αν έπρεπε να τον περιγράψω με κάποιες ετικέτες.

Γενικά και με τις μέχρι τώρα κριτικές που έλαβα, θεωρώ πως είναι ένας ευχάριστος δίσκος. Είναι πλέον στη διάθεση του κόσμου, ελπίζω να αρέσει. Όπως και νά ‘χει, τελικός κριτής είναι ο ακροατής.

Μόνη βασική προϋπόθεση είναι η ακρόαση να γίνεται από ένα καλό ηχοσύστημα ή καλά ακουστικά, αλλιώς υπάρχει πολύ συχνοτικό υλικό, που ίσως να μην γίνει αντιληπτό.

Έχετε υπάρξει Εκπαιδευτής στα ΔΙΕΚ στο μάθημα της Μουσικοκινητικής Αγωγής. θα ήθελα να μας μιλήσετε για την εμπειρία σας αυτή,  καθώς και για τον ιστότοπο https://iek.musiclearn.gr που αναπτύχθηκε για τις ανάγκες του μαθήματος…

Έχοντας περάσει πλέον από όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, είτε ως εκπαιδευόμενος, είτε ως διδάσκων, έχω εντοπίσει κενά ή πεδία όπου οι νέες τεχνολογίες, θα μπορούσαν να προσφέρουν στην εκπαιδευτική διαδικασία. Συγκεκριμένα τώρα για τα ΔΙΕΚ, με απασχόλησε το θέμα της εκπαίδευσης στη μουσική ανάγνωση, στο πλαίσιο του μαθήματος της Μουσικοκινητικής Αγωγής. Δηλαδή ήταν δύσκολο για τους μαθητές, οι οποίοι δεν είχαν κάποια άλλη πρότερη σχέση με τη μουσική θεωρία και πράξη, να εξοικειωθούν με την ανάγνωση της παρτιτούρας ακόμη και στην πιο απλή της μορφή.

Έτσι, λοιπόν, έχοντας υπόψη μου τις τεχνολογίες που θα μπορούσαν να προσφέρουν σε αυτή τη διαδικασία, ανέπτυξα ένα διαδραστικό ιστότοπο, όπου τα περιεχόμενα του βιβλίου του μαθήματος ζωντάνευαν, κι έτσι ο μαθητής μπορούσε πια να πατήσει πάνω στην παρτιτούρα, να ακούσει κάθε μέτρο χωριστά, να μετρήσει μαζί με τον υπολογιστή και να προχωρήσει πιο γρήγορα στην κατανόηση, ακόμη κι αν δεν είχε τον καθηγητή στη διάθεσή του.

Η τεχνολογία που χρησιμοποιήθηκε είναι κατά 80% ανοικτού κώδικα και το πρόγραμμα για την δημιουργία και την αναπαραγωγή της παρτιτούρας είναι το flat.io.

Πόσο πολύ πιστεύετε ότι έχει επηρεάσει η εξέλιξη της Τεχνολογίας τις τελευταίες δεκαετίες την Τέχνη; Θα μπορούσατε να μας αναφέρετε ορισμένα παραδείγματα…

Στην Τέχνη της Μουσικής η τεχνολογία προσέφερε σε πολλά επίπεδα και άνοιξε νέους ορίζοντες. Από την ποιότητα των ηχογραφήσεων και την εισαγωγή νέων ήχων στη δημιουργική παλέτα, έως την διαθεσιμότητα των υλικών και λογισμικών παραγωγής της. Επίσης, όπως είδαμε και πριν, προσφέρει και μπορεί να δώσει ακόμη περισσότερα και εντός εκπαιδευτικού πλαισίου. Όχι μόνο η τεχνολογική εξέλιξη, αλλά και η προσβασιμότητα σε αυτήν.

Ως πρώτο παράδειγμα θα σας φέρω -αρχικά- κάτι καθημερινό: ακούστε ένα τραγούδι της δεκαετίας του ‘60 ή και του ‘80 και ένα σύγχρονο. Ακόμη και το ίδιο τραγούδι παιγμένο από την ίδια ορχήστρα με τον ίδιο τρόπο. Στο δεύτερο θα βρείτε μεγαλύτερο πλούτο συχνοτήτων, που δημιουργούν έναν ήχο πιο μεστό, εντυπωσιακό ή/και ευχάριστο. Και γενικά πιστότερο στην πραγματικότητα. Δεν είναι τυχαίο, το ότι κυκλοφορούν συνεχώς remasters έργων προηγουμένων δεκαετιών. Προφανώς χωρίς την εξέλιξη της τεχνολογίας δε θα είχαμε αυτό το αποτέλεσμα.

Ολόκληρα ρεύματα της σύγχρονης μουσικής δεν θα είχαν χώρο να εμφανιστούν, αν και ως ιδέες πολλά μπορεί να προϋπήρχαν, εάν δεν αναπτύσσονταν η κασέτα, το συνθεσάιζερ, τα samplers και οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές. Καλό παράδειγμα αποτελούν οι σύγχρονες χορευτικές μουσικές. Λίγες, αν υπήρχαν κι αυτές, θα είχαν τον παλμό και τη λάμψη που αποπνέουν οι σύγχρονες παραγωγές, εάν μέναμε ακόμη στο ήχο της ακουστικής ντραμς ή της ακουστικής κιθάρας.

Τέλος, και είναι πολύ σημαντικό αυτό, η εξέλιξη της τεχνολογίας έχει κάνει πλέον προσιτό χόμπυ, αλλά και επάγγελμα τη μουσική δημιουργία. Χωρίς αυτήν δε θα είχαμε καλλιτέχνες, που ξεκίνησαν από ένα μικρό home studio ή και ένα απλό PC, όπως ο Moby ή η Billie Eilish, μιας και είναι επίκαιροι. Και οι δύο αυτοί, ειδικά δε ο πρώτος, ξεκίνησαν με πολύ φθηνή τεχνολογία και δημιούργησαν αριστουργήματα.

Έχετε κυκλοφορήσει το Midday in Baghdad, ένα αντιπολεμικό τραγούδι. Από τη μια η ελληνική δισκογραφία των τελευταίων χρόνων και από την άλλη ο Έλληνας πολίτης, πόσο εύκολα μπορεί να φτάσει η μουσική και το μήνυμα σας και στους δύο; 

Είναι απλά ένα κομμάτι μουσικής. Μεταφέρει ένα νόημα, όπως το αναφέρατε, πάντως παραμένει απλά ένα κομμάτι μουσικής, ενός νέου συνθέτη. Υπ’ αυτές τις συνθήκες είναι ακόμη απλά μια σταγόνα στην θάλασσα της παγκόσμιας μουσικής παραγωγής. Οπότε, κρίνοντας από τα μεγέθη, θα είναι δύσκολο να φτάσει στον τελικό ακροατή.

Καθαρά επαγγελματικά μιλώντας η παραγωγή, η διάθεση και η κυκλοφορία ενός μουσικού κομματιού είναι ένα πολύ μικρό μέρος της δουλειάς που χρειάζεται προκειμένου να φτάσει το προϊόν σε πολλά αυτιά.

Ο μηχανισμός που επιτρέπει σε μια καλλιτεχνική, γενικά, παραγωγή να προσεγγίσει το ακροατήριο είναι το marketing. Σε αυτόν τον τομέα οι μεγάλες δισκογραφικές έχουν εξαιρετικά διευρυμένα συστήματα και πολλά κανάλια μετάδοσης του προϊόντος. Φυσικά, το σημαντικότερο κανάλι είναι ακόμη η τηλεόραση. Και το ραδιόφωνο, και το έντυπο και το διαδίκτυο, αλλά κυρίως η τηλεόραση. Είτε μας αρέσει, είτε όχι. Επηρεάζεται πολύ ο κόσμος από αυτήν. Από τη σκηνοθεσία της και τη ροή της.

Οπότε, λοιπόν, και εφόσον ένα κομμάτι δεν εκφράζει κάποιο δημοφιλές ρεύμα, όπως ενδεικτικά αναφέρω της trap τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, είναι δύσκολο να προσεγγίσει μεγάλο ακροατήριο. Όταν, επιπλέον, δεν έχει και στίχους.

Θα σας πω κάτι με κάθε επιφύλαξη, καθώς μπορεί να είναι και αστικός μύθος, αλλά διάβασα πως ο προϋπολογισμός της Billie Eilish για το marketing του πιο πρόσφατου δίσκου της, παρ’ όλο που όντως ήταν μια σπουδαία στιγμή στη σύγχρονη δισκογραφία, ανήλθε στα 100.000$ ανά μήνα για έναν σχεδόν χρόνο.

Φυσικά αυτά τα μεγέθη είναι αδιανόητα για την Ελλάδα, αλλά θα ήθελα να αντιληφθείτε για τί προσπάθεια μιλάμε και τί κόστος επισύρει αυτή, προκειμένου να διαδόσεις πλέον αποτελεσματικά τη μουσική που παράγεις, ακόμη κι αν είσαι  παγκοσμίως, όχι απλά γνωστός, αλλά, ήδη διάσημος.

Το Spotify και το Apple Music για παράδειγμα προβάλλουν σε κάθε ευκαιρία, την δυνατότητα πρόσβασης σε 60 εκατομμύρια κομμάτια. Φανταστείτε μια αρκετά μεγάλη χώρα να παλεύει νυχθημερόν, να διαδόσει τη μουσική που παράγει. Κι αυτό, αν αντιμετωπίσουμε τον εκάστοτε καλλιτέχνη ως μονάδα, που δεν είναι, γιατί η μουσική είναι βιομηχανία πέρα από τέχνη, και ζουν και εργάζονται και άλλοι άνθρωποι από/για έναν καλλιτέχνη.

Έχοντας συμβάλλει στην αποκατάσταση και τεκμηρίωση του μουσικού αρχειακού υλικού της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, τι ανακαλύψατε μέσα από αυτό το ταξίδι στη Μουσική, την Τέχνη και την Ιστορία;  

Κατ’ αρχάς τον τρόπο λειτουργίας, τη δομή και τη δράση του αρχαιότερου μουσικού συνόλου στο ελληνικό κράτος. Έπειτα τον πλούτο της ελληνικής μουσικής δημιουργίας.

Εργάστηκα πάνω στο έργο του Σπύρου Σαμάρα, τον οποίον ακόμη κι ένα εκπαιδευμένο αυτί μπορεί να μην τον έχει ακούσει καν ως όνομα. Και όχι αδίκως, καθώς μόνο στις Ελληνικές Μουσικές Γιορτές του 2011 κατά το «Έτος Σαμάρα», οπότε εργάστηκα κι εγώ, παρουσιάστηκε ένα μεγάλο μέρος του έργου του, το οποίο έως τότε παρέμενε άγνωστο ακόμη και στο εξειδικευμένο φιλόμουσο κοινό. Και πρόκειται για ένα έργο αρκετά σύγχρονο, δηλαδή ηλικίας λίγο μόνο περισσότερο του ενός αιώνα και εξαιρετικά εύηχο.

Ο Σαμάρας θα μπορούσε να έχει διαφορετική εξέλιξη, αν έμενε στην Ιταλία, όπου παρουσίασε τα πρώτα του έργα με εξαιρετικά θετικές κριτικές. Όπως και να έχει, και εφόσον βρέθηκε από επιλογή του στην Ελλάδα, ως συνθέτης πλούτισε τη δεξαμενή της ελληνικής μουσικής δημιουργίας με ένα έργο αέρινο, φωτεινό, με πολλές εικόνες, το οποίο, όμως, δεν αναγνωρίστηκε όπως θα του άξιζε. Σε αυτό συνέβαλε και η κόντρα του με τη λεγόμενη Ελληνική Εθνική Σχολή.

Είναι λυπηρό, αλλά πολλές ελληνικές χορωδίες κάθε μεγέθους θα μπορούσαν να αξιοποιούν το έργο του Σαμάρα για να πλουτίσουν το ρεπερτόριό τους, όμως αυτό δεν έχει κυκλοφορήσει ευρύτερα.

Κλείνοντας τη συνάντησή μας, ένας νέος στην Ελλάδα της οικονομικής, πολιτισμικής και κοινωνικής ένδειας μπορεί να ονειρευτεί;  

Είναι περίπλοκο αυτό που με ρωτάτε. Κυρίως έχει σχέση με το τί θα θελήσει να ονειρευτεί ένας νέος. Αν υποθέσουμε, βέβαια, ότι έχει ένα συγκεκριμένο όραμα για τον εαυτό του και δεν του επιβάλλεται αυτό, γιατί και τα όνειρα, σε μεγάλο βαθμό μας έχουν επιβληθεί.

Αν ονειρεύεται να αποκτήσει μια καλή δουλειά, με καλό εισόδημα και περιβάλλον εργασίας, τότε θα σας πω, πως αν δουλέψει συστηματικά και οργανωμένα στο Λύκειο και το Πανεπιστήμιο, μπορεί να πετύχει πολλά με έναν λογικό ή και μικρό κόπο. Ακόμη υπάρχουν σπουδές και αντίστοιχα επαγγέλματα, όπου με  λιγότερο από έξι χρόνια εντατικής τριβής (περιλαμβάνω τις 2 τάξεις του Λυκείου και 4 χρόνια Πανεπιστημίου) μπορεί κανείς να αποκτήσει μια καλή θέση εργασίας και να «εξασφαλιστεί» για τα επόμενα 60 χρόνια. Νομίζω πως αυτό είναι το όνειρο της πλειοψηφίας των νέων παιδιών και είναι ένα επιβεβλημένο όνειρο. Είναι επιβεβλημένο από τις προηγούμενες γενιές, τις σύγχρονες αντίξοες συνθήκες ζωής και την ανασφάλεια που επικρατεί.

Αν πέραν αυτού θελήσει να ασχοληθεί με την Έρευνα στον τομέα του, τότε πιθανότατα θα πρέπει να προσανατολιστεί στη μετανάστευση. Και η Ελλάδα προσφέρει κάποιες ευκαιρίες, αλλά όχι ικανές να απασχολήσουν μεγάλη μάζα ερευνητικού δυναμικού.

Στον τομέα των τεχνών, τα πράγματα είναι παρόμοια. Η αγορά είναι μικρή και ο ανταγωνισμός μπορώ να πω - ακόμη και - ανελέητος. Εκτός αυτού, και εφόσον περιέχει το ελληνικό στοιχείο η τέχνη του, συνήθως δεν θα καταναλωθεί από άλλους λαούς και άλλες αγορές. Οι εξαιρέσεις σε αυτό είναι ελάχιστες.

Αν θελήσει κάποιος –τώρα- να παρέχει, ως ελεύθερος επαγγελματίας ή ως επιχειρηματίας, τις υπηρεσίες του ή τα προϊόντα του, θα πρέπει να γνωρίζει, ότι το ελληνικό κράτος θα τον αντιμετωπίσει περισσότερο ως εγκληματία

Το όνειρο είναι δωρεάν, ελεύθερο, αστείρευτο. Η νεότητα είναι συνυφασμένη με την ονειροπόληση και τον οραματισμό. Η πραγματικότητα θέτει περιορισμούς. Πολλούς. Εάν είσαι συνειδητοποιημένος σχετικά με αυτά τα δύο μπορείς να έχεις κάποια μετριασμένα και ρεαλιστικά όνειρα μεγαλώνοντας, και να μη συντριβείς. Αυτά, βέβαια, μου δίδαξε η δική μου εμπειρία.

Υπήρξαν και εποχές, κοντινές μας, όπου η αισιοδοξία ήταν διάχυτη και το πνεύμα που επικρατούσε επέτρεπε και την πιο τρελή ονειροπόληση και τον πιο ακραίο οραματισμό. Αυτό, όμως, έχει τελειώσει.

 

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Culture