Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Τέμπη
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΑΠΟΨΕΙΣ

/

Ο «παραμυθάς» Andersen και η Ελληνίδα παραμάνα

Ο  «παραμυθάς» Andersen και η Ελληνίδα παραμάνα

του Κυριάκου Δ. Σκιαθᾶ, εκπαιδευτικού αναλυτή-συγγραφέα

Ο πασίγνωστος σ’ όλο τον κόσμο για τα παραμύθια του συγγραφέας, Hans Christian Andersen γεννήθηκε στις 2 Απριλίου 1805 στο Odense της Δανίας και ήταν γιος του παπουτσή Hans και της πλύστρας Ane Marie. Διακρίθηκε και στην ταξιδιωτική λογοτεχνία και αναφέρεται ότι το χρονικό διάστημα 1833-1857 πραγματοποίησε 29 ταξίδια σε Ευρώπη, Αφρική και Ασία, τα οποία κατέγραψε λεπτομερώς σε αρκετά ταξιδιωτικά βιβλία.

Στις 15 Μαρτίου 1841 έφυγε από τη Νάπολη της Ιταλίας με το γαλλικό πολεμικό πλοίο «Λεωνίδας» και έφτασε στη Σύρο. Από εκεί με το επίσης γαλλικό πολεμικό πλοίο «Λυκούργος» έφτασε στο λιμάνι του Πειραιά, όπου τον υποδέχτηκαν ο αυλικός παπάς της Αμαλίας, Lüth, ο Ολλανδός πρόξενος της Δανίας στην Αθήνα, Travers, οι Δανοί αρχιτέκτονες αδελφοί Hansen κ.α. Το ίδιο βράδυ του παράθεσε γεύμα στο σπίτι της η οικογένεια Lüth. Στην ελληνική πρωτεύουσα έμεινε στο ξενοδοχείο «Μόναχο». Όσο καιρό έμεινε στην Αθήνα, επισκεπτόταν συχνά το σπίτι των Lüth και του Αυστριακού πρέσβη στην Αθήνα Prokesch von Osten.  Πραγματοποιούσε ακόμη αρκετές εκδρομές στα χωριά των Μεσογείων, στο Μαρούσι, στην Κηφισιά και στις πλαγιές της Πεντέλης.

Ο ανορθόγραφος, όπως μαρτυρείται, Andersen, ενώ αφιέρωσε τη ζωή του στη συγγραφή παραμυθιών για τα παιδιά (έγραψε 168 ως το 1872), δεν έκανε οικογένεια. Σύμφωνα με τους βιογράφους του δεν είχε καμία ερωτική εμπειρία στη ζωή του, αφού τον απέρριψαν όλες οι γυναίκες που ερωτεύτηκε: η Riborg Voigt,  η Louise Collin, η Sophie Ørsted και η τελευταία, Σουηδή σοπράνο Jenny Lind.  

«Λίγο πριν φύγει από τη χώρα, ο Άντερσεν έγινε δεκτός από τους βασιλιάδες… Η βασίλισσα τον βρήκε μάλλον άσχημο, είπε όμως ότι υπήρχε κάτι το πολύ έξυπνο στο πρόσωπο του», γράφει η Christiane Lüth στο ημερολόγιο της (Μια Δανέζα στην Αθήνα του Όθωνα, Εκδόσεις Ερμής, 1988) . Η αλήθεια είναι ότι ήταν αδύνατος και όχι όμορφος, αιτία για την οποία απέτυχε όταν έδωσε εξετάσεις στη Σχολή Θεάτρου της Κοπεγχάγης, για να γίνει ηθοποιός, που ήταν το μεγάλο του πάθος.

Ο διάσημος «παραμυθάς» και  εξ ανάγκης εργένης, φαίνεται δεν είχε καλή γνώμη για την ομορφιά των Ελληνίδων. Θυμάται η Lüth: «Μας διαβεβαίωνε ότι δεν είχε δει ούτε μια όμορφη Ελληνίδα. Είναι αλήθεια ότι δεν ήξερα καθόλου τα γούστα του. Μπορώ όμως να πω ότι από την ώρα που είδε την καινούργια μας παραμάνα, με το ωραιότερο πρόσωπο που έχω ποτέ συναντήσει, άρχισε να ενδιαφέρεται πάρα πολύ για τον Νικολάκη, ιδιαίτερα όταν τον έβλεπε να κάθεται στην αγκαλιά της όμορφης αυτής κοπέλας. Μια μέρα πήγε με τους δύο Χάνσεν σ’ ένα λαϊκό πανηγύρι. Εκεί είχε μαζευτεί η μισή Αθήνα κι έτσι ο Άντερσεν θα μπορούσε να δει ένα σωρό Ελληνίδες. Σε μια στιγμή όμως κατέφτασε κάποιος με μια καμήλα κι αμέσως ο ποιητής έτρεξε πίσω της, για να μελετήσει τις γραμμές της, που ήταν κάθε άλλο παρά όμορφες, κι έτσι ξέχασε τις Ελληνίδες!» 

Οι Lüth περιποιήθηκαν τον Andersen με τον καλύτερο τρόπο και γιόρτασαν τα γενέθλια του στις 2 Απριλίου 1841. «Το βράδυ ο Άντερσεν ήταν καλεσμένος σπίτι μας. Δύο μουσικοί έπαιζαν και η όμορφη και φιλάρεσκη  παραμάνα μας χόρεψε εθνικούς χορούς, μαζί με άλλους νεαρούς. Ο Άντερσεν βρήκε σ’ αυτό πολύ περισσότερη ποίηση απ’ όση πράγματι υπάρχει. Προς το τέλος της βραδιάς τραγούδησε ο ίδιος το ποίημά του για την κηδεία του βασιλιά Φρειδερίκου του ΣΤ’…Ο Άντερσεν μας είπε ότι αυτή η μέρα ήταν ‟πολύ πλούσια”» σημειώνει η Lüth.

Ο συγγραφέας γράφει για την ίδια ημέρα: «Το πρωί ελληνικά τραγούδια και το βράδυ εθνικοί χοροί. Ήταν ένα αληθινό πανηγύρι. Ο Lüth απ’ το Holstein, ο αυλικός παπάς της βασίλισσας, οργάνωσε για μένα αυτό το θέαμα. Οι χορευτές ήταν από τον ίδιο λαό… Ολόκληρος ο κύκλος [του χορού] γύριζε με χάρη στο πάτωμα. Η παραμάνα του σπιτιού, μια πεντάμορφη Ελληνίδα απ’ την Τζια, είχε φορέσει τα καλύτερα κοσμήματα της. Προπάντων το σαρίκι ταίριαζε τόσο με τα μαύρα μαλλιά και τ’ όμορφο πρόσωπό της. Σε λίγο άρχισε μαζί με δύο απ’ τους άντρες ένα χορό απ’ την πατρίδα της. Δεν μπορούσες να επιθυμήσεις τίποτε πιο χαριτωμένο, κι όμως αυτοί που χόρευαν ήταν απλοί άνθρωποι του λαού. Κρατούσε τους άντρες όχι απ’ το χέρι, μα απ’ τη ζώνη τους, κι εκείνοι άγγιζαν το μπράτσο της. Έτσι πιασμένοι, πήγαιναν μια μπρος και μια πίσω, κάτι που έμοιαζε με βάδισμα. Όλες της οι κινήσεις έδειχναν ηρεμία, αλλά στους άντρες ενέπνεαν ζωηράδα και πάθος. Έκανε να ξεμακρύνει, μα την κρατούσαν· το βλέμμα κι η όψη της εκφράζαν έντονα συναισθήματα, που ευνοούσαν τον ένα μόνο απ’ τους δύο!»

Επιβεβαιώνοντας ο Andersen ότι τραγούδησε εκείνο το βράδυ συμπληρώνει: «Τραγουδώντας ακόμα το σκοπό πρόσεξα τα μάτια της νέας κοπέλας να βουρκώνουν».  Είναι φανερό ότι η παραμάνα του σπιτιού, η πεντάμορφη Ελληνίδα από την Τζια (Κέα), τον είχε γοητέψει. Όλο το βράδυ δεν πήρε τα μάτια του από πάνω της, παραμένοντας πιστός οπαδός του ανεκπλήρωτου έρωτα μέχρι το τέλος της ζωής του.

Την άνοιξη του 1872, πέφτοντας από το κρεβάτι του, τραυματίστηκε σοβαρά και ποτέ δεν ξανάγινε καλά. Πέθανε στην Κοπεγχάγη, στις 4 Αυγούστου 1875. 

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

* Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Απόψεις» του thebest.gr απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του portal.

Απόψεις