Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Γυναικοκτονία Ρούλα Πισπιρίγκου Travel West Forum
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΑΠΟΨΕΙΣ

/

Τα αρχεία της Ελληνικής Επανάστασης και ο Γιάννης Βλαχογιάννης

Τα αρχεία της Ελληνικής Επανάστασης και ...

Του Θανάση Χαλαζιά

«Αφού λοιπόν καταγίνηκα ένα δυὸ μήνες να μάθω ετούτα τα γράμματα όπου βλέπετε, εφαντάστηκα να γράψω τον βίον μου, όσα έπραξα εις την μικρή μου ηλικία και όσα εις την κοινωνία, όταν ήρθα σε ηλικία, και όσα δια την πατρίδα μου, οπού μπήκα εις της Εταιρίας το μυστήριον δια τον αγώνα της λευτεριάς μας και όσα είδα και ξέρω οπούγιναν εις τον Αγώνα, και σε όσα κατά δύναμη συμμέθεξα και εγώ και έκαμα το χρέος μου, εκείνο οπού μπορούσα».

Τα πιο πάνω μας γράφει στην αρχή των απομνημονευμάτων του ο αγωνιστής της Επανάστασης Ιωάννης Μακρυγιάννης. Και είναι αλήθεια πως η συμβολή η δική του, αλλά και των αγωνιστών που κατέγραψαν στο χαρτί όσα έζησαν, υπήρξε πολύ σπουδαία. Μα άδικος θα ήταν ο κόπος τους, αν δεν επακολουθούσε η προσπάθεια των μεταγενέστερων που φρόντισαν να διασώσουν όχι μόνο αυτά τα πολύτιμα γραπτά, αλλά και κάθε έγγραφο σχετικό με την περίοδο του Μεγάλου Αγώνα. 

Χρωστά, λοιπόν, μεγάλη χάρη η Πατρίδα και οι σημερινές γενιές σ’ όσους με άοκνες προσπάθειες και άφταστο ζήλο αφιέρωσαν τη ζωή τους στη διαφύλαξη αυτών των ιστορικών κειμηλίων. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο Ναυπάκτιος ιστοριοδίφης και συγγραφέας Γιάννης Βλαχογιάννης, ο «ένδοξος ρακοσυλλέκτης» και «μύστης της εθνικής ιστορίας», όπως έχει χαρακτηριστεί. 

Με ρίζες ρουμελιώτικες και σουλιώτικες, ο γεννημένος στη Ναύπακτο το 1867 Βλαχογιάννης δεν θα μπορούσε να μην καταπιαστεί με τη μελέτη της Επανάστασης. Μεγαλωμένος ανάμεσα στους παλιούς αγωνιστές που πλέον είχαν καταφύγει εκεί, ζυμωμένος με τις διηγήσεις της Σουλιώτισσας γιαγιάς του και της θειά-Σιάνας (γυναίκας του Σουλιώτη αγωνιστή Γιαννούση Πανομάρα) στάλαξε βαθιά στην ψυχή του το Εικοσιένα. Τον σημάδεψαν οι ιστορίες του Σουλίου και τα πάθη του Μεσολογγίου, όπως τα άκουσε από την εκατοχρονίτισσα γιαγιά του. Κι από τη θεια-Σιάνα θα πάρει και τα πρώτα έγγραφα του Αγώνα ή, καλύτερα, θα τα διασώσει αφού εκείνη δεν είχε καταλάβει την αξία τους και τα χρησιμοποιούσε για προσάναμμα στο τζάκι. Έκτοτε, σκοπό της ζωής του έβαλε να περισώσει κάθε τι που σχετιζόταν με τον Μεγάλο Αγώνα. 

Aλήθεια, πόσο πιο πλούσια θα ήταν η γνώση μας για το Εικοσιένα αν κάθε γραμμένη θύμηση, επιστολή, πρακτικό, ή επίσημο έγγραφο είχε σωθεί. Όμως, από τη μια μεριά η άγνοια και η αδιαφορία, από την άλλη οι συνθήκες οδήγησαν στην απώλεια σημαντικών αρχείων του Αγώνα. Μπορεί οι καπεταναίοι να κράτησαν χαρτιά και ημερολόγια, σημειώματα και καταλόγους, μα δεν κατάφεραν όλοι να αποκατασταθούν όταν έγινε κράτος η Ελλάδα. Άλλοι διώχθηκαν κι άλλοι ζητιάνευαν για να ζήσουν πουλώντας τα χαρτιά τους κυριολεκτικά έναντι πινακίου φακής. Έτσι, τα πολύτιμα αυτά αρχεία κατέληξαν σε μπακάλικα, κρεοπωλεία, αποθήκες, μάντρες, δημόσιες τουαλέτες, χαρτεμπορικά καταστήματα άχρηστου χαρτιού κλπ. Σωστά επισημαίνει, λοιπόν, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου πως: «Η Ιστορία είναι τύχη. Μια γενιά κάμνει ένδοξα κατορθώματα. Αλλά η τύχη της εξαρτάται από παραμικρά πράγματα μετά πενήντα ή εκατό έτη. Μια κίνησις του μπακάλη εις τον οποίον επωλήθησαν χίλιες οκάδες άχρηστου χάρτου, μια μικρά κίνησις και οι πολεμισταί εκείνοι σβύνονται από την Ιστορία, γίνονται μηδέν. Τύλιγμα δυο σαρδελών επιπλέον, πάει ένα έγγραφον, αντίο μια σελίς της Επαναστάσεως». 

Ευτυχώς όμως βρίσκεται ο Βλαχογιάννης που αποδύεται σε μια επίμονη και επίπονη προσπάθεια περισυλλογής τους. Να τι γράφει η εφημερίδα «Εφημερίς» στις 5/9/1890:

«Προχθές ο εκ Ναυπάκτου τελειόφοιτος της Φιλολογίας κ. Ιω. Οδ. Βλαχογιάννης, ευρισκόμενος εν τινί παντοπωλείω κατα την συνοικίαν Λέκκα παρετήρησε τυχαίως πολίτην τινά αναγινώσκοντα μετά προσοχής επιστολήν τινά γεγραμμένην επί παλαιού χάρτου ην κατόπιν απέρριψε. Ταύτην αναλαβών ο κ. Βλαχογιάννης είδεν  ότι είνε ιδιόχειρος επιστολή του Κιουταχή ελληνιστὶ γεγραμμένη, εικάσας δε ότι και άλλα τοιαύτα ιστορικά γράμματα υπήρχον εν τω μικρώ παντοπωλείω δεν εβράδυνε να ιδή ότι άνωθι του βαρελίου των σαρδελλών εκρέματο ορμαθός επιστολών, ως φύλλα κλήματος, απαράλλακτα όπως δι’ όλα τα σαρδελλοβάρελα ή τὸ τουλουμοτύρι φροντίζουν οι παντοπώλαι να προμηθεύωνται παλαιόχαρτα διάφορα. 

Ο φοιτητής ιδών ότι τα χαρτία ταύτα έχουν αξίαν τινά τα ηγόρασεν αντί δύο δραχμών, του παντοπώλου βεβαιούντος αυτόν ότι από μηνός περίπου πληθύν τοιούτων επιστολών ετίμησε τυλίσσων σαρδέλλας και ευχαρίστως ανταλλάξαντος αυτά διά του διδράχμου». 

Δυστυχώς, λίγοι ήταν οι άνθρωποι που καταλάβαιναν την αξία τους. Αλλά ακόμα και το ίδιο το κράτος δεν είχε καταβάλει συστηματική προσπάθεια για την συλλογή και ταξινόμησή τους. Γύρω στο 1855 έγινε μια απόπειρα από τη Βουλή να συγκεντρωθούν έγγραφα σχετικά με τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες της επαναστατικής περιόδου, μα ούτε αυτή ευοδώθηκε λόγω της αδυναμίας φύλαξής τους. Πάντως, το κράτος είχε στην κατοχή του υλικό σχετικά με τη δράση των αγωνιστών που οι ίδιοι το είχαν υποβάλει στις κρατικές υπηρεσίες, προκειμένου να τους απονεμηθεί μια σύνταξη. Όλα αυτά αποτελούσαν το Αρχείο της Επανάστασης και της Καποδιστριακής περιόδου που βρισκόταν από τα πρώτα μετεπεναστατικά χρόνια στο κτίριο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ας μη φανταστεί, βέβαια, κανείς ότι τα δημόσια κτίρια της εποχής έμοιαζαν με τα σημερινά. Κατά βάση ήταν σπίτια που νοικιάζονταν από το Κράτος για να στεγαστούν οι δημόσιες υπηρεσίες και που στα υπόγειά τους – αν υπήρχαν – φυλάσσονταν τα έγγραφα. 

Το 1893 το κτίριο του Ελεγκτικού Συνεδρίου έχει γεμίσει από άχρηστα χαρτιά, πρωτόκολλα, αιτήσεις πολιτών που δεν χρειάζονταν πλέον. Ο διευθυντής της υπηρεσίας δίνει τότε εντολή  να πεταχτούν όλα τα χαρτιά που υπήρχαν στα υπόγεια, αντί να ζητήσει να ξεχωρίσουν και να φυλάξουν τα έγγραφα του Αγώνα. Το βάρος τους υπολογίστηκε σε 20-30.000 οκάδες, και αμέσως τέθηκαν σε δημοπρασία. Μα πριν γίνει η δημοπρασία, τα παίρνουν και τα πετάνε σε μια μάντρα στην οδό Αθηνάς. Ο δε εργολάβος που εν τέλει τα αγόρασε, άρχισε να τα πουλάει με την οκά. Το μαθαίνει ο Βλαχογιάννης και προσπαθεί να σώσει τα έγγραφα. Από το υστέρημά του δίνει χρήματα μένοντας πολλές φορές νηστικός, πληρώνει ακόμα και διπλάσια τιμή για να τ’ αγοράσει και προσπαθεί ν’ αναδείξει το θέμα στην κυβέρνηση, στα υπουργεία, στους συγγενείς των αγωνιστών. Κάποια στιγμή, ο εργολάβος, από φόβο μήπως ακυρωθεί η δημοπρασία, παίρνει τα έγγραφα, τα μεταφέρει στο Φάληρο και τα πουλάει σ’ ένα χαρτοποιείο. Τρέχει ο Βλαχογιάννης προς τα εκεί. Βρίσκει τον ιδιοκτήτη του χαρτοποιείου που τα είχε αγοράσει, του εξηγεί περί τίνος πρόκειται και σχεδόν δακρυσμένος τον παρακαλεί να του τα δώσει. Ευτυχώς, εκείνος τον αφήνει να ξεδιαλέξει ό,τι θέλει από τα παλιόχαρτα που ετοίμαζε για πολτοποίηση.

Άθλος σωστός, λοιπόν, η προσπάθεια του Βλαχογιάννη! Μα που να χωρέσει όλος αυτός ο θησαυρός; Το μικρό σπίτι του έχει ήδη γεμίσει. Σκέφτηκε τότε τη δημιουργία μιας κρατικής υπηρεσίας για αυτό το σκοπό. Με τη μεσολάβηση του φίλου του, Λουκά Νάκου, συναντά τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο και του το προτείνει. Διαβασμένος κι ευφυής άνθρωπος αυτός, δουλεμένος στο καμίνι των κρητικών αγώνων και πρωτοστάτης στην ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, αμέσως καταλαβαίνει τη αξία της πρότασης του Βλαχογιάννη και ιδρύει το 1914 τα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Έκτοτε ο Βλαχογιάννης διατελεί διευθυντής των ΓΑΚ ως το 1936. Κι όλα αυτά τα χρόνια, ως τον θάνατό του, συνεχίζει να δουλεύει ακατάπαυστα. Αφοσιωμένος στο έργο του, συλλέγει και ταξινομεί αρχεία, καταπιάνεται με τις ηρωικές μορφές της Επανάστασης και γράφει, ξεσκεπάζοντας από την αχλή του χρόνου το Εικοσιένα. Σμίγει με τις σκιές του Μακρυγιάννη, του Κασομούλη, του Καραϊσκάκη, των ηρώων του Μεσολογγίου και τις ανασταίνει, αφήνοντάς μας ένα έργο πολύτιμο, κτήμα ες αιεί των επόμενων γενεών.

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

* Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Απόψεις» του thebest.gr απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του portal.

Απόψεις