Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Ρούλα Πισπιρίγκου Βασιλιάς Κάρολος της Αγγλίας Κέιτ Μίντλετον
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΑΠΟΨΕΙΣ

/

Έξαρση της εγκληματικότητας ή έξαρση των υπερβολών;

Έξαρση της εγκληματικότητας ή έξαρση των...
Βασίλης Μάρκου

του Βασίλη Μάρκου*

Ένεκα της ψήφισης του νέου Ποινικού Κώδικα και της νέας Ποινικής Δικονομίας ανακυκλώνεται μια άποψη τις τελευταίες μέρες από μέσα που αντιπολιτεύονται τον ΣΥΡΙΖΑ, ότι οι νέοι Κώδικες μπορεί να οδηγήσουν σε έξαρση της μικροεγκληματικότητας το επόμενο χρονικό διάστημα. Τα σχόλια επικεντρώνονται στην αναθεώρηση του άρθρου 374 Π.Κ.

Συγκεκριμένα, πριν από την αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα, η κλοπή διωκόταν σε βαθμό κακουργήματος, μεταξύ άλλων στις εξής δύο περιπτώσεις: α) «εάν είχε τελεστεί από δύο ή περισσότερους δράστες που είχαν ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές ή ληστείες» και β) «εάν η πράξη τελέστηκε από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές ή ληστείες κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή αν η συνολική αξία των αντικειμένων της κλοπής υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ».

Ο νέος, αναθεωρημένος κώδικας θέτει ως μόνη προϋπόθεση για την άσκηση κακουργηματικής δίωξης η αξία των κλοπιμαίων να υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ. Όπερ συνεπάγεται ότι θα αποφυλακιστούν όσοι ήδη βρίσκονται σε προσωρινή κράτηση, ενώ θα πάψουν να κρατούνται προσωρινά οι νέοι δράστες, αφού η προσωρινή κράτηση προβλέπεται μόνο σε περίπτωση κακουργήματος. Χάριν άρσης νομικών επιχειρημάτων που επιφέρουν σύγχυση ως προς το ειδικότερο και το γενικότερο σχέδιο των πρόσφατων αλλαγών χρήζουν επισήμανσης τα εξής:

Η ανωτέρω θέση ενέχει μια κοντόθωρη αντίληψη για το πώς ασκείται αποτελεσματικά η αντεγκληματική πολιτική, ενώ δεν έχει συλλάβει καθόλου το συνολικό πνεύμα που διέπει τους νέους κώδικες, το οποίο επιδιώκει την ισορροπία μεταξύ ασφάλειας και κράτους δικαίου και ιδίως τον σεβασμό των δικαιωμάτων του πολίτη που ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπος με τον ποινικό έλεγχο. Προκρίνει δε την απαρχαιωμένη «αρχή του αστυνομικού κράτους» έναντι αυτής της δικαιοκρατικής.

Το βασικότερο πρόβλημα που έρχονται να επιλύσουν οι νέοι κώδικες είναι ότι μέχρι σήμερα είχαμε πολύ υψηλές απειλούμενες ποινές και ένα ιδιαίτερα εύκαμπτο και ελαστικό σύστημα απολύσεων, σε αντιδιαστολή με ό,τι συμβαίνει στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά ποινικά συστήματα. Με άλλα λόγια, οι ποινές που επιβάλλονταν ήταν πολύ μεγάλες ακριβώς επειδή η εφαρμογή τους διά του ποινικού σωφρονισμού ήταν ιδιαίτερα δυσχερής.

Ισορροπία

H (εξασφαλίζουσα τον χαρακτήρα της ποινικής δίκης ως δίκαιης) ισορροπία ανάμεσα στις δύο αντίρροπες τάσεις της ασφάλειας δικαίου και του κράτους δικαίου είχε στο παρελθόν ανατραπεί, με επικράτηση της τιμωρητικής εις βάρος της φιλελεύθερης λειτουργίας - με κυριαρχία του κράτους καταστολής σε βάρος του κράτους δικαίου. Πλέον, δημιουργείται ένα πάγιο και μόνιμο σύστημα απολύσεων σε συνδυασμό με εξορθολογισμό των επαπειλούμενων ποινών υπό το φως της αρχής της αναλογικότητας, με βάση την αξιολόγηση των προστατευόμενων έννομων αγαθών.

Όποιος αμφισβητεί την τελευταία διαπίστωση δεν έχει παρά να δει τις συστηματικά διογκούμενες ποινικές διώξεις (κι αυτό για να νομιμοποιηθεί η προηγηθείσα αστυνομική δράση και να προδιαγραφεί δυσμενώς η μετέπειτα πορεία) και την, ενίοτε άμετρη και μη έλλογη, λήψη μέτρων δικονομικού καταναγκασμού, συνήθως της προσωρινής κρατήσεως, η οποία εξηγείται πλην άλλων από την επιρροή πρώιμα εκδηλούμενων ανταποδοτικών αντιλήψεων δημόσιας αγανάκτησης. Όμως, η ευτελίζουσα την ποινική διαδικασία και προσλαμβάνουσα απάνθρωπα χαρακτηριστικά επιβολή αυστηρών ποινών έρχεται σε θεμελιακή αντίφαση με το τεκμήριο αθωότητας, αντίφαση που λαμβάνει δραματικό χαρακτήρα σε όσες περιπτώσεις ο στερούμενος την προσωπική του ελευθερία μετέπειτα αθωώνεται από την κατηγορία εναντίον του.

"Σταθερή ροπή"

Ήδη, με τις νέες διατάξεις καταργείται τελείως το κατά συνήθεια τελούμενο έγκλημα ως διακεκριμένη μορφή αξιόποινης πράξης, καθώς έγινε δεκτό ότι η ύπαρξη «σταθερής ροπής» στην τέλεση ενός εγκλήματος υποδεικνύει μείωση των δυνατοτήτων του δράστη να αντισταθεί στην τέλεση της αξιόποινης πράξης, που θα έπρεπε να οδηγεί σε μείωση και όχι σε επαύξηση της ποινικής κύρωσης (άρθρο 13 στ. ε'). Η εξέλιξη αυτή αφουγκράζεται τους προβληματισμούς που είχαν αναπτυχθεί στο παρελθόν από το μεγαλύτερο μέρος της θεωρίας του ποινικού δικαίου.

Η κατ’ επάγγελμα τέλεση προσλαμβάνει πλημμεληματικό χαρακτήρα και είναι αυτή που αποτέλεσε το έναυσμα της θέσης ότι θα οδηγηθούμε σε κάποια έξαρση της εγκληματικότητας λόγω των αποφυλακίσεων προσωρινά κρατούμενων. Όμως, εκτός από τους δεκαεννέα συνολικά αποφυλακισθέντες στην Αθήνα (sic), που αποτέλεσαν και την αφορμή για τη θέση αυτή και την αντίστοιχη αρθρογραφία, η κατ’ επάγγελμα τέλεση δεν θα πάψει να αντιμετωπίζεται με υπευθυνότητα στο μέλλον ως προς την εκτέλεση της ποινής παρά την πλημμεληματοποίησή της και αυτό διότι: ακριβώς το χαρακτηριστικό της συχνής τέλεσης αδικημάτων είναι αυτό που ενεργοποιεί την εφαρμογή των κανόνων περί άρσης της αναστολής εκτέλεσης. Επομένως, κατ’ αποτέλεσμα δεν θα υπάρχει διαφοροποίηση ως προς την εκτέλεση των ποινών όσων κρίθηκαν τελικά ένοχοι σε περισσότερες από μία φορές για όχι ήσσονος απαξίας αδικήματα.

Τούτα δε έρχονται να εδραιωθούν περαιτέρω με τον εκσυχρονισμό του θεσμού της αναστολής εκτέλεσης της ποινής, καθώς έχει αποδειχθεί, όπως αναφέρει και η αιτιολογική έκθεση του νέου Ποινικού Κώδικα, ότι όχι μόνο για τους πρωτόπειρους εγκληματίες, αλλά ακόμη και για ανθρώπους που έχουν καταδικασθεί στο παρελθόν, η απειλή εκτέλεσης μιας σχετικά μικρής ποινής φυλάκισης, συνοδευόμενη από εναλλακτικά της ποινής μέτρα -στα οποία συμπεριλαμβάνεται και η κοινωφελής εργασία- είναι πολύ πιο αποτελεσματική από την ίδια την έκτισή της στη φυλακή.

Είναι βέβαιο ότι η ραγδαία αλλαγή νομικών συστημάτων που εισάγουν μια νέα κουλτούρα επικαιροποιώντας τα σύγχρονα πορίσματα της επιστήμης εμφανίζει πάντα δυσχερή ζητήματα προς επίλυση κατά το μεταβατικό στάδιο που ακολουθεί. Στην προκειμένη περίπτωση, οι δυσχέρειες λαμβάνουν τη μορφή που αντιστοιχεί στο πεδίο του Ποινικού Δικαίου, που είναι αυτό της παραβατικότητας των υποκειμένων. Όταν όμως οι δυσχέρειες αυτές κρίνονται καθοριστικές για την ίδια την αναγκαιότητα να επέρχονται αλλαγές εν γένει, ειδικά στην επιστήμη, τότε είναι ακριβώς που τονίζεται με θεμελιακό τρόπο η απόσταση που χωρίζει την πρόοδο από τη συντήρηση.


* Ο Βασίλης Μάρκου είναι δικηγόρος

ΠΗΓΗ

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

* Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Απόψεις» του thebest.gr απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του portal.

Απόψεις