Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Γυναικοκτονία Ρούλα Πισπιρίγκου Travel West Forum
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

CULTURE

/

Πάτρα: Προβολή της "Φθινοπωρινής σονάτας" του Μπέργκμαν από την Κοινο_τοπία

Πάτρα: Προβολή της "Φθινοπωρινής σο...

Στις 8 Μαρτίου

Η Εταιρεία Κοινωνικής Δράσης και Πολιτισμού Κοινο_Τοπία www.koinotopia.gr, συνεχίζει τις προβολές της με την ταινία‘‘Φθινοπωρινή σονάτα’’ (Autumn sonata), του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν την Τετάρτη 8 Μαρτίου 8μμ. Προσέλευση 7.45μμ
H προβολή θα γίνει στον πολυχώρο της Κοινο_Τοπίας, Μαιζώνος 139 και Παντανάσσης, 4ος όροφος (έναντι Δημαρχιακού Μεγάρου) στην Πάτρα με δωρεάν είσοδο αλλά με κάρτα κράτησης θέσης η οποία δίνεται από τη γραμματεία της Κοινο_Τοπίας. Θα ακολουθηθεί σειρά προτεραιότητας, πληροφορίες στο 2615.002009. Μετά την προβολή θα ακολουθήσει συζήτηση με αφορμή την ταινία. Συντονίζουν Κώστας Νταλιάνης και Χρήστος Σκλίβας.
ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΗ ΣΟΝΑΤΑ (AUTUMN SONATA)
Σκηνοθεσία–Σενάριο: Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, Φωτογραφία: Σβεν Νίκβιστ, Μοντάζ: Σύλβια Ινγκέρμασον, Πρωταγωνιστούν:Λιβ Ούλμαν, Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Σουηδία 1978, Έγχρωμο, Διάρκεια: 99 λεπτά
Ο Κώστας Νταλιάνης, στο site της Κοινο_Τοπίας γράφει σχετικά: Είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει κανείς για μία ταινία που στον πυρήνα της κάνει φιλοσοφία. Και αυτό γιατί ο κινηματογράφος είναι πολύ ευνοϊκότερο μέσο για τη φιλοσοφική αναζήτηση απ’ ό,τι η ανθρώπινη γλώσσα. Η γλώσσα περιγράφει, έμμεσα, τη στιγμή που ο κινηματογράφος αποτυπώνει, άμεσα. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι όταν ο καλός κινηματογράφος (με ό,τι μπορεί αυτό να συνεπάγεται) αγγίζει ανεπαίσθητα το χώρο της φιλοσοφίας το αποτέλεσμα είναι τουλάχιστον εντυπωσιακό.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο «καλός κινηματογράφος» χτίζεται από τον Μπέργκμαν για τον οποίο κάθε σύσταση είναι απλώς περιττή. Στη Φθινοπωρινή Σονάτα του επιχειρεί να αναδείξει μία σκληρή αναμέτρηση μεταξύ μάνας και κόρης. Η Εύα (Λιβ Ούλμαν) ζει με τον πάστορα σύζυγό της στο πρεσβυτέριο τους. Μετά από 7 χρόνια συνεχούς απουσίας την επισκέπτεται η μητέρα της, Σαρλότ (Ίνγκριντ Μπέργκμαν), διάσημη πιανίστρια μεγάλου βεληνεκούς. Η τελευταία πάσχει από μία ελαφρά κατάθλιψη, εξαιτίας του θανάτου του φίλου της.
Παρακολουθώντας την εξέλιξη της συνάντησης των δύο αυτών γυναικών γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρη η ένταση και η συναισθηματική αστάθεια που καλλιεργήθηκε και στις δύο γυναίκες όλα αυτά τα χρόνια, καθώς και το γεγονός ότι ουδέποτε μίλησε η μία στην άλλη γι’ αυτό. Σταδιακά έρχονται στο φως καινούργια γεγονότα, που ανασύρουν νέα, κρυμμένα συναισθήματα, νέα παράπονα και νέο πόνο. Μία διαδοχική σειρά αντιδράσεων, από την προσποιητή χαρούμενη επανασύνδεση στις πρώτες δονήσεις και, από εκεί, στη μεγάλη έκρηξη που θα δώσει τη θέση της στην τελική ισορροπία.
Από τους διαλόγους (που, βεβαίως, είναι το μεγάλο χαρτί που παίζει η ταινία) γίνεται σαφής μία περίπτωση τρομακτικής, σχεδόν τερατώδους και σίγουρα καταστροφικής παραμέλησης της Εύα και της ανάπηρης αδερφής της, Έλενα, από τη διάσημη μαμά, η οποία ευθαρσώς παραδέχεται κάποια στιγμή ότι «πάντα νιώθω ότι μου λείπουν τα παιδιά μου, το σπίτι μου. Όταν όμως είμαι σπίτι πάντοτε συνειδητοποιώ ότι δεν είναι αυτό που ποθώ.» Από την άλλη, εξοικειωνόμαστε και με την οπτική της Σαρλότ, η οποία αν και φαινόταν πως δεν είχε ποτέ την παραμικρή ιδέα για ό,τι συνέβαινε στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς της, πόσο μάλλον για το γεγονός ότι αιτία ήταν και είναι αποκλειστικά η ίδια, σε μία στιγμή τεράστιας ευαισθησίας ομολογεί: «Πάντα σε φοβόμουν… Φοβόμουν τις απαιτήσεις σου».
Η σύγκρουση των δύο είναι μάλλον συγκλονιστική, αφού η μία παρουσιάζεται ως καθρέφτης της άλλης και τα τραύματα της μίας φαίνεται να πληγώνουν βαθιά την άλλη. Και οι δύο ηρωίδες παρουσιάζονται να βιώνουν μία διαρκή εσωτερική πάλη με μόνη ανάγκη να αγαπήσουν και να αγαπηθούν.
Η σφραγίδα του Μπέργκμαν αποτυπώνεται στο γεγονός ότι αυτή η αναμέτρηση μάνας και κόρης προχωρά λίγο βαθύτερα προκειμένου να ξύσει δικές μας πληγές, να μας βάλει να αναμετρηθούμε με τους δικούς μας δαίμονες, στο έλεος της δικής μας ανάγκης για αγάπη και στοργή. Οι διάλογοι κυλούν πάνω σε μία φιλοσοφική βάση, η οποία βρίθει από ερωτήματα και προβληματισμούς για τον έρωτα, το θάνατο, την οικογένεια, τη μητρική στοργή, την αλήθεια και το ψέμα.
Όλο αυτό το παιχνίδι εξουσίας (συναισθηματικής, που είναι η πιο ισχυρή) συνοδεύεται από τις σονάτες του Σοπέν, του Χέντελ και του Μπαχ. Πραγματικά δε θα μπορούσε να συνοδεύεται καλύτερα η ταινία από άλλη μουσική. Υπάρχει σχεδόν μία συνομιλία μεταξύ των δύο ειδών.
Ούλμαν και Μπέργκμαν δίνουν καταπληκτικές ερμηνείες, επιβεβαιώνοντας τις βλέψεις του σκηνοθέτη για το συγκεκριμένο δίδυμο. Η ταινία, που έμελλε να είναι το κύκνειο άσμα της Ίνγκριντ Μπέργκμαν, τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, με τα βραβεία Χρυσής σφαίρας ξενόγλωσσης ταινίας 1978 κι ερμηνείας για την ίδια από πολλές ενώσεις Αμερικανών κριτικών, ενώ διεκδίκησε επίσης Όσκαρ ερμηνείας και σεναρίου.

Η Εταιρεία Κοινωνικής Δράσης και Πολιτισμού Κοινο_Τοπία www.koinotopia.gr, συνεχίζει τις προβολές της με την ταινία‘‘Φθινοπωρινή σονάτα’’ (Autumn sonata), του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν την Τετάρτη 8 Μαρτίου 8μμ. Προσέλευση 7.45μμ

H προβολή θα γίνει στον πολυχώρο της Κοινο_Τοπίας, Μαιζώνος 139 και Παντανάσσης, 4ος όροφος (έναντι Δημαρχιακού Μεγάρου) στην Πάτρα με δωρεάν είσοδο αλλά με κάρτα κράτησης θέσης η οποία δίνεται από τη γραμματεία της Κοινο_Τοπίας. Θα ακολουθηθεί σειρά προτεραιότητας, πληροφορίες στο 2615.002009. Μετά την προβολή θα ακολουθήσει συζήτηση με αφορμή την ταινία. Συντονίζουν Κώστας Νταλιάνης και Χρήστος Σκλίβας.

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΗ ΣΟΝΑΤΑ (AUTUMN SONATA)

Σκηνοθεσία–Σενάριο: Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, Φωτογραφία: Σβεν Νίκβιστ, Μοντάζ: Σύλβια Ινγκέρμασον, Πρωταγωνιστούν:Λιβ Ούλμαν, Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Σουηδία 1978, Έγχρωμο, Διάρκεια: 99 λεπτά

Ο Κώστας Νταλιάνης, στο site της Κοινο_Τοπίας γράφει σχετικά: Είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει κανείς για μία ταινία που στον πυρήνα της κάνει φιλοσοφία. Και αυτό γιατί ο κινηματογράφος είναι πολύ ευνοϊκότερο μέσο για τη φιλοσοφική αναζήτηση απ’ ό,τι η ανθρώπινη γλώσσα. Η γλώσσα περιγράφει, έμμεσα, τη στιγμή που ο κινηματογράφος αποτυπώνει, άμεσα. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι όταν ο καλός κινηματογράφος (με ό,τι μπορεί αυτό να συνεπάγεται) αγγίζει ανεπαίσθητα το χώρο της φιλοσοφίας το αποτέλεσμα είναι τουλάχιστον εντυπωσιακό.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο «καλός κινηματογράφος» χτίζεται από τον Μπέργκμαν για τον οποίο κάθε σύσταση είναι απλώς περιττή. Στη Φθινοπωρινή Σονάτα του επιχειρεί να αναδείξει μία σκληρή αναμέτρηση μεταξύ μάνας και κόρης. Η Εύα (Λιβ Ούλμαν) ζει με τον πάστορα σύζυγό της στο πρεσβυτέριο τους. Μετά από 7 χρόνια συνεχούς απουσίας την επισκέπτεται η μητέρα της, Σαρλότ (Ίνγκριντ Μπέργκμαν), διάσημη πιανίστρια μεγάλου βεληνεκούς. Η τελευταία πάσχει από μία ελαφρά κατάθλιψη, εξαιτίας του θανάτου του φίλου της.

Παρακολουθώντας την εξέλιξη της συνάντησης των δύο αυτών γυναικών γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρη η ένταση και η συναισθηματική αστάθεια που καλλιεργήθηκε και στις δύο γυναίκες όλα αυτά τα χρόνια, καθώς και το γεγονός ότι ουδέποτε μίλησε η μία στην άλλη γι’ αυτό. Σταδιακά έρχονται στο φως καινούργια γεγονότα, που ανασύρουν νέα, κρυμμένα συναισθήματα, νέα παράπονα και νέο πόνο. Μία διαδοχική σειρά αντιδράσεων, από την προσποιητή χαρούμενη επανασύνδεση στις πρώτες δονήσεις και, από εκεί, στη μεγάλη έκρηξη που θα δώσει τη θέση της στην τελική ισορροπία.

Από τους διαλόγους (που, βεβαίως, είναι το μεγάλο χαρτί που παίζει η ταινία) γίνεται σαφής μία περίπτωση τρομακτικής, σχεδόν τερατώδους και σίγουρα καταστροφικής παραμέλησης της Εύα και της ανάπηρης αδερφής της, Έλενα, από τη διάσημη μαμά, η οποία ευθαρσώς παραδέχεται κάποια στιγμή ότι «πάντα νιώθω ότι μου λείπουν τα παιδιά μου, το σπίτι μου. Όταν όμως είμαι σπίτι πάντοτε συνειδητοποιώ ότι δεν είναι αυτό που ποθώ.» Από την άλλη, εξοικειωνόμαστε και με την οπτική της Σαρλότ, η οποία αν και φαινόταν πως δεν είχε ποτέ την παραμικρή ιδέα για ό,τι συνέβαινε στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς της, πόσο μάλλον για το γεγονός ότι αιτία ήταν και είναι αποκλειστικά η ίδια, σε μία στιγμή τεράστιας ευαισθησίας ομολογεί: «Πάντα σε φοβόμουν… Φοβόμουν τις απαιτήσεις σου».

Η σύγκρουση των δύο είναι μάλλον συγκλονιστική, αφού η μία παρουσιάζεται ως καθρέφτης της άλλης και τα τραύματα της μίας φαίνεται να πληγώνουν βαθιά την άλλη. Και οι δύο ηρωίδες παρουσιάζονται να βιώνουν μία διαρκή εσωτερική πάλη με μόνη ανάγκη να αγαπήσουν και να αγαπηθούν.

Η σφραγίδα του Μπέργκμαν αποτυπώνεται στο γεγονός ότι αυτή η αναμέτρηση μάνας και κόρης προχωρά λίγο βαθύτερα προκειμένου να ξύσει δικές μας πληγές, να μας βάλει να αναμετρηθούμε με τους δικούς μας δαίμονες, στο έλεος της δικής μας ανάγκης για αγάπη και στοργή. Οι διάλογοι κυλούν πάνω σε μία φιλοσοφική βάση, η οποία βρίθει από ερωτήματα και προβληματισμούς για τον έρωτα, το θάνατο, την οικογένεια, τη μητρική στοργή, την αλήθεια και το ψέμα.

Όλο αυτό το παιχνίδι εξουσίας (συναισθηματικής, που είναι η πιο ισχυρή) συνοδεύεται από τις σονάτες του Σοπέν, του Χέντελ και του Μπαχ. Πραγματικά δε θα μπορούσε να συνοδεύεται καλύτερα η ταινία από άλλη μουσική. Υπάρχει σχεδόν μία συνομιλία μεταξύ των δύο ειδών.

Ούλμαν και Μπέργκμαν δίνουν καταπληκτικές ερμηνείες, επιβεβαιώνοντας τις βλέψεις του σκηνοθέτη για το συγκεκριμένο δίδυμο. Η ταινία, που έμελλε να είναι το κύκνειο άσμα της Ίνγκριντ Μπέργκμαν, τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, με τα βραβεία Χρυσής σφαίρας ξενόγλωσσης ταινίας 1978 κι ερμηνείας για την ίδια από πολλές ενώσεις Αμερικανών κριτικών, ενώ διεκδίκησε επίσης Όσκαρ ερμηνείας και σεναρίου.

 

 

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Culture