SPOTLIGHT

/

O Νίκος Αλιάγας στο THE BEST MAGAZINE: Η «Έξοδος», ο ράφτης πατέρας του, ο Αλέν Ντελόν, τα φέρι, η Παλιοβούνα και η Πάτρα

Κοντογεωργοπούλου Γιώτα
espilkon1@gmail.com
Κοινοποίηση
Tweet

"Το Μεσολόγγι μέσα μου..."

O Νίκος Αλιάγας, είναι από εκείνους τους ανθρώπους που κουβαλούν μέσα τους δύο πατρίδες και τις ενώνουν με τρόπο φυσικό, σχεδόν ποιητικό.
Γεννημένος στη Γαλλία από Έλληνες γονείς, που έφτασαν εκεί τη δεκαετία του ’60, μεγάλωσε ανάμεσα σε δύο κόσμους που δεν συγκρούστηκαν ποτέ μέσα του. Δυο κόσμους που έγιναν οι δύο όψεις της ίδιας ταυτότητας: μια φυσική γέφυρα πολιτισμών.

-Συνέντευξη στη Γιώτα Κοντογεωργοπούλου-

Ο Αλιάγας, ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους Έλληνες της διασποράς, δεν αναπολεί απλώς. Αφουγκράζεται. Για εκείνον, η μνήμη δεν είναι νοσταλγία, είναι τρόπος ύπαρξης. Μέσα από τις εικόνες του, επιχειρεί να αποτυπώσει την ψυχή ενός τόπου όπου ο χρόνος δεν κυλά με τον συνήθη τρόπο, όπου οι ζωντανοί συνομιλούν σιωπηλά με τους νεκρούς και η ιστορία γίνεται καθημερινό βίωμα. Από το Μουσείο Καλών Τεχνών του Μπορντό μέχρι τη στάση του μετρό «Μάρκος Μπότσαρης» στο Παρίσι, όπου θα φιλοξενηθεί έκθεσή του, ο Αλιάγας δημιουργεί διαλόγους ανάμεσα στους λαούς, στα πρόσωπα, στα φώτα και στις εποχές, ενώνοντας τη Γαλλία της φιλοξενίας με την Ελλάδα της μνήμης.

Μεγαλωμένος δίπλα σε μια ραπτομηχανή, με πατέρα ράφτη και μητέρα μοδίστρα, ο δημοσιογράφος, παρουσιαστής και φωτογράφος διεθνούς κύρους, δεν ξεχνά ποτέ τις ρίζες που τον συνδέουν με το Μεσολόγγι, αλλά και με μια βαθύτερη έννοια της ελευθερίας, αποδεικνύοντας ότι η Ελλάδα «κατοικεί» με μεγαλύτερη ένταση στην καρδιά όσων την στερούνται.

Με αφορμή την επέτειο των 200 χρόνων από την Έξοδο του Μεσολογγίου και την επιστροφή του εμβληματικού πίνακα του Ντελακρουά στον τόπο που τον ενέπνευσε, ο Νίκος Αλιάγας μιλάει με συγκίνηση και λυρισμό στο THE BEST MAGAZINE για την- σχεδόν καρμική- σχέση του με το Μεσολόγγι, για τον πατέρα του, ο οποίος έραψε τα ρούχα του Αλέν Ντελόν για το Μπορσαλίνο και
–χρόνια μετά- τον άκουσε και πάλι στο τηλέφωνο, για τη μετανάστευση, για την αξιοπρέπεια του μόχθου, για τη μητέρα του που τον μύησε στον Ελύτη και τον Σεφέρη, για την Πάτρα, -την πρώτη πύλη της επιστροφής- και για την αδιάκοπη αναζήτηση της ισορροπίας ανάμεσα σε δύο πατρίδες, δύο πολιτισμούς, δύο φωταγωγημένους κόσμους.
Μιλάει για την ουσία του να είσαι Έλληνας, όπου κι αν βρίσκεσαι… Ένας Έλληνας πολίτης του κόσμου, που γυρίζει πάντα εδώ, αφού, όπως λέει, κάθε φορά που επιστρέφει στο Μεσολόγγι, είναι σαν να επιστρέφει μέσα του.

Όταν ο πατέρας μου μετανάστευσε τη Γαλλία είχε στο πορτοφόλι του μια φωτογραφία με τον πίνακα του Ντελακρουά... και την έδειχνε περήφανα όταν τον ρωτούσαν την καταγωγή του

«ΜΑΚΑΡΙ ΝΑ ΖΟΥΣΕ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΝΑ ΤΟ ΕΒΛΕΠΕ»
«Η Έξοδος του Μεσολογγίου δεν είναι μια απλή ημερομηνία στο ημερολόγιο. Το Σάββατο του Λαζάρου του 1826 άνοιξε ένα ρήγμα στον χρόνο της Ιστορίας μας. Ήταν η στιγμή που η σφαγή των κατοίκων μιας μικρής παραθαλάσσιας ελληνικής πόλης άλλαξε τα δεδομένα και συγκίνησε την Ευρώπη. Οι Μεσολογγίτες διάλεξαν την ελευθερία, γνωρίζοντας καλά ότι οδηγούνταν στον θάνατο. Ήταν η στιγμή που το «εγώ» έγινε «εμείς», με την ψυχή να υπερισχύει της λογικής.

Στο Μεσολόγγι, η ελπίδα δεν θάφτηκε κάτω από τα συντρίμμια· αναστήθηκε μέσα από τη θυσία. Η Έξοδος ενσαρκώνει αυτό το άυλο σύμβολο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, εκεί όπου όλα μοιάζουν χαμένα. Και στην ουσία το 2026 δεν θα τιμήσουμε μόνο τους πεσόντες, τους φιλέλληνες όπως τον Λόρδο Βύρωνα κ.λπ., αλλά και την ίδια την ιδέα της ελευθερίας που ταλαντεύεται ξανά στην εποχή μας. Και ίσως μοιάζει κάπως ποιητικό ή προφητικό, ότι για πρώτη φορά, δύο αιώνες μετά, ο πίνακας του Ντελακρουά «Η Ελλάς επί των ερειπίων του Μεσολογγίου» θα επιστρέψει στον τόπο που τον ενέπνευσε. Εκεί όπου η τέχνη και η ιστορία συναντιούνται ξανά για να υπενθυμίσουν ότι η ελευθερία δεν είναι κληρονομιά, είναι καθημερινή πράξη μνήμης. Μακάρι να ζούσε ο πατέρας να το έβλεπε. Όταν μετανάστευσε στην Γαλλία το 1964 είχε στο πορτοφόλι του μια φωτογραφία του περίφημου πίνακα και την έδειχνε περήφανα όταν τον ρωτούσαν για την καταγωγή του».

«Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ ΔΕΝ ΚΥΛΑΕΙ ΟΠΩΣ ΑΛΛΟΥ»
«Αν μου ζητούσαν να αποτυπώσω το πνεύμα της Εξόδου, θα έδειχνα τις φωτογραφίες της σειράς που παρουσίασα πριν από λίγα χρόνια, απέναντι από τον πίνακα του Ντελακρουά, στο Μουσείο Καλών Τεχνών του Μπορντό. Εκεί, όπου οι σημερινοί κάτοικοι του Μεσολογγίου φορούν με υπερηφάνεια τις παραδοσιακές στολές της Επανάστασης, δεν είναι μίμηση, είναι πράξη μνήμης και σεβασμού προς τους προγόνους. Ο χρόνος στο Μεσολόγγι δεν κυλά όπως αλλού. Μοιάζει να επικαλύπτεται, να διπλώνεται πάνω στον εαυτό του, όπως μέσα σε όνειρο. Η ψυχή των νεκρών βρίσκεται ακόμη εκεί με έναν περίεργο τρόπο, στο βλέμμα ενός παιδιού που σηκώνει ένα λάβαρο στον κήπο των Ηρώων, στον αναστεναγμό ενός γέροντα που φοράει τα άρματά του, στο φως που ακουμπά τα πρόσωπα των ζωντανών το ηλιοβασίλεμα. Και δεν έχει να κάνει με φολκλόρ. Είναι μυσταγωγική συνέχεια.
Μια σιωπηλή συνομιλία ανάμεσα σε αυτούς που πέρασαν και σε αυτούς που θυμούνται. Η φωτογραφία γίνεται έτσι μνήμη εν κινήσει, ένας τρόπος που ενώνει τον χρόνο που χάνεται με τον χρόνο που έρχεται. Σαν οπτασία που δεν έσβησε ποτέ».

«ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΕΠΙΣΤΡΕΦΩ...»
«Κάθε φορά που επιστρέφω στο Μεσολόγγι, είναι σαν να επιστρέφω μέσα μου. Μόλις πατήσω αυτά τα χώματα, νιώθω πως ακούω τους ψιθύρους των προγόνων. Φτάνει να σταθείς σιωπηλός δίπλα στη λιμνοθάλασσα. Εκεί, όλα τα λόγια παύουν να έχουν σημασία, ο υδάτινος ορίζοντας γίνεται η αντανάκλαση της ψυχής. Τα καθαρίζει όλα.
Και κρατάς μόνο την ουσία την ύπαρξης. Ο αέρας μυρίζει αλμύρα και ιστορία. Το φως έχει κάτι ιερό και άπιαστο, σαν να φιλτράρεται μέσα από την ψυχή του τόπου. Στο βλέμμα των ψαράδων, στα χέρια των γερόντων, στις φωνές των παιδιών το σούρουπο στην Τουρλίδα, υπάρχει κάτι από τη γαλήνη και τη λύπη του Μεσολογγίου, αυτή τη «χαρμολύπη» που κουβαλά ο τόπος μας. Όπως έγραψε ο Κωστής Παλαμάς, ο μεγάλος ποιητής που γεννήθηκε κι αυτός εκεί: «Η θάλασσα βυθίζει στα νερά της τη σκέψη μου κι η γη σηκώνει τα φτερά μου».
Αυτό το αδιάσπαστο μεταξύ γης και νερού, ζωής και μνήμης, είναι το Μεσολόγγι για μένα. Μια πύλη ανάμεσα στον κόσμο των ζωντανών και εκείνον των αθανάτων».

Ο ΤΟΠΟΣ ΜΕ ΜΙΑ ΛΕΞΗ
«Η χρυσαφένια και σχεδόν διάφανη πάχνη πάνω από τη λιμνοθάλασσα όταν χαράζει. Εκεί που το νερό καθρεφτίζει τον ουρανό και δεν ξεχωρίζεις ποιος είναι ο πάνω κόσμος και ποιος ο κάτω».

Η ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΜΕΤΡΟ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
«Ήθελα να ενώσω δύο πατρίδες: την Ελλάδα της μνήμης που κουβα λάω στο DNA μου και τη Γαλλία της φιλοξενίας, όπου γεννήθηκα. Η στάση του μετρό «Μάρκος Μπότσαρης» είναι ένα σημείο συμβολικό, εκεί όπου οι λέξεις ελευθερία και ανθρωπιά αποκτούν κοινό νόημα.
Κάθε μέρα, χιλιάδες άνθρωποι περνούν από αυτή τη στάση χωρίς να γνωρίζουν ποιος ήταν ο Μάρκος Μπότσαρης, χωρίς να ξέρουν πού βρίσκεται το Μεσολόγγι. Όταν πρότεινα την ιδέα στους υπευθύνους της RATP (Régie Autonome des Transports Parisiens), δηλαδή του Αυτόνομου Οργανισμού Συγκοινωνιών Παρισιού, αντέδρασαν με ενθουσιασμό.
Τους άρεσε η ιδέα ενός διαλόγου ανάμεσα στους λαούς μας. Οι φωτογραφίες θα μιλούν για το φως, για το πρόσωπο του ανθρώπου, για εκείνη τη λεπτή γραμμή που ενώνει τους αιώνες.
Το μετρό είναι ένας τόπος μετάβασης και ίσως εκεί να χωράει περισσότερο από οπουδήποτε αλλού η μνήμη ενός έθνους που δεν έπαψε ποτέ να πιστεύει στην ελευθερία».

ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΔΥΟ ΠΑΤΡΙΔΕΣ
«Δεν προσπαθώ να ισορροπήσω, ανάμεσα σε δυο πατρίδες, στην ουσία αφήνομαι. Η μία πατρίδα μού έδωσε το βλέμμα, η άλλη τη φωνή. Η Ελλάδα είναι το χώμα, η Γαλλία το νερό· η σύνθεσή τους έπλασε αυτό που είμαι σήμερα. Τα συναισθήματα και τα άυλά μου είναι ελληνικά, η μέθοδος και η κρίση μου ίσως να είναι πιο δυτικές. Μα είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις την αγάπη της μητέρας από εκείνη του πατέρα. Μου είναι πλέον δύσκολο να ζήσω χωρίς τις δυο πατρίδες, αν και ξέρω βαθιά μέσα μου πως η τελευταία μου κατοικία θα είναι στη γη των προγόνων. Χωρίς την Ελλάδα δεν θα ήμουν αυτός που είμαι, αλλά χωρίς τη
Γαλλία ίσως να μην είχα καταλάβει τον πλούτο που κουβαλούσα μέσα μου. Νιώθω βαθιά ευγνωμοσύνη που αυτοί οι δύο πολιτισμοί άνοιξαν μέσα μου τόσες πηγές και πύλες.

Κάποιες φορές αισθάνομαι σαν σχοινοβάτης πάνω σε λεπτό σύρμα· κοιτάζω πάντα μπροστά για να μην πέσω στις παγίδες των βεβαιοτήτων και των προκαταλήψεων. Η ισορροπία θέλει πίστη. Να συνεχίζεις να περπατάς και να αναζητάς το ιδανικό, ακόμη κι όταν δεν βλέπεις το τέλος του δρόμου· ακόμη κι όταν, κάποιες φορές, αισθάνεσαι μόνος»

Ήθελα να ενώσω δυο πατρίδες: Την Ελλάδα της μνήμης που κουβαλαώ στο DNA μου και τη Γαλλία της φιλοξενίας όπου γεννήθηκα

ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ;
«Υπάρχει ελληνικός τρόπος να νιώθεις, να αισθάνεσαι. Να δίνεις νόημα στα πράγματα πριν ακόμα τα εξηγήσεις. Να κοιτάζεις γύρω και να ρωτάς τον εαυτό σου τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος. Αυτό, ναι, είναι ελληνικό, να είσαι πρώτα άνθρωπος και μετά άτομο. Να είσαι πρώτα νους και ψυχή και μετά να είσαι ένα όνομα. Η κοινωνική μάσκα δεν αρκεί για να ολοκληρωθείς σαν άνθρωπος. Στο τέλος όλοι γυμνοί φεύγουμε».

ΜΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
«Δεν ήμασταν πλούσιοι, αλλά δεν αισθανθήκαμε ποτέ φτώχεια. Στο σπίτι δεν μιλούσαμε ποτέ για χρήματα. Ο πατέρας μου ήταν ράφτης και η μητέρα μου τον βοηθούσε· άνθρωποι αξιοπρεπείς, νοικοκυραίοι,
όπως τόσοι άλλοι Έλληνες μετανάστες εκείνης της εποχής. Δεν νιώσαμε ποτέ ξένοι, γιατί κουβαλούσαμε την Ελλάδα μέσα μας σαν φως.
Είχαμε πολιτισμό και γλώσσα για πυξίδα. Μεγάλωσα με τη νοοτροπία της εργασίας· δεν υπήρχε χρόνος για χάσιμο. Από πολύ μικρός έπρεπε να καλύπτω μόνος τις ανάγκες μου, όμως δεν σταμάτησα ποτέ να μαθαίνω. Μαθαίνω ακόμη, διαβάζω ακόμη, τρέφομαι από όσα βλέπω στα ταξίδια μου, από τους ανθρώπους που συναντώ».


«Η ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΥ, ΜΕ ΠΟΤΙΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ»
«Η μητέρα μου ήταν εκείνη που με μύησε στον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Καζαντζάκη, τον Μυριβήλη· με πότισε Ελλάδα και Ελληνισμό.

Μου έμαθε να παρατηρώ τον κόσμο χωρίς να τον κρίνω, να αναζητώ την ομορφιά εκεί όπου οι άλλοι δεν έβλεπαν τίποτα. Αυτό ήταν το δώρο της: ένα βλέμμα γεμάτο ευγνωμοσύνη για το μυστήριο της ζωής. Ίσως έτσι κατάφερε να με προστατεύσει από τις υλικές ανάγκες, χαρίζοντάς μου, με τον δικό της τρόπο, ένα κομμάτι πολιτισμού, ένα καταφύγιο που κουβαλώ μέσα μου μέχρι σήμερα».

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΤΟΥ ΑΛΕΝ ΝΤΕΛΟΝ
«Ναι, είναι αλήθεια, ο πατέρας μου έκανε το κοστούμι του Ντελόν στο “Μπορσαλίνο”. Όταν βλέπω το “Μπορσαλίνο”, δεν βλέπω τον κινηματογράφο, βλέπω τα χέρια του πατέρα μου. Χρόνια αργότερα γνώρισα τον Αλέν Ντελόν· ξαναμίλησαν στο τηλέφωνο και οι δυο τους, ήταν συγκινημένοι. Τα παιδιά του έγιναν φίλοι μου, οι πατεράδες φεύγουν, αλλά τα παιδιά θυμούνται πάντα. Στο τέλος, αυτό μένει: η μνήμη μιας χειρονομίας, η αξιοπρέπεια της δουλειάς και η περηφάνια του μόχθου».

«Η ΠΑΤΡΑ ΓΙΑ ΜΕΝΑ… Η ΠΡΩΤΗ ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ»
«Στην Πάτρα ερχόμουν παιδί, για να βρω τα πρώτα μου ξαδέλφια. Θυμάμαι τις τσάρκες στα Πελεκανέικα, στα Βραχνέικα, τις Κυριακές στον Άγιο Ανδρέα. Σήμερα πηγαίνω συχνά με τα παιδιά μου για μπάνιο στον Άγιο Βασίλη, οι μυρωδιές και οι ήχοι είναι οι ίδιοι, μόνο οι εποχές αλλάζουν. Στο Νοσοκομείο του Ρίου, στην Πάτρα, άφησε την τελευταία του πνοή ο πατέρας μου, το 2017. Όμως εγώ κρατώ μέσα μου μια άλλη εικόνα: όταν επιστρέφαμε οδικώς από τη Γαλλία τα καλοκαίρια, φτάναμε στο λιμάνι της Πάτρας από την Ανκόνα.
Μετά παίρναμε το φέρι μποτ στο Ρίο για να περάσουμε απέναντι. Θυμάμαι τη μυρωδιά του ψητού καλαμποκιού κάτω από τη λάμπα, και τις φωνές όταν έμπαιναν τα οχήματα μέσα, βλέπω ακόμα και τον εισπράκτορα στο καράβι να κόβει εισιτήρια με φόντο την Παλιοβούνα, ενώ το κύμα χτυπούσε την προβλήτα. Εκείνη η στιγμή της αναμονής, ανάμεσα στη στεριά και στη θάλασσα, είναι για μένα η Πάτρα: η πρώτη πύλη της επιστροφής».

Κοινοποίηση
Tweet

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Σχόλια

Spotlight