Η Ιζαμπέλ Ιπέρ δεν απαντούσε στον διευθυντή προγράμματος του φεστιβάλ Γιώργο Κρασσακόπουλου και στους δημοσιογράφους με μακρόσυρτες απαντήσεις αλλά ήξερε κάθε φορά να υπογραμμίζει καίρια αυτό που ήθελε και άξιζε να πει.
Mε τη φινέτσα της γαλλικής της καταγωγής, τη στόφα της μεγάλης ηθοποιού, μιας από τις μεγαλύτερες που έχουμε τη χαρά να απολαμβάνουμε στη μεγάλη οθόνη, με τη σιγουριά της καλλιτέχνιδας που έχει επίγνωση της αξίας της και δεν έχει ανάγκη να εξηγεί με λεπτομέρειες όσα ο φίλος του κινηματογράφου μπορεί να προσεγγίσει μέσα από τις ταινίες της αλλά και με την ιδιότητα ενός σκεπτόμενου πολιτικού όντος που ζει και αρθρώνει λίγο στη σύγχρονη πραγματικότητα, η Ιζαμπέλ Ιπέρ παραχώρησε συνέντευξη Τύπου στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης, με αφορμή την τιμητική διάκριση για την καριέρα της από το 66ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης αλλά και το μεγάλο αφιέρωμα του φεστιβάλ σε αυτή.
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ δεν απαντούσε στον διευθυντή προγράμματος του φεστιβάλ Γιώργο Κρασσακόπουλου και στους δημοσιογράφους με μακρόσυρτες απαντήσεις αλλά ήξερε κάθε φορά να υπογραμμίζει καίρια αυτό που ήθελε και άξιζε να πει.
Στη Θεσσαλονίκη άλλωστε η Ιπέρ βρίσκεται για να βραβευτεί για το σύνολο του έργου της, για να δώσει ένα masterclass για τις διαφορές της υποκριτικής τέχνης στο θέατρο και στον κινηματογράφο με συντονίστρια τη συγγραφέα Έρση Σωτηροπούλου αλλά και με αφορμή το μεγάλο αφιέρωμα του φεστιβάλ με την προβολή 15 ταινιών από την ογκώδη φιλμογραφία της -ξεπερνά τις 100 ταινίες- που παίζει και που επέλεξε η ίδια. Ανάμεσα σε αυτές το κοινό του φεστιβάλ μπορεί να απολαύσει ή να ξαναδεί τις ταινίες: «Η Πύλη της Δύσης» του Μάικλ Τσιμίνο, το «Amateur» του Χαλ Χάρτλεϊ, η «Τελετή» του Κλοντ Σαμπρόλ, η «Δασκάλα του Πιάνου» του Μίκαελ Χάνεκε, αλλά και η πιο πρόσφατη ταινία της, το «Η Πιο Πλούσια Γυναίκα στον Κόσμο» του Τιερί Κλιφά, παραγωγής 2025. Σχετικά με την επιλογή αυτή των ταινιών από την ίδια τη χαρακτήρισε μια καλή επισκόπηση, η οποία περιέχει πολλούς διεθνείς σκηνοθέτες, ενώ θα μπορούσαν στη θέση αυτών των ταινιών να βρίσκονται και άλλες. Μιλώντας για την παλαιότερη ταινία του αφιερώματος, την «Πύλη της Δύσης» (1980) του Μάικλ Τσιμίνο, η Ιζαμπέλ Ιπέρ αναφέρθηκε στα φανταστικά γυρίσματα για επτά μήνες στην Μοντάνα των ΗΠΑ και τη χαρακτήρισε ταινία που ήταν ταυτόχρονα επιτυχία και αποτυχία, μια σκληρή προσωπική, πολιτική ταινία, μια ταινία δημιουργού που σήμερα θα είχε καλύτερη αποδοχή.
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ, γνωστή μέσα από σπυδαίες συνεργασίες με σκηνοθέτες πρώτης κλάσης από τον Κλοντ Σαμπρόλ έως το Μίκαελ Χάνεκε και από τον Μπερνάρντ Ταβερνιέ, τον Μορίς Πιαλά και τον Ζαν Λικ Γκοντάρ έως τον Πολ Βερχόφεν, τόνισε τις συνεργασίες αυτές λέγοντας: «Οι ταινίες που έχω γυρίσει με κάνουν να αισθάνομαι ολοκληρωμένη. Με κάνουν επίσης να αισθάνομαι πολύ προνομιούχα, για τις ευκαιρίες που είχα να ενσαρκώσω όλους αυτούς τους ρόλους και να δουλέψω με όλους αυτούς τους σπουδαίους δημιουργούς».
Σχετικά με την αποτυχία κάποιας ταινίας, δήλωσε πως είναι φυσικό να επηρεάζεται αφού στόχος είναι η όσο μεγαλύτερη αποδοχή του κόσμου αλλά μόνο με την ιδιότητα της ηθοποιού δεν μπορεί να σηκώσει μόνη της το βάρος της αποτυχίας μιας ταινίας. Όσο για το τι κρατά από κάθε ρόλο, η Ιπέρ είπε ότι η κινηματογραφική δημιουργία έχει να κάνει με το παρόν, το οποίο ξεχνιέται αυτομάτως. «Το λεπτό που καταθέτεις την ερμηνεία έχει ήδη συντελεστεί και ανήκει στο παρελθόν», επισήμανε χαρακτηριστικά. Συνεχίζοντας για τους ρόλους που έχει ερμηνεύσει ανέφερε: «Δεν πιστεύω πως οι ρόλοι που αναλαμβάνω είναι απαιτητικοί. Οι χαρακτήρες που ενσαρκώνω περιλαμβάνουν σύνθετες πτυχές και αμφιλεγόμενα σημεία. Δεν πιστεύω όμως πως οι συγκεκριμένες ιδιότητες τους κάνουν αντιπαθητικούς. Ίσως κάποτε το σινεμά είχε σαφείς διαχωρισμούς ανάμεσα στο καλό και το κακό, αλλά πλέον αυτά τα σύνορα έχουν αρχίσει να θολώνουν και είναι πιο δυσδιάκριτα».
Η Γαλλίδα σταρ τόνισε ότι της άρεσε και της αρέσει να κάνει ταινίες στο εξωτερικό, μακριά από τη Γαλλία. Ανέφερε ως παραδείγματα την ταινία «Οι κληρονόμοι» (1980) της Μάρτα Μέσαρος από την Ουγγαρία, ταινίες στην Ασία με τον Χονγκ Σανγκ-σου αλλά και με τον Μπριγιάντε Μεντόζα, καθώς και την ταινία «Μεταναστεύσεις» (1989) του Αλεξάνταρ Πέτροβιτς, μια ταινία εντυπωσιακή, με υψηλής ποιότητας παραγωγή και ισχυρό μήνυμα.
Ωστόσο δεν έκρυψε ότι θα ήθελε πολύ να είχε παίξει σε ταινίες του Άλφρεντ Χίτσκοκ και ειδικά στο «Vertigo» («Δεσμώτη του Ιλλίγγου»), αλλά δεν ξέρει πόσο ξανθιά ήταν για αυτόν.
Σχετικά με τον ρόλο των γυναικών στον χώρο του κινηματογράφου, είπε όσον αφορά την ίδια ότι ήταν προνομιούχα αφού έπαιζε κεντρικούς γυναικείους ρόλους και όχι κρυμμένους πίσω από κάποιον άνδρα. Γενικότερα είπε ότι συγκριτικά με το παρελθόν ο ρόλος της γυναίκας στο σινεμά έχει ενισχυθεί με την ύπαρξη πολλών γυναικών σκηνοθετριών. Όσον αφορά συνεργασίες της με Έλληνες ηθοποιούς, είπε ότι κάτι υπάρχει στον ορίζοντα στον χώρο του θεάτρου αλλά δεν είναι η ώρα για να αναφερθεί ακόμα κάτι τέτοιο.
Για τον κινηματογράφο σήμερα είπε ότι ο καλύτερος τρόπος και ο μόνος που πρέπει να παραμείνει, είναι να βλέπουμε ταινίες στη μεγάλη οθόνη. «Οποιαδήποτε άλλη εμπειρία είναι υποδεέστερη αλλά και λιγότερο αξιόλογη», επισήμανε.
Από τις προσωπικές της ερμηνείες ξεχώρισε τη «Δασκάλα του πιάνου» του Μίκαελ Χάνεκε και την ταινία «Εκείνη» του Πολ Βερχόφεν, και οι δυο ταινίες που συνετέλεσαν στη μεγαλύτερη έκθεσή της στο κοινό.
Τέλος απαντώντας σε ερώτηση ενός δημοσιογράφου για το αν υπάρχει η κινητοποίηση που θα έπρεπε για τη Γάζα, απάντησε σύντομα αλλά εντελώς ξεκάθαρα: «Δεν υπάρχει ποτέ αρκετή κινητοποίηση, αλλά πάντα υπάρχει πολλή οδύνη στον κόσμο».
Κλείνοντας απαντώντας σε ερώτηση του Γιώργου Κρασσακόπουλου είπε ότι δεν υπάρχει κάτι το συγκεκριμένο για το οποίο ανυπομονεί. «Αναζητώ πάντα το άγνωστο. Η καριέρα μου υπήρξε πράγματι μια βουτιά προς το άγνωστο: είναι ακριβώς αυτό που αναζητώ και, συνήθως, αυτό που βρίσκω», έκλεισε χαρακτηριστικά η Ιζαμπέλ Ιπέρ συνοψίζοντας τη γενικότερη στάση της στη ζωή αλλά και το κύριο γνώρισμα της σπουδαίας υποκριτικής τέχνης της.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με επιθυμία της Ιπέρ είχε προγραμματιστεί ξενάγηση σε αρχαιολογικούς χώρους και άλλα σημαντικά σημεία της Θεσσαλονίκης, επιλεκτική γνωριμία της με τη μεγάλη γαστρονομική παράδοση της πόλης, ενώ με την απλότητά της εντυπωσιάζει στη συμπρωτεύουσα. Είναι χαρακτηριστικό ότι μαζί με την κόρη της, επίσης ηθοποιό Λολίτα Σαμά με την οποία συμπρωταγωνιστούν στην ταινία «Copacabana», χωρίς άνδρες προσωπικής ασφάλειας, βόλταραν χτες στην παραλία ενώ έκαναν τα ψώνια τους αγοράζοντας σουβενίρ της πόλης από κατάστημα του είδος.
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr