ΚΟΙΝΩΝΙΑ

/

Ο λαϊκός πολιτισμός ως μοχλός τοπικής ανάπτυξης- «Ο σύγχρονος ταξιδιώτης αναζητά αυθεντικές εμπειρίες»- Η ομιλία της Δρ Πολυμέρου-Καμηλάκη

Κωνσταντίνα Ανδριοπούλου
konstantina_andriopoulou@hotmail.com
Κοινοποίηση
Tweet

Aναγορεύθηκε Επίτιμη Διδάκτορας του Πανεπιστημίου Πατρών

Σε Επίτιμη Διδάκτορα του Τμήματος Διοίκησης Τουρισμού του Πανεπιστημίου Πατρών αναγορεύθηκε η Δρ Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη, τ. Διευθύντρια και Ομότιμη Ερευνήτρια του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών και μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του ΥΠΠΟ για την Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά της UNESCO.

Τιμήθηκε για τη μακρά και πολυσχιδή προσφορά της στη μελέτη, διατήρηση και ανάδειξη της ελληνικής λαογραφικής και πολιτιστικής κληρονομιάς. Το έργο και την προσωπικότητά της παρουσίασε ο Αναπληρωτής Καθηγητής και Πρόεδρος του Τμήματος Διοίκησης Τουρισμού, Απόστολος Μ. Ραφαηλίδης, ενώ ακολούθησε η επίσημη αναγόρευση από τον ίδιο.

Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με την ομιλία της, με τίτλο «Λαϊκός πολιτισμός και τουριστική ανάπτυξη», στην οποία ανέδειξε τη δυναμική σύνδεση της πολιτιστικής παράδοσης με τη βιώσιμη τουριστική πολιτική. «Ο λαϊκός πολιτισμός, υλικός και άυλος, προστατευμένος πλέον από τη Σύμβαση της UNESCO για την Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά, αποτελεί όχι μόνο πολιτιστικό αγαθό αλλά και μοχλό τοπικής ανάπτυξης. Οι παραδοσιακές κοινωνίες, με αρχές όπως η κυκλική οικονομία και ο σεβασμός στη φύση, προσφέρουν σήμερα σύγχρονα πρότυπα βιωσιμότητας. Ο πολιτιστικός τουρισμός, που καλύπτει σχεδόν το 50% του ευρωπαϊκού τουρισμού, δίνει έμφαση στην ταυτότητα, τα τοπικά προϊόντα, τα δρώμενα και την αυθεντική εμπειρία, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην τοπική οικονομία. Παραδείγματα όπως τα πανηγύρια ή η αναγνώριση της ελληνικής διατροφής από την UNESCO αποδεικνύουν τη δυναμική του πολιτισμού στον τουριστικό τομέα. Η σύνδεση του πολιτισμού με την αγροδιατροφή, τη χειροτεχνία, την τεχνολογία και την εκπαίδευση απαιτεί συντονισμένη πολιτική και θεσμική υποστήριξη. Η καινοτομία δεν ανήκει μόνο στην υψηλή τεχνολογία αλλά και στις παραδοσιακές τέχνες που μπορούν να αξιοποιηθούν για τουριστική και οικονομική αναγέννηση. Ο σύγχρονος ταξιδιώτης αναζητά βιώσιμες και αυθεντικές εμπειρίες. Αυτή η στροφή αποτελεί ευκαιρία για την Ελλάδα να αξιοποιήσει τον πλούτο της πολιτιστικής της κληρονομιάς και να αναδείξει τη μοναδική της ταυτότητα» ανέφερε, μεταξύ άλλων, στην εισήγησή της η Δρ Πολυμέρου-Καμηλάκη.

Να θυμίσουμε ότι στο πλαίσιο της διπλής αναγνώρισης της Achaia Clauss, που δύο στοιχεία της πολιτιστικής της κληρονομιάς –η αμπελοοινική παράδοση της Μαυροδάφνης και η τεχνική της βαρελοποιίας– εντάχθηκαν στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Eλλάδας, η κ. Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη επισκέφθηκε την Πέμπτη την Achaia Clauss και ξεναγήθηκε στους χώρους της. Να σημειωθεί, ότι άνοιξε ο δρόμος για μια ευρύτερη συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Πατρών για την καταγραφή, την μελέτη και την αξιοποίηση σε τοπικό, εθνικό αλλά και διεθνές επίπεδο του πολιτισμικού αποθέματος του οινοκάστρου.

Ολόκληρη η εισήγησή της κατά τη διάρκεια της αναγόρευσής της

Κατ’ αρχήν σας ευχαριστώ θερμά για την τιμή να με εντάξετε στους επιτίμους διδάκτορες του Πανεπιστημίου σας σ’ αυτή την ωραία και σεμνή τελετή. Ευχαριστώ τον Καθηγητή κ. Απόστολο Ραφαηλίδη για την εισήγησή του και την κ. Μαρία Αργυροπούλου για την γενικότερη φροντίδα.

Δέχθηκα με χαρά την τιμή να αναγορευθώ επίτιμος διδάκτωρ σε ένα νέο Τμήμα, που προετοιμάζει στελέχη για την βαριά βιομηχανία της οικονομίας μας, τον τουρισμό,  επειδή έχω πράγματι ασχοληθεί με το θέμα του λαϊκού πολιτισμού σε σχέση με την τουριστική του αξιοποίηση με στόχο την τοπική ανάπτυξη τόσο με δραστηριότητες επιστημονικές και πολιτιστικές, οργανώνοντας εκθέσεις, μουσεία, συνέδρια στο πλαίσιο του Κέντρου Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, όσο και  διδάσκοντας στο Ινστιτούτο Επιμόρφωσης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και αλλού.

Την τιμή που μου αποδίδετε αφιερώνω στην οικογένειά μου: στους αείμνηστους, προοδευτικούς αγρότες, γονείς μου, Αντώνιο και Κωνσταντινιά, στον συνοδοιπόρο στη ζωή και την επιστήμη της Λαογραφίας, σύζυγό μου ερευνητή της Ακαδημίας Αθηνών Παναγιώτη Καμηλάκη, στα προκομένα παιδιά μου Μαρία και Γιάννη και στους συντρόφους τους Φώτη και Ασημίνα καθώς και στα εγγόνια μου Ορφέα, Αριάδνη, Παναγιώτη, Κατερίνα και Βασιλική, που μου χαρίζουν, όλοι μαζί, την πραγματική χαρά της ζωής.

Και τώρα στο θέμα μου: Λαϊκός Πολιτισμός και τουριστική ανάπτυξη

Η ανθρωπότητα, στη θεωρία και στην πράξη, προόδευσε ως τώρα αμφισβητώντας ή και απορρίπτοντας στοιχεία από το παρελθόν. Ωστόσο στην εποχή μας, φαίνεται ότι το παρελθόν αρχίζει να φαίνεται  χρήσιμο για το παρόν και κυρίως για το μέλλον, και ότι η τεχνολογία μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματική με την συμβολή της στην αναγέννηση δοκιμασμένων τρόπων επιβίωσης στον πλανήτη μας, τόσο στην πρωτογενή παραγωγή όσο και στις εφαρμοσμένες τέχνες. Μας παραξενεύει που για πρώτη φορά, παγκοσμίως, γίνεται λόγος για το μέλλον του παρελθόντος μας χωρίς τα βαρίδια για την δήθεν συντηρητική παράδοση.

Η άυλη πολιτιστική κληρονομιά

Όλοι γνωρίζετε ότι τελευταία γίνεται πολύς λόγος για την Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά, δηλαδή έθιμα και τεχνικές με βαθιές ρίζες στο χρόνο, υλικό της επιστήμης της Λαογραφίας,  και για την αναμενόμενη συμβολή της στην τοπική ανάπτυξη, κάτι που είχαμε συνηθίσει να ακούμε κυρίως από τους χαρακτηριζόμενους ως «συντηρητικούς» λαογράφους. Είναι άραγε  τυχαίο το γεγονός ότι η UNESCO έχει αναγάγει τις τελευταίες δεκαετίες την κατά τόπους παραδοσιακή ζωή  σε Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά;

Οι παραδοσιακές κοινωνίες, σε όλο τον κόσμο, επεβίωσαν εφαρμόζοντας στην πράξη, μεταξύ άλλων, την θεωρούμενη σήμερα ως νεωτερική αρχή της κυκλικής οικονομίας (ανακύκλωση υλικών, επανάχρηση κ.ο.κ.), πρωτοπορία σήμερα στην φιλοσοφία της παγκόσμιας οικολογικής Οικονομίας. Αυτό έκανε ανέκαθεν ο παραδοσιακός άνθρωπος, εξοικονομώντας υλικά, με σεβασμό στη φύση την οποία δεν θεωρούσε κτήμα του. Έτσι, για παράδειγμα, τα ενδύματά του, τα οποία κατασκεύαζε με φυσικά υλικά, τα φορούσε, τα κληρονομούσε, τα μεταποιούσε, σε χρηστικά αντικείμενα. Το ίδιο συνέβαινε με την διατροφή του, αντίθετα προς τον σημερινό σκουπιδο-παραγωγό  άνθρωπο.

Ο λαϊκός πολιτισμός ή, όπως επικρατεί τελευταία, η παραδοσιακή κληρονομιά, πλούσια, δημιουργική και διαρκής, υλική και άυλη, από το 2003 προστατεύεται από την UNESCO με τη σύμβαση για την Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά της Ανθρωπότητας. Από το 2006 η Ελλάδα προσχώρησε στη Σύμβαση της UNESCO και η προστασία της ζώσας ΑΠΚ είναι νόμος της χώρας μας. Περιλαμβάνει δρώμενα, εκδηλώσεις, τεχνικές κ.ά.

Πέρα από την αδιαμφισβήτητη πολιτιστική της διάσταση, αποτελεί ανθρώπινη δραστηριότητα, η οποία αντλεί στοιχεία από τη λαϊκή παράδοση, ασκείται συλλογικά ή ατομικά, κινείται και αναπτύσσεται στη σύγχρονη αγορά και στοχεύει, για τη βιωσιμότητά της, σε αγορές τοπικές και διεθνείς.

Ανήκει δηλαδή, όπως όλος ο πολιτισμός,  στο «παραγωγικό σύστημα» και συνδέεται με άλλα υποσυστήματά του, όπως η τουριστική επιχειρηματικότητα, η προστασία του περιβάλλοντος, η τεχνολογική ανάπτυξη, η εκπαίδευση και η έρευνα, η ανάπτυξη της προσωπικότητας (επιχειρηματικότητα και η καλλιτεχνική δημιουργία), η θεραπευτική και δημιουργική απασχόληση και, οπωσδήποτε, υπόκειται στις θεσμικές και κανονιστικές ρυθμίσεις του κράτους και διεκδικεί τη μέριμνα και τη στήριξή του από το ΥΠΠΟ και το ΥΠΕΠΘ, που έχουν την άμεση αρμοδιότητα, αλλά και συναρμόδια υπουργεία όπως Ανάπτυξης,  Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Τουρισμού, Υγείας κ.ά.

Αν με ρωτήσετε, για τη στήριξη και πολύ περισσότερο τη συνεργασία τους για κοινά προγράμματα θα σας πω ότι δεν είναι ικανοποιητική. Αυτό που θέλω όμως εδώ να υπογραμμίσω είναι πως όσον αφορά την ζώσα πολιτιστική κληρονομιά δεν πρόκειται για δραστηριότητες που έχουν μόνον πολιτιστικό ενδιαφέρον.

Η τοπικότητα, διεθνώς

Στην παρούσα ιστορική συγκυρία η επιστροφή στους πολιτισμούς της «εντοπιότητας» και στις αξίες τους, όπως η κυκλική οικονομία και ο σεβασμός στη φύση-περιβάλλον, φαίνεται περισσότερο από ποτέ αναγκαία. Η τοπικότητα (locality διεθνώς), κύριο στοιχείο του λαϊκού πολιτισμού,  με τη μορφή των παραδοσιακών τοπικών προϊόντων (Π.Ο.Π./Π.Γ.Ε. κ.ά.) και των εφαρμοσμένων τεχνών - της χειροτεχνίας, αποτελεί τη μετανεωτερική απάντηση στην παγκοσμιοποίηση, φέρνοντας στο προσκήνιο την θετική αξιολόγηση της παράδοσης. Τα προτεινόμενα σήμερα διεθνώς τοπικοποιημένα αγροδιατροφικά συστήματα επιτρέπουν στις αγροτοποιμενικές περιοχές να διεκδικήσουν την ανάπτυξη στο ανταγωνιστικό περιβάλλον, με την ταυτότητα και τη διαφορετικότητά τους απέναντι στις μεγάλες βιομηχανίες. Αυτό που οι αγροτικοί πληθυσμοί αναγκάστηκαν ή και επέλεξαν να εγκαταλείψουν μπορεί να γίνει το συγκριτικό τους πλεονέκτημα.

Η ανάδειξη της ελληνικής διατροφής ως πυλώνα της Μεσογειακής Διατροφής στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς διευκολύνει μια αναπτυξιακή στρα-τηγική με άξονα τη διατροφή ενεργοποιώντας και αξιοποιώντας τους ιδιότυπους εδαφικούς φυσικούς πόρους, σε συνδυασμό με το ανθρώπινο και πολιτισμικό κεφάλαιο, που έχει διασώσει, παρά τις σαρωτικές αλλαγές, η λαογραφία.

Η γνώση του τόπου, ως του απαραίτητου πεδίου δραστηριότητας μια πληθυσμιακής ομάδας, με κοινές πολιτισμικές αξίες συμβάλλει, όπως γνωρίζετε, στην εδραίωση της έννοιας της ταυτότητας. Όλα αυτά συγκροτούν την έννοια της παράδοσης, που συνδέει την τοπική κοινωνία με το φυσικό περι-βάλλον και διευκολύνουν την πορεία προς μια εκλογικευμένη χρήση των φυσικών πόρων προκειμένου και οι επόμενες γενιές να ευημερούν με την ίδια κληρονομιά.

Κατά συνέπεια η διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς, πέραν της εννοίας της προστασίας, ενσωματώνει και την αξιοποίηση, κάτι το οποίο, στην μεταμοντέρνα εποχή, έχει εκληφθεί και ως εκμετάλλευση της ιστορίας και του πολιτισμού για ποικίλους λόγους, κυρίως για πολιτικούς.

Ωστόσο η εκπαίδευση για την απόκτηση δεξιοτήτων αναπαραγωγής πολιτιστικών αγαθών (χειροτεχνήματα, ποικίλες παραγωγικές τεχνικές), η παροχή πολιτιστικών εμπειριών μέσω του τουρισμού (αγροτουρισμός, επίσκεψη σε μουσεία, μνημεία, δρώμενα, πανηγύρια και άλλα αξιοθέατα) αποτελούν θεμιτή και αναγκαία εφαρμογή στρατηγικών περιφερειακής οικονομικής ανάπτυξης, αξιοποιώντας το πολιτιστικό συμβολικό κεφάλαιο που αποτελεί πραγματική τοπική αξία και αποτελεί τον πυρήνα της φιλοσοφίας της Ζώσας Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.

Ο πολιτιστικός ταξιδιωτισμός

Ο πολιτιστικός ταξιδιωτισμός, είναι ένας κλάδος της οικονομίας, ο οποίος αναπτύχθηκε διεθνώς, κυρίως τις τελευταίες ειρηνικές δεκαετίες του 20ού και τις δύο περίπου πρώτες του 21ου αιώνα, αρχικά με την επίσκεψη μνημειακών χώρων (αρχαιολογικοί χώροι, ναοί, κάστρα) και μουσείων και στη συνέχεια με την επίσκεψη των συγκεκριμένων τόπων, προκειμένου να γνωρίσουν και να συμμετάσχουν - βιώσουν την ζωντανή παραδοσιακή ατμόσφαιρα μέσα από την τοπική αρχιτεκτονική, την τοπική μαγειρική- διατροφή, τα πανηγύρια, τα έθιμα και τα δρώμενα, μένοντας συνήθως στην περιοχή περισσότερο χρόνο από μία απλή επίσκεψη.

Η παρακολούθηση για παράδειγμα του «πανηγυριού» (πανηγυράκι) του Αγίου Γεωργίου στην Αράχοβα απαιτεί τρεις τουλάχιστον ημέρες. Οι επισκέπτες επομένως εξασφαλίζουν τουλάχιστον δύο διανυκτερεύσεις. Έχουν τη δυνατότητα να δουν τον παραδοσιακό οικισμό της Αράχοβας, τα εορταστικά στολισμένα με υφαντά μπαλκόνια των σπιτιών, να παρακολουθήσουν την λιτάνευση της εικόνας με την συμμετοχή όλων των κατοίκων ντυμένων με την παραδοσιακή ενδυμασία, αθλητικούς αγώνες, να χορέψουν παραδοσιακούς χορούς και να δοκιμάσουν τοπικά προϊόντα (κρέας και φορμαέλα ΠΟΠ). Το ίδιο και για το καρναβάλι της Πάτρας, τις Μπούλες της Νάουσας κ.ο.κ.

Οι περιηγητές, βεβαίως, που αναζητούν πολιτιστικές εμπειρίες καταγράφονται στην Ευρώπη εκατοντάδες χρόνια πριν. Ωστόσο, μόνο τις τελευταίες δεκαετίες ο πολιτισμός και η πολιτιστική κληρονομιά αναγνωρίστηκαν ως συγκεκριμένοι τουριστικοί προορισμοί.

Με δεδομένο ότι ο πολιτιστικός τουρισμός αντιπροσωπεύει το 37% του παγκόσμιου και το 50% του ευρωπαϊκού τουρισμού, αντιλαμβανόμαστε πόσο σημαντική μπορεί να είναι η συνεισφορά π.χ. δρωμένου, ενός θρησκευτικού πανηγυριού, ενός μουσείου.

Η ανάπτυξη του πολιτιστικού ταξιδιωτισμού, ως εναλλακτικής μορφής τουρισμού αντανακλά τη στροφή των ανεπτυγμένων κοινωνιών προς τις ανθρωπιστικές αξίες και την προσωπική καλλιέργεια και αποσυνδέει τον τουρισμό από την εποχικότητα, τη μαζικότητα και τις παραθαλάσσιες περιοχές, ενώ δημιουργεί εστίες στην διεθνή τουριστική αγορά που παρέχουν εκπαιδευτικές, αισθητικές και πνευματικές εμπειρίες στους επισκέπτες. Όλα αυτά που μόλις προχθές το βράδυ στην απονομή των Tourism Awards η κ. Γκερέκου μας είπε.

Αν θεωρήσουμε ως σημείο επανεκκίνησης το 2021 (200 χρόνια εθνικής ανεξαρτησίας) ενθαρρυντική είναι η διαπίστωση ότι η Επιτροπή διαπρεπών οικονομολόγων υπό τον Χριστόφορο Πισσαρίδη αναφέρεται εκτενώς στον τομέα της αγροδιατροφής και, αξιολογώντας υπόμνημά μας, ως μέλους της Επιτροπής Ελλάδα 2021, αφιερώνει κεφάλαιο στη χειροτεχνία και την πρωτογενή παραγωγή, επισημαίνοντας ότι «έχει βαθιές ρίζες στην παράδοση και σημασία για την οικονομία, καθώς συνδέεται στενά με τα τοπικά γεωγραφικά χαρακτηριστικά κυρίως μέσω πολύ μικρών επιχειρήσεων. Η ανάπτυξη και διεθνής παρουσία του κλάδου είναι σημαντικά χαμηλότερη της δυνητικής, καθώς υπάρχουν προβλήματα στη χρηματοδότηση, την καινοτομία, ιδίως όταν χρησιμοποιούνται νέες τεχνολογίες, την εκπαίδευση και την ενημέρωση. Πέρα από αυτές τις πτυχές, όμως, σημαντική είναι και η συστηματικότερη υποστήριξη του κλάδου από τοπικούς σχεδιασμούς στο πλαίσιο της ευρύτερης πολιτιστικής, τουριστικής και εκπαιδευτικής αναβάθμισης».

Οι σχολές μαθητείας, που λειτουργούν σήμερα για την υφαντική, την αγγειοπλαστική και την ξυλοτεχνία προέκυψαν από την συγκεκριμένη αξιολόγηση με κονδύλιο από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Όσο για την τεχνολογία και καινοτομία δεν πρέπει να είναι πλέον προνόμιο μόνον των κλάδων υψηλής τεχνολογίας, αλλά στρατηγικής σημασίας και για τον πολιτισμό και τις παραδοσιακές «medium-low tech» εφαρμοσμένες τέχνες και ασχολίες, δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις αυτές μπορεί να μην δημιουργούν νέα τεχνολογία, αλλά στηρίζουν την καινοτομική τους δραστηριότητα στην αξιοποίηση της υπάρχουσας γνώσης προς πρακτική κατεύθυνση, που τις καθιστά ανταγωνιστικές.

Υπόδειγμα για ελληνικές επιχειρήσεις θα ήταν η οργάνωση παραγωγής κεραμικών στην Ιταλία με τη συγκέντρωση του 60% των βιοτεχνιών κεραμικών στο Sassuolo της Εmilia-Romagna, εκκολαπτήριο για νέες τεχνολογίες, νέα προϊόντα και συστήματα παραγωγής και πόλο τουριστικής ανάπτυξης. 

Η άποψη ότι η οικονομία μιας περιοχής αρκεί να στηριχθεί στο φυσικό περιβάλλον και στην παροχή απλά υπηρεσιών με την ανάπτυξη τουριστικών μονάδων και την εγκατάλειψη της γης έχει οδηγήσει πολλές περιοχές της Ελλάδας σε αδιέξοδο και ερήμωση. Ο τουρισμός από μόνος του ως μοναδική οικογενειακή απασχόληση δεν επαρκεί για την κάλυψη των οικονομικών αναγκών. Η παραμελημένη γεωργία και η κτηνοτροφία μπορούν να προσφέρουν το συμπληρωματικό και πολλαπλασιαστικά πολύτιμο εισόδημα.

Η χειροτεχνία παραγωγής χρηστικών αντικειμένων, με ιδιαίτερο χρώμα και ποιότητα μπορεί να αποτελέσει μια δυναμική απασχόληση.

Σε πρόσφατο άρθρο για τον βιώσιμο τουρισμό και τις νέες τάσεις του 2025[1], διαβάζουμε ότι «ενώ στο παρελθόν η πλειονότητα των τουριστών αναζητούσε στιγμές χαλάρωσης σε παραθαλάσσια θέρετρα, σήμερα νέα, λιγότερο γνωστά μέρη κερδίζουν έδαφος και γίνονται πόλοι έλξης. Παράλληλα, η αυξανόμενη έμφαση στη βιωσιμότητα και την περιβαλλοντική ευθύνη μεταμορφώνει τις ταξιδιωτικές προτιμήσεις, προωθώντας εναλλακτικές μορφές τουρισμού, που σέβονται τη φύση και την τοπική κουλτούρα».

Οι νέες τάσεις

Σε σχετική έρευνα για το 2025 αναδεικνύονται νέες τάσεις που αμφισβητούν τα παραδοσιακά πρότυπα της ευρωπαϊκής τουριστικής βιομηχανίας. 

Νέοι όροι όπως «calmcations» (calm και vacations), για διακοπές που επικεντρώνονται στη δημιουργία της αίσθησης ηρεμίας, υποτουρισμός / του υπερτουρισμός, ταξίδια JOMO/ FOMO δηλ. διακοπές σε σπίτια, απομονωμένα καταλύματα δίπλα σε λίμνες ή αγροικίες στην εξοχή, ήσυχους κήπους, ανθισμένες διαδρομές (Άντζελα), παραδοσιακοί ελαιώνες την εποχή της συγκομιδής,  συλλογή καρπών, εστιατόρια υψηλής ποιότητας, μοναδικές γαστρονομικές εμπειρίες, «αλυσίδα» ταξιδιών, ξενοδοχεία με οικολογική συνείδηση που υιοθετούν πρακτικές που μειώνουν τη σπατάλη φαγητού, προσφέροντας εκλεκτά vegan γεύματα τα οποία είναι ταυτόχρονα φιλικά προς τον πλανήτη. Επιπλέον, οι ανακαινίσεις ξενοδοχείων πραγματοποιούνται με ευαισθησία στο περιβάλλον. Όλα αυτά έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Παραπέμπουν σε ένα ξεχωριστό  ελληνικό πλεονέκτημα, που μπορεί να κάνει τη διαφορά και να ανασηματοδοτήσει ουσιαστικά και όχι με τα λόγια τον ελληνικό τουρισμό. Τη φιλοξενία: Μια διαχρονική ελληνική αρετή ως κοινωνική πρακτική επικοινωνίας και δημιουργίας σχέσεων φιλίας.    

Η φιλοξενία στις παραδοσιακές κοινωνίες με μικρότερη, αλλά όχι ασήμαντη, όπως επικρατεί να θεωρείται, κινητικότητα, αποτελεί ιδιωτική ή δημόσια κοινωνική πρακτική, «παρωχημένη» ενδεχομένως αρετή με έντονη θρησκευτική χροιά. Σήμερα, χωρίς να έχει αποτελέσει ακόμα θέμα σοβαρής δημόσιας και επιστημονικής συζήτησης, η έννοια συσχετίζεται με την τουριστική βιομηχανία. Και βεβαίως πολύ απέχει από του να αποτελεί θεσμό και μέρος του πολιτικού λεξιλογίου, προκειμένου η απαραίτητη συνάφεια μιας ανθρώπινης ομάδας με τους ξένους, αναγκαία συνάντηση με τον άλλο, να μετατρέπεται σε μια εξειδικευμένη και νομιμοποιημένη σχέση.

Ως αρετή μπορεί να αφορά σε περιορισμένες και συχνά συγκεκριμένες κοινωνίες ανθρώπων (παροιμιώδης η Κρητική φιλοξενία), όμως η εφαρμογή της σε επίπεδο κοινωνικής ή τουριστικής αξιοποίησης είναι ένα θέμα που χρειάζεται συζήτηση.     

Τρεις φράσεις στοιχειοθετούν διαχρονικά το ιδεώδες της ελληνικής φιλοξενίας: Το ομηρικό «επί ξενίᾳ καλείν» (Όμηρος, ο. 55), αυτό κάνει η τουριστική διαφήμιση, επειδή, σύμφωνα με τις αντιλήψεις της ομηρικής κοινωνίας,  «ξείνος μιμνήσκεται ήματα πάντα χώρας ξεινοδόκου» (Ιλ. Θ. 210), η μνήμη τον συνοδεύει πάντοτε, και η διαρκής ανανέωση των δεσμών φιλοξενίας «τας παλαιάς ξενίας ανανεώσασθαι» (Ισοκρ. 49c). Θα μπορούσε να ισχυρισθεί κάποιος ότι το πλαίσιο αυτό που ίσχυε στην δημόσια κοινωνική ζωή και αποτελούσε ένα μέσον διπλωματίας για την σύναψη συμμαχιών, μπορεί να τεθεί εκ νέου στο τραπέζι του τουριστικού σχεδιασμού.

Ξένιο Δία και η Ξενία Αθηνά, αλλά και οι Διόσκουρους, προστάτες της φιλοξενίας έχει μόνον η Ελλάδα.

Το ριζίτικο τραγούδι αποτελεί τον εμβληματικό ύμνο της παροιμιώδους φιλοξενίας στην Κρήτη, όπου ο σκοτωμένος παραγγέλλει στη μητέρα του φιλοξενήσει τους φίλους του αποκρύπτοντας τον θάνατό του και να τους μεταφέρει τη δυσάρεστη είδηση κατά την αναχώρησή τους:    

           Μάνα κι αν έρθουν οι φίλοι μας κι αν έρθουν οι ειδικοί μας

           μη τωνε πεις κι απόθανα και τους κακοκαρδίσεις.

           Στρώσε τους τάβλα να γευτούν και στρώμα να πλαγιάσουν

          και την αυγή σαν σηκωθούν .. να τους ειπείς π’ απόθανα … 

Η Ελλάδα, χώρα με ανεκτίμητης αξίας πολιτιστικούς πόρους, διαθέτει μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα για την ανάπτυξη τουριστικού υποδείγματος.

Αγαπητοί μου, είστε ένα νέο Τμήμα που έχει ως στόχο την δημιουργία στελεχών που θα οργανώσουν το μέλλον του τουρισμού στην Ελλάδα.

Καινοτομήστε. Δεν μας λείπουν οι εμπνευστές και οργανωτές νέων δραστηριοτήτων που θα δώσουν εργασία στην κοινωνία, προϊόντα προς πώληση στους ταξιδιώτες (να γεμίσουν τα πωλητήρια με χειροτεχνήματα παραγόμενα στην Ελλάδα και όχι στην Κίνα, με οικολογικά υλικά και όχι πλαστικά), γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα για την ασύγκριτη ελληνική-μεσογειακή δίαιτα.

Τολμήστε να οργανώσετε σπουδές Χειροτεχνίας, καλλιέργειας και επεξεργασίας φυτών με κλωστική ίνα, αγροτουρισμού, τουριστικής γαστρονομίας σε πανεπιστημιακό επίπεδο σε συνεργασία και με άλλα Τμήματα και φορείς, όπως το Κέντρο Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, Υπουργεία, το Branding Heritage, το Fashion Revolution Greece, η Νέα Γεωργία-Νέα Γενιά.

Προχωρήστε στην ίδρυση στο πλαίσιο του Τμήματος Ινστιτούτου- Κέντρου Εφαρμοσμένων Τεχνών-Χειροτεχνίας υπό την  UNESCO. Η χειροτεχνία, αυτή η φαινομενικά παρωχημένη ανθρώπινη δραστηριότητα στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης και της παγκόσμια βιομηχανίας, κάνει μια εντυπωσιακή επαναφορά. Προσφέρει προσωπική έκφραση και επαγγελματική διέξοδο σε εκατομμύρια ανθρώπους-τεχνουργούς, το κυριότερο όμως, προσφέρει μια γοητευτική εναλλακτική σε δισεκατομμύρια ανθρώπους-αγοραστές.

Και για να μη θεωρήσετε ότι όλα αυτά είναι σκέψεις ενός ρομαντικού λαογράφου θα σας παραθέσω την πρόσφατη άποψη, τη διάβασα αφού είχα ολοκληρώσει την εισήγησή μου, ενός ανθρώπου που ασχολείται τριάντα χρόνια τώρα με τον ελληνικό τουρισμό.  Είναι ο κ. Άρης Ίκκος, Επιστημονικός Διευθυντής του ερευνητικού Ινστιτούτου του ΣΕΤΕ ( ΙΝΣΕΤΕ) στο Jewel Time του Απριλίου-Ιουνίου σε συνέντευξή του στην Κατερίνα Σπανούδη μεταξύ άλλων πολύ σοβαρών θεμάτων του ελληνικού τουρισμού κάνει εκτενή αναφορά στην έννοια της βιωματικής εμπειρίας και της εξοικείωσης με τις τοπικές τέχνες. Επιτρέψτε μου να κλείσω με τα λόγια του:

«Τα 5 βασικά χαρακτηριστικά τα οποία καθιστούν την Ελλάδα έναν ελκυστικό προορισμό είναι η φιλικότητα, η εγγενής φιλοξενία που διαθέτουμε ως λαός, οι καλές υποδομές καταλυμάτων, η αίσθηση ασφάλειας, η γαστρονομία και η φύση.

Στον αντίποδα, βλέπουμε ότι λείπει ένα μεγάλο ή καλό μείγμα βιωματικών εμπειριών, που να κρατάει τους επισκέπτες απασχολημένους.

Για παράδειγμα, σχετικά με το κόσμημα ως τουριστικό προϊόν, θα μπορούσαν να προωθηθούν εμπειρίες του τύπου να συμμετέχουν οι επισκέπτες στην κατασκευή ενός κοσμήματος ή να επισκεφτούν πρότυπα διαδραστικά εργαστήρια αργυροχρυσοχοΐας.

Η έννοια της βιωματικής εμπειρίας και της εξοικείωσης με τις τοπικές τέχνες είναι κάτι που ενδιαφέρει το σύγχρονο τουρίστα… Το ενδιαφέρον για τα crafts αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία οι επισκέπτες να εξερευνήσουν την άυλη πολιτιστική κληρονομιά του προορισμού… Ενδεικτικά, στην πράξη τα παραδοσιακά εργαστήρια αργυροχρυσοχοΐας δεν αρκεί απλώς να υπάρχουν ως πόρος. Πρέπει να μετατραπούν σε εμπειρίες μέσα από τη σύνδεση και τη συνεργασία μεταξύ τους στο πλαίσιο μιας πολιτιστικής διαδρομής για να προσφέρουν στον επισκέπτη μια αυθεντική εμπειρία…».

 Πιστέψτε με, παρά τη φιλία μας, δεν τον είχα δασκαλέψει.

* 1. (Βάιος Κρόκος, Ο βιώσιμος τουρισμός, τα ρεκόρ της Ελλάδας και οι τάσεις του 2025 (epixeiro.gr, 25_01_2025)"



 

Κοινοποίηση
Tweet

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Σχόλια

Ειδήσεις