ΚΟΙΝΩΝΙΑ

/

Δημήτρης Νανόπουλος: Ποιός είναι ο Έλληνας που πρωταγωνιστεί στις εξελίξεις για τη θεωρητική φυσική

Κοινοποίηση
Tweet

Το νέο του βιβλίο "φωτίζει" σημαντικά κομμάτια της ζωής του

Mια από τις πιο ξεχωριστές προσωπικότητες της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας είναι ο Έλληνας Δημήτρης Νανόπουλος που γεννήθηκε στην Αθήνα στις 13 Σεπτεμβρίου 1948. Η διαδρομή του μεγάλη, ξεχωριστή και σπουδαία. Σπούδασε φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Σάσσεξ της Αγγλίας, όπου απέκτησε το διδακτορικό του το 1973 στη Θεωρητική Φυσική των Yψηλών Eνεργειών.

Έχει ασκήσει μια πραγματικά βαθιά επιρροή στη Θεωριτική Φυσική Σωματιδίων κατά την διάρκεια των τελευταίων 40 ετών.

Ουσιαστικά το κύριο ερευνητικό του έργο ανήκει στο πεδίο της σωματιδιακής φυσικής (ή φυσική υψηλών ενεργειών) και της κοσμολογίας ενώ στα ερευνητικά του ενδιαφέροντα ανήκουν και η δημιουργία μιας ενοποιημένης θεωρίας όλων των δυνάμεων της φύσης, η θεωρία του Παντός, η υπερσυμμετρία, η υπερβαρύτητα, οι θεωρίες υπερχορδών και η βιοφυσική.

Διετέλεσε ερευνητής στο Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών Ευρώπης (CERN) στη Γενεύη της Ελβετίας και επί σειρά ετών ανήκε στο ανώτερο ερευνητικό προσωπικό του Κέντρου. Διετέλεσε ερευνητής στην École Normale Supérieure (στοΠαρίσι) και στο Πανεπιστήμιο  Χάρβαρντ των H.Π.A. Το 1989 εξελέγη καθηγητής στο τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Texas A&M, College Station, όπου από το 1992 είναι διακεκριμένος (distinguished) καθηγητής και όπου από το 2002 κατέχει την έδρα Mitchell/Heep της Φυσικής Υψηλών Ενεργειών. Είναι διευθυντής του Κέντρου Αστροσωματιδιακής Φυσικής του Κέντρου Προχωρημένων Ερευνών (HARC), στο Χιούστον, Τέξας, όπου διευθύνει ερευνητικό τμήμα του World Laboratory, που εδρεύει στη Λωζάνη. Στις 15 Ιανουαρίου 2015 έγινε πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε το νεό του βιβλίο σε συνεργασία με τον δημοσιογράφο Μάκη Προβατά. «Το βιβλίο αυτό είναι κάτι παραπάνω από μια βιογραφία· είναι ένας οδηγός διαδρομής προς την επιτυχία πρωτίστως ως εσωτερική πληρότητα, που περνά από τη μέγιστη ενεργοποίηση των δυνατοτήτων, το πάθος, την αίσθηση του μέτρου και το σεβασμό προς τη Γνώση. Ένα βιβλίο που θεωρούμε ότι πρέπει να διαβάσουν όλοι και κυρίως οι νέοι σαν προτροπή, σα διδασκαλία, σαν έμπνευση, σαν αφύπνιση…

Ο Δημήτρης Νανόπουλος, ο κορυφαίος διεθνούς φήμης Έλληνας φυσικός, παρουσιάζει το παράδειγμα της ζωής του μέσα από την αναμφισβήτητα -πέρα από βραβεία και διακρίσεις- επιτυχία της επιστημονικής του πορείας. Με αφετηρία την παιδική του ηλικία ξετυλίγει ειλικρινώς όλα εκείνα τα γεγονότα, που συνέθεσαν το επιστημονικό του status και διαμόρφωσαν την προσωπικότητά του. Ακόμα και στα σημεία, που παρατίθενται επιστημονικά δεδομένα, η αφήγηση δεν υστερεί ρυθμού, καθώς ο αναγνώστης επικεντρώνεται τόσο στον ενθουσιασμό και το πάθος του επιστήμονα που συμβαίνει να ταυτίζεται με αυτόν και να νοιώθει μια υπερηφάνεια, που δεν του αναλογεί.

Παράλληλα με τη βιογραφία, για την οποία χρειάστηκαν 43 πολύωρες συναντήσεις, παρουσιάζεται από το Μάκη Προβατά το παράλληλο με την πορεία του επιστήμονα ιστορικό πλαίσιο- επιστημονικό, πολιτικό, κοινωνικό, καλλιτεχνικό. Τα δυο αυτά κομμάτια υπέροχα ισορροπημένα πηγαίνουν το είδος της βιογραφίας ένα βήμα παραπέρα. Παράλληλα τα σημεία αναφοράς σε προσωπικότητες του πνεύματος (Νίτσε, Σοπενχάουερ, Καμύ, Ντοστογιέφσκι) δημιουργούν έναν αρμονικό πνευματικό “διάλογο”.

Το επιστέγασμα και η ουσία των συναντήσεων του Δημήτρη Νανόπουλου με το Μάκη Προβατά, που υπερέβησαν το στόχο μιας τυπικής βιογραφικής καταγραφής διαμορφώνοντας έτσι το κλίμα για ένα διαφορετικό επίπεδο πνευματικής επικοινωνίας αλλά και μια προσωπική σχέση, εμπεριέχεται με ακρίβεια- όπως αρμόζει άλλωστε σε ένα θεωρητικό φυσικό- στις τελευταίες γραμμές του βιβλίου δια στόματος Δημήτρη Νανόπουλου.

“Βαθιά μέσα μου γνωρίζω ότι υπάρχουν παράλληλα σύμπαντα, αλλά δυστυχώς δεν θα μπορέσω ποτέ να βρεθώ σε κάποιο από αυτά. Θα ήθελα πολύ να δω αν σε κάποιο από αυτά τα σύμπαντα, υπάρχουν (και εκεί) ένας “Νανόπουλος” και ένας “Προβατάς” οι οποίοι συζητούν και τι λένε…”

 

 

Ξεχωριστό ενδιαφέρον στο βιβλίο του παρουσιάζει το παρακάτω απόσπασμα που αναφέρεται στην παιδική του ηλικία.

...Και τότε έτσι, χωρίς κανέναν λόγο, πέρασε σαν αστραπή από το μυαλό μου η σκέψη ότι υπάρχει ένας άλλος κόσμος εκεί έξω, μακριά, ψηλά...

Ο πατέρας μου, λόγω του πτυχίου που είχε από τη γαλακτοκομική σχολή, κατάφερε, μετά τον πόλεμο, να πιάσει δουλειά στο γαλακτοκομείο του Ευαγγελισμού. Όταν ήρθε από τα Γιάννενα στην Αθήνα, δεν είχε κανέναν συγγενή ώστε να στηριχθεί. Όμως σε αυτή την πρώτη περίοδο της ζωής του στην πρωτεύουσα, τον βοήθησε πάρα πολύ ένας φίλος του, ο Κώστας Τάνες, ο οποίος έγινε και νονός μου. Μόλις παντρεύτηκαν οι γονείς μου, ο Τάνες τούς παραχώρησε ένα οικογενειακό κτήμα με ένα ακατοίκητο σπίτι που είχε στο Χαρβάτι. Ήταν ένα παλιό, μεγάλο τετράγωνο αρχοντικό, ολόιδιο με εκείνα στην ταινία 1900 του Μπερτολούτσι. Αντίθετα από τον πατέρα μου, η μάνα μου είχε συγγενείς στην Αθήνα αλλά, εξαιτίας της απομακρυσμένης περιοχής που βρισκόταν το σπίτι μας, δεν μπορούσε να έχει συχνές επαφές μαζί τους.

Τον περισσότερο καιρό λοιπόν, στο Χαρβάτι ζούσαμε αναγκαστικά χωρίς ιδιαίτερες συναναστροφές. Μείναμε εκεί μέχρι που έγινα περίπου δέκα ετών. Σε αυτό το σπίτι που όμοιό του δεν υπήρχε στην περιοχή, και σε ολόκληρο τον κόσμο όπως φανταζόμουν εγώ, δεν σημειώθηκε ποτέ μεταξύ των ενοίκων του ο παραμικρός καβγάς. Μερικές φορές σήμερα περνάω απέξω από απλή νοσταλγία και βλέπω τον περιστερώνα που στέκει ακόμα όρθιος − όπως και τη στέρνα στη μέση του κτήματος. Αυτήν τη στέρνα, με τα παιδικά μάτια που όλα τα μεγεθύνουν, τότε την έβλεπα σαν μεγάλη λίμνη· και καθώς δεν υπήρχε γειτονιά τριγύρω και το κτήμα ήταν όλο περιφραγμένο και μονάχα εκεί μέσα έπαιζα, αυτός ήταν ο κόσμος μου, το σύμπαν μου ολόκληρο. Ο πλανήτης Γη δεν ήταν στρογγυλός για μένα.

Ήταν ένα μεγάλο τετράγωνο κτήμα. Κάπου κάπου έρχονταν για επίσκεψη μερικοί συγγενείς, αλλά την εποχή εκείνη ήταν τόσο μακρινή και δύσκολη η διαδρομή μέχρι το Χαρβάτι, ώστε αυτό συνέβαινε σπάνια. Καθώς δε οι συγγενείς αυτοί δεν έπαιξαν κανέναν ρόλο στη ζωή μου, τους θυμάμαι περισσότερο σαν οικείες σκιές…

Από την πρώτη τάξη του δημοτικού ήθελα συνέχεια να μελετάω. Μάλιστα, ζητούσα από τον πατέρα μου να μου βάζει, σε ένα τετράδιο που είχα, αριθμητικές ασκήσεις, κυρίως διαιρέσεις. Είχα πάθος με τις διαιρέσεις. Εκείνος έκανε κάτι υπέροχο: πήρε ένα ξύλινο θρανίο που ήταν πεταμένο έξω από το σχολείο μας, το επιδιόρθωσε και το έβαλε στον χώρο όπου έκανε μικροεπισκευές για το σπίτι. Ενώ αυτός δούλευε, εγώ καθόμουν σ’ εκείνο το θρανίο και έλυνα τις ασκήσεις που μου έβαζε. Η χαρά μου που έλυνα ασκήσεις αριθμητικής έκανε τους ήχους των εργαλείων του χαλαρωτική μουσική στ’ αυτιά μου. Ίσως γι’ αυτό μέχρι σήμερα δουλεύω ακούγοντας μουσική...

Με αφορμή αυτό το γεγονός, και ξανακοιτάζοντας πίσω την παιδική μου ηλικία, νομίζω ότι η συμπεριφορά και των δυο γονιών μου όταν ήμουν μικρός δεν επέτρεψε να νιώσω ένα βαθιά δυσάρεστο συναίσθημα που προκύπτει σε κάποια παιδιά όταν από πολύ μικρή ηλικία καταλαβαίνουν πως είναι πιο έξυπνα από τους γονείς τους.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’50 αποκτήσαμε για πρώτη φορά στο σπίτι μας ραδιόφωνο. Ένα μεγάλο υπέροχο καφέ ξύλινο ραδιόφωνο. Για μένα όμως ήταν κάτι πολύ σπουδαιότερο, αφού είχα μόλις αποκτήσει ένα παράθυρο, από το οποίο μπορούσα πλέον να κρυφοκοιτάζω τον κόσμο. Η πρώτη εκπομπή που άκουγα με φανατισμό και τη θυμάμαι ακόμα πολύ καθαρά ήταν Οι περιπέτειες του Τζον Γκρικ, που μεταδιδόταν κάθε Πέμπτη βράδυ για ένα ημίωρο. Το θέμα της ήταν οι περιπέτειες ενός Έλληνα ντετέκτιβ στη Νέα Υόρκη και, με την ευκαιρία, γίνονταν διάφορες περιγραφές της 5ης Λεωφόρου και της Παρκ Άβενιου. Θυμάμαι ότι έκλεινα τα μάτια και προσπαθούσα να φανταστώ πώς μπορεί να είναι αυτή η πόλη. Ακόμα και σήμερα, τόσα χρόνια αργότερα, κάθε φορά που βρίσκομαι στη Νέα Υόρκη, πηγαίνω στην Παρκ Άβενιου για να κοιτάξω τριγύρω, να ξαναθυμηθώ με γλύκα, έστω για τρία λεπτά, αυτό το κομμάτι της παιδικής μου ηλικίας.

Από την παιδική μου ζωή στο Χαρβάτι έχει καταγραφεί πολύ έντονα στην ψυχή και στο μυαλό, μια συγκεκριμένη σκηνή, η οποία έρχεται συχνά μπροστά στα μάτια μου ολοζώντανη μέχρι και σήμερα. Πρέπει να ήμουν περίπου εννέα χρονών, όταν ένα καλοκαιριάτικο απόγευμα καθόμουν στο κεφαλόσκαλο της εξωτερικής σκάλας του σπιτιού – μια ξύλινη σκάλα με ωραία κουπαστή. Την είχα πιάσει με τα δυο μου χέρια και ακουμπούσα πάνω της το μέτωπό μου. Ήταν ένα γλυκό απόγευμα με ήλιο, και παρατηρούσα τη μάνα μου, που καθόταν έξω, στο κάτω μέρος του σπιτιού. Ξαφνικά, γυρίζει και κοιταζόμαστε. Θυμάμαι ακόμη και σήμερα τη μορφή της, θυμάμαι το φόρεμα που φορούσε –ένα μπεζ με μεγάλα κόκκινα τριαντάφυλλα–, θυμάμαι τη γλυκύτητα με την οποία με κοίταζε, θυμάμαι την ξαφνική ευτυχία που μου μετέδωσε αυτή η εικόνα, και ότι σκέφτηκα με βεβαιότητα: «Αυτό που συμβαίνει τώρα, να ξέρεις ότι θα το θυμάσαι σε όλη σου τη ζωή».

Στη διάρκεια των δέκα πρώτων χρόνων της ζωής μου δεν έκανα ιδιαίτερη παρέα με άλλα παιδιά, αφού δεν υπήρχε κάποιου είδους γειτονιά γύρω από το κτήμα μας. Εξαίρεση ήταν –πέρα από τις σπάνιες επισκέψεις των συγγενών μας που έμεναν στη Δάφνη− η συναναστροφή μου με τους συμμαθητές μου στο σχολείο. Η αναγκαστική μοναξιά μου είχε μια αρνητική αλλά, ευτυχώς, και μια θετική πλευρά. Από τη μια έπαιζα μόνος μου και αισθανόμουν απομονωμένος· από την άλλη, όμως, απέκτησα μεγάλη εσωτερική δύναμη, αφού έπρεπε να αντιμετωπίζω τον εαυτό μου και όχι κάποιο άλλο παιδί με το οποίο θα έπαιζα, θα τσακωνόμασταν και καμιά φορά θα χτυπιόμασταν όπως κάνουν τα παιδιά. Αυτού του είδους η παιδική ηλικία μού δημιούργησε μια μεγάλη εσωστρέφεια και μια βαθιά ανάγκη για μοναχικότητα, την οποία διατηρώ ακόμα και σήμερα.

Μια άλλη εικόνα, ή μάλλον περιστατικό, της παιδικής μου ηλικίας, που το θυμάμαι μέχρι σήμερα, συνέβη ένα βράδυ του 1958, λίγο πριν αφήσουμε το Χαρβάτι για να μετακομίσουμε στο κέντρο της Αθήνας. Ήταν ένα βροχερό χειμωνιάτικο βράδυ, και καθόμουν πίσω από ένα παράθυρο του σπιτιού μας που έβλεπε στην μπροστινή πλευρά του κτήματος. Παρατηρούσα τα φώτα που είχαν ανάψει στα σπίτια τα οποία βρίσκονταν στο βάθος, που όμως ήταν τα πιο κοντινά μας. Τότε χρησιμοποιούσαμε ακόμα λάμπες πετρελαίου. Ξαφνικά άρχισε να χτυπάει η καμπάνα της εκκλησίας, είτε για να σημάνει την ώρα είτε γιατί ήταν γιορτή, δεν θυμάμαι με σιγουριά, και τότε έτσι, χωρίς κανέναν λόγο, πέρασε σαν αστραπή από το μυαλό μου η σκέψη ότι υπάρχει ένας άλλος κόσμος εκεί έξω, μακριά, ψηλά.

Μόνο από μια μαγική διαίσθηση θα μπορούσε να προέρχεται όλο αυτό, ιδίως από ένα παιδί που, μέχρι τότε, όλη του η ζωή ξετυλιγόταν κυρίως μέσα σε ένα κτήμα, χωρίς συναναστροφές.

Υπάρχει μια σπάνια κατηγορία σκέψεων που κάνουμε στη ζωή μας, και την ίδια εκείνη στιγμή ξέρουμε ότι δεν μας «ανήκουν»: Έρχονται και μας βρίσκουν «από κάπου αλλού». Όμως, με ήρεμη και βαθιά βεβαιότητα γνωρίζουμε ότι είναι αληθινές.

Ήταν πράγματι τόσο ήρεμη και σίγουρη η σκέψη εκείνης της νύχτας, χωρίς κάποιο άγχος ή αμφιβολία, ώστε είπα στον εαυτό μου: «Να θυμάσαι πού καθόσουν όταν έκανες αυτήν τη σκέψη».

Τέτοιας σπάνιας «ενέργειας» σκέψεις συναντούν τον κάθε άνθρωπο, λιγοστές φορές στη ζωή. Τη στιγμή εκείνη βρίσκεσαι, ερήμην σου, σε μια ιδιοσυχνότητα με το μέλλον σου. Εκεί ανήκουν, με την ευρύτερη έννοια, και ορισμένα από τα πρώτα γεγονότα της ζωής μας, τα οποία, την ίδια στιγμή που τα βιώνουμε, ξέρουμε με βεβαιότητα ότι δεν θα τα ξεχάσουμε ποτέ. Προσωπικές στιγμές που τις κουβαλάει για πάντα με θέρμη το κάθε μυαλό ατομικά, και οι οποίες δεν έχουν σημασία για κανέναν.

 

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι αναφορές σε σημαντικά σημεία της επιστημονικής του πορείας.

"Σε μένα, όταν ήμουν έφηβος, όλα ξεκινούσαν από τη ζωτική μου ανάγκη να κατανοήσω το Σύμπαν, και από την πρώτη στιγμή που αντιλήφθηκα αυτή μου την ανάγκη δεν μπορούσε να με ικανοποιήσει τίποτε άλλο. Δεν με ένοιαζε να γίνω απλώς ένας διανοούμενος, και καταλάβαινα ότι δεν θα με γέμιζε ούτε η λογοτεχνία, ούτε η ποίηση, ούτε ο κινηματογράφος. Στα εφηβικά μου χρόνια ανακάλυψα ότι το κενό μέσα μου μπορούσε να το γεμίσει μόνο η επιστήμη, και μέσα από αυτήν θα μπορούσα να απολαμβάνω βαθύτερα και τις διάφορες τέχνες. Με ενδιαφέρουν πολύ όλες οι τέχνες, και κυρίως ο κινηματογράφος, όμως την πληρότητα που πάντοτε μου έδινε και μου δίνει η φυσική, με αυτές τις ρημάδες τις εξισωσούλες της, δεν είναι εύκολο να την εξηγήσω. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί έτσι. Είναι σαν τον έρωτα· μας συμβαίνει χωρίς να μας ρωτάει".

* * *

"Θα θυμάμαι για πάντα τη μέρα που πήγα να το ανακοινώσω στους γονείς μου. Η στιγμή που τους είπα ότι θα φύγω από την Ελλάδα ήταν ίσως η πιο συγκινητική που ζήσαμε ως οικογένεια.

Ο πατέρας μου, φανερά φορτισμένος συναισθηματικά, γύρισε και είπε στη μάνα μου: «Βασιλική, το παιδί που έχουμε, έτσι πρέπει να κάνει». Ημουν το μοναχοπαίδι τους, και τους ήταν πολύ δύσκολος ο αποχωρισμός, αφού καταλάβαιναν ότι από τη στιγμή που θα έφευγα δεν θα γύριζα ποτέ ξανά πίσω. Δεν έκαναν καμιά προσπάθεια να με μεταπείσουν, ίσως επειδή διαισθάνθηκαν ότι μέσα από τις σπουδές έψαχνα κάτι περισσότερο από τα πτυχία. Εψαχνα έναν σκοπό ζωής".

* * *

"Προσωπικά υπήρξα μάρτυρας και συμμέτοχος σε όσα συνέβησαν για να τεθούν οι βάσεις για την ιστορική ανακάλυψη του μποζονίου Higgs το 2012. Εχοντας προτείνει συγκεκριμένους τρόπους για την ανακάλυψη του πεδίου Higgs, θέλω να τονίσω ότι θεωρώ τον εαυτό μου «ευλογημένο» που είχα την τύχη να παίξω κάποιον ρόλο σε αυτό το κορυφαίο επίτευγμα για τη θεωρητική φυσική. Οι θεωρητικοί φυσικοί που ήταν «ανοιχτοί» ή και «μυημένοι» στις ενοποιημένες θεωρίες, είχαν καταλάβει, ήδη από το 1971, την ανυπολόγιστη αξία του μηχανισμού Higgs στην προσπάθεια για την ενοποίηση των ηλεκτρομαγνητικών και των ασθενών αλληλεπιδράσεων, τις οποίες τώρα ονομάζουμε ηλεκτρασθενείς αλληλεπιδράσεις. Ωστόσο, κανείς δεν έδωσε τότε ιδιαίτερη σημασία στις συνέπειες αυτού του μηχανισμού, και ιδιαίτερα στο μποζόνιο Higgs. Γι' αυτό συνηθίζουμε να λέμε πλέον ότι «το μποζόνιο Higgs παρέμεινε στα αζήτητα μέχρι το 1975»".

* * *

"Την εποχή εκείνη έμενα μέχρι αργά στο CERN και όταν έφευγα ακολουθούσα με το αυτοκίνητο μια συγκεκριμένη διαδρομή μέχρι το σπίτι. Αυτή η μηχανική οδήγηση των είκοσι λεπτών με βοηθούσε να σκέφτομαι λίγο πιο χαλαρά το πρόβλημα της πειραματικής απόδειξης των ενοποιημένων θεωριών. Αυτή ήταν η μοναδική έγνοια που απασχολούσε το μυαλό μου. Ενα βράδυ του Μαΐου του 1975, καθώς οδηγούσα προς το σπίτι, στη μικρή ανηφόρα που ενώνει το CERN με το Μερέν, την πλησιέστερη στο CERN κατοικημένη περιοχή, ήρθε η επιφοίτηση: το «ξεχασμένο» από τους φυσικούς μποζόνιο Higgs! Αυτό ήταν το σωματίδιο-κλειδί που έπρεπε να αναζητήσουμε στον επιταχυντή, για να αποδειχτεί στην ουσία η θεωρία μας. Ηταν κυριολεκτικά επιφοίτηση, μια σκέψη που ήρθε από το πουθενά. Ενιωσα αμέσως ότι κανένα κύτταρο του εγκεφάλου μου δεν αμφέβαλλε πως αυτή ήταν η σωστή ιδέα".

* * *

"Πάντως, το ότι έχουμε φτάσει τόσο κοντά στο απώτατο όριο της γνώσης μας για τα πάντα είναι κάτι που με έχει κάπως αποδιοργανώσει εσωτερικά. Πολλές φορές πλέον κάνω τη σκέψη: «Τερματίσαμε εδώ; Αυτό είναι όλο;». Τουλάχιστον όταν ήμουν μικρό παιδί στο Χαρβάτι, κοίταζα έξω από το παράθυρο και πίστευα ότι υπήρχε ένας άλλος κόσμος. Αργότερα, όταν μπήκα στο πανεπιστήμιο, είχα κάτι να ελπίζω, γιατί ήξερα ότι υπήρχαν οι σπουδές σε Ευρώπη και Αμερική. Τώρα πλέον, κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο του κόσμου, πέρα από την ευτυχία που θα φέρουν οι επιβεβαιώσεις των θεωριών μας, δεν μπορώ να δω κάτι άλλο, και αυτό από μια άποψη είναι τραγικό. Αυτό το συναίσθημα είναι καθαρά υποκειμενικό και προσωπικό, και ίσως να μην έχει σημασία. Εκτός της φυσικής, περιμένω σπουδαίες εξελίξεις στις νευροεπιστήμες και στην επιστήμη της πληροφορικής, οι οποίες προχωρούν αργά αλλά σταθερά. Αυτή η τελική γνώση της δημιουργίας των πάντων φέρνει αναπόφευκτα δέος και ένα περίεργο μούδιασμα στο μυαλό. Υπάρχει μια συγκεκριμένη αίσθηση μουδιάσματος του μυαλού, η οποία μπορεί να σημαίνει ότι τα πρωτόνια, τα νετρόνια και τα ηλεκτρόνια από τα οποία αποτελείται το σώμα μας επαληθεύουν αυτό που αισθανόμαστε. Δεν είναι σε θέση να πουν ψέματα στον εαυτό τους, αφού κουβαλάνε την πρωταρχική μνήμη και γνώση του Σύμπαντος.

 

Αλλωστε, όπως γράφει ο Ντοστογιέφσκι στον Ηλίθιο, «πάνω στη Γη όλα αρχίζουν αλλά τίποτα δεν τελειώνει».

 

Αν μπορούσα να δώσω πρόσωπο στη Φύση και να τη δω μπροστά μου, θα της έλεγα με σκυμμένο το κεφάλι «σε έχω καταλάβει".

 

Κοινοποίηση
Tweet

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Σχόλια

Ειδήσεις