ART

/

Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: Πήγαμε στις «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» και σας έχουμε εντυπώσεις

Μπακοπούλου Άντυ
andy_bak@hotmail.com
Κοινοποίηση
Tweet

Εντουαρντ Αλμπι by Ρόμπερτ Γουίλσον, ή αλλιώς μια άκαρδη μάνα με μάταιη μοίρα ως tableau vivant

Μια από τις πιο πολυσυζητημένες παραστάσεις της θεατρικής Αθήνας είναι οι «Τρεις Ψηλές Γυναίκες», που επιτυγχάνει μεγάλη προσέλευση κόσμου σταθερά αυτή τη σαιζόν, ενώ την έχουν χειροκροτήσει η πρόεδρος της Δημοκρατίας και πρόσφατα το πρωθυπουργικό ζεύγος.

Βρεθήκαμε εκεί ως μέρος της μεγάλης συντροφιάς των συμπολιτών θεατρόφιλων του Mari Travel και ομολογούμε πως τα σχόλια στο φινάλε ήταν μάλλον ετερόκλητα.

Αλλοι έφυγαν ενθουσιασμένοι, άλλοι μάλλον κουρασμένοι, κάποιοι δύσπιστοι ως προς το αποτέλεσμα της εξπρεσιονιστικής, εικονοκλαστικής σκηνοθεσίας του super star της αμερικάνικης αυλαίας Ρόμπερτ Γουίλσον. Ετσι, καταρχήν έχουμε να πούμε για μια γόνιμη, ερεθιστική διαφωνία ανάμεσά μας, συν πως το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά αποτελεί ένα επιβλητικό μνημείο σε style Σκάλα του Μιλάνου, με ένα πανέμορφο, ρετρό φουαγιέ γεμάτο βιεννέζικη χάρη.

Εχοντας ήδη ξαναδεί τη δουλειά του Γουίλσον στο Νιάρχος, το άχρονο, φωτεινό background μας ήταν οικείο. Κάνει «μαγικά» φωτίζοντας τις μορφές και τα αντικείμενα επί σκηνής, δηλαδή τα αλλάζει, τα σκιάζει, τα εξαφανίζει… πολλά και διάφορα. Στις «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» έφτιαξε ένα tableau vivant με γαλάζιο ορίζοντα. Οι βασικές φιγούρες του έργου φαντάζουν σαν βικτωριανές κούκλες με φουσκωτά φορέματα και κατάλευκα πρόσωπα, που είτε στέκονται ακίνητες, είτε μοιάζουν σαν κουρδισμένες. Ετσι, το οπτικό κομμάτι πρωταγωνιστεί αναμφίβολα, τελείως στομφώδες, στυλιζαρισμένο και με τα φωτεινά εφέ να δεσπόζουν. Δεν «σερβίρεται» τίποτα δηλαδή «κανονικά», με φυσικότητα και απλότητα.     

Είναι προφανής η υπερβατική και αλληγορική διάθεση του Γουίλσον με το που πλησίασε το αυτοβιογραφικό έργο του πολυβραβευμένου αμερικανού συγγραφέα Εντουαρντ Αλμπι  (ο οποίος έγραψε στα sixties το ξακουστό «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ»). Μιλάει με σαρκασμό για την προσωπικότητα της μητέρας του, εστιάζοντας στα «άπλυτά της» καθώς ουδέποτε του πρόσφερε τρυφερότητα και αγάπη. Οι τρεις γυναίκες την αντιπροσωπεύουν σε τρεις διαφορετικές, ηλικιακές φάσεις- πρόκειται δηλαδή για το ίδιο πρόσωπο. Μέσα από την πορεία της, στα 20, στα 50, στα 90 σχολιάζει τη ματαιότητα της ύπαρξης γενικότερα. Είμαστε ή δεν είμαστε όλοι μαριονέτες με κοινό προορισμό; 

Θίγονται ο έρωτας, ο γάμος, η μητρότητα, τα κοινωνικά κλισέ, οι συμβιβασμοί των σχέσεων και ο θάνατος. Κυρίως όμως ξεδιπλώνονται προσωπικές πληγές του ίδιου του λογοτέχνη. Ο Αλμπι κατάκτησε με τις «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» το τρίτο βραβείο Πούλιτζερ της καριέρας του αποκαλύπτοντας την οικογενειακή απογοήτευση που τον διακατείχε από πολύ μικρό. Όπως είχε αναφέρει σε συνέντευξή του για τους ανθρώπους που τον υιοθέτησαν «δεν ήξεραν να είναι γονείς».  

 

Οι γυναίκες Α, Β,  Γ διηγούνται σκηνές της  ζωής τους ενώ κάνει βουβά περάσματα η ανδρική φιγούρα του απόμακρου γιου. Του ομοφυλόφιλου θετού παιδιού που αρνήθηκε να συμβιβαστεί μέσα στο σπίτι. Με απόλυτη πειθαρχία στημένης κινησιολογίας Λουκία Μιχαλοπούλου και Καρυοφυλλιά Καραμπέτη  περιγράφουν στιγμές της διαδρομής τους αλλά η μεγάλη ντίβα της παράστασης είναι η Ρένη Πιττακή. Αυτή είναι που εξαπολύει με κυνισμό, εγωισμό και σκληρότητα τα βιώματα της φθοράς και του εκφυλισμού εκφράζοντας τις απόψεις της με απροκάλυπτο θράσος. Επειδή πλέον διαθέτει το know how, δίχως ευαισθησίες, ψευδαισθήσεις και προφάσεις. «Αυτή είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή. Οταν όλα έχουν τελειώσει. Οταν σταματάμε. Οταν μπορούμε να σταματήσουμε». Ο Αλμπι αρθρώνει ένα σοκαριστικά «γυμνό» και αδίστακτο μανιφέστο για το ανθρώπινο τέλος.Πόσο πεσιμιστικό μπορεί να είναι το μηδενιστικό, δηλαδή το τίποτα;

Θα λέγαμε πως οι επαναλήψεις των φράσεων και η απόφαση να αποφευχθούν περικοπές στο δυσοίωνο κείμενο μας κούρασαν κάπως στο τελευταίο κομμάτι της παράστασης. Και ενδεχομένως το στατικό «περιτύλιγμα» να στέρησε το μεδούλι του νοήματος ιστορίας. 

Χειροκροτήσαμε από καρδιάς τα σκηνικά του Flavio Pezzotti, τα κοστούμια της Flavia Ruggeri, τη μουσική του Θοδωρή Οικονόμου. Θυμίζουμε πως οι «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» πρωτοπαίχθηκαν το 1995 σε σκηνοθεσία Ανδρέα Βουτσινά με πρωταγωνίστριες τις Ελένη Χατζηαργύρη, Ζωή Λάσκαρη, Κατερίνα Μαραγκού.

Πηγαίνετε αν θέλετε να δείτε κάτι διαφορετικό και πρωτότυπο, με καταξιωμένους συντελεστές. Αλλά θα χρειαστείτε μια κάποια… αντοχή σφαιρικά.

 

Κοινοποίηση
Tweet

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Σχόλια

Best View