Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Γυναικοκτονία Ρούλα Πισπιρίγκου Travel West Forum
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΘΕΑΤΡΟ

/

Νικαίτη Κοντούρη: Η αγάπη, είναι άρρηκτα δεμένη με τη δικαιοσύνη, την ελευθερία, τη συνέπεια, τη δέσμευση

Νικαίτη Κοντούρη: Η αγάπη, είναι άρρηκτα...

Του Pavel

Δύο εβδομάδες πριν την αλλαγή του έτους, σε μια περίοδο έντονα φορτισμένη, δεν φανταζόμουν ότι ένα αφιέρωμα στον Λέοναρντ Μπερνστάιν από τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης το 2017, θα μου πρόσφερε συναισθήματα, εικόνες & ιστορία. Ήταν όμως και μια υπενθύμιση ότι ο μεγάλος αυτός πιανίστας, συνθέτης και δημιουργός αγαπούσε τη ζωή και ήταν παθιασμένος με τη μουσική.Δεκέμβριος ήταν πάλι του 2006, όταν μια καλή φίλη, η Έλενα στη Θεσσαλονίκη, με πήρε μαζί της στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, να δούμε την παράσταση Machinal της Σόφι Τρέντγουελ, σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη.

Ένα από τα πράγματα που μου είχαν κάνει εντύπωση στην παράσταση ήταν η άρια που ακουγόταν στο φινάλε από την όπερα Lucia di Lammermoor. Μετά από αυτές τις δύο εικόνες που είχα στο μυαλό μου, διάβασα με πολύ προσοχή τη φράση της Νικαίτης «Τι θα γινόμασταν χωρίς τη μουσική όταν ο λόγος είναι μουσική!»

Το θέατρο μου είχε μάθει να αγαπάω τις λέξεις, να τις ανακαλύπτω, να τις γνωρίζω και ήταν αυτές που σε πολύ δύσκολες στιγμές με κρατούσαν από το χέρι.

Η αρχή για τη Νικαίτη έγινε σε ένα μέρος με Ιστορία, τα Ιωάννινα· τόπος αγάπης, γεύσεων & ακουσμάτων. Το ταξίδι συνεχίστηκε στην Αθήνα και στη Νέα Υόρκη όπου έμαθε αυτοσχεδιασμό και οργάνωση. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα η πρώτη σκηνοθετική δουλειά γίνεται στα Ιωάννινα, τόπο απέραντης ομορφιάς. Στη συνέχεια αναφέρεται στην πνευματική κρίση που είχε προηγηθεί κατά πολύ της οικονομικής καταγράφοντας και τις αδυναμίες των ανθρώπων της Τέχνης.

Πριν κλείσουμε τη συνάντησή μας, συζητάμε για την πανδημία και τους Ηπειρώτες που λένε «θα περάσει κι αυτό», στο θέατρο που πρέπει να ξανασταθεί στα πόδια του και σε πόσους ανθρώπους έχει λείψει. Για τα ταξίδια κυριολεκτικά και μεταφορικά που της πρόσφερε η σκηνοθεσία και τέλος για ποιους λόγους θα μπορούσαμε να είμαστε υπερήφανοι ως λαός….     

Γεννηθήκατε στα Ιωάννινα το 1957, ποιες οι μνήμες σας από τα παιδικά σας χρόνια, τι είναι αυτό που παραμένει ίδιο και σας θυμίζει στιγμές από εκείνη την εποχή ;

Είναι πάντα ο τόπος μου. Είναι ο τόπος της αγάπης, των γεύσεων και των ακουσμάτων. Ο τόπος της υγρασίας και της απέραντης ομορφιάς. Με μεγάλωσαν να τιμώ και να θέλω να επιστρέφω στα Γιάννενα.

Έπαιξα πολύ σε αλάνες και ασβεσταριές. Έφαγα πολλές ξυλιές για να γυρίσω σπίτι να διαβάσω. Ακόμα και το σημείο που διάβαζα τα πρώτα χρόνια του Δημοτικού ήταν ένα πεταχτό σιδερένιο παράθυρο που έβλεπε στο δρόμο. Περισσότερο ονειρευόμουν παρά διάβαζα.

Υπήρχε εσωτερική αυλή στο παλιό οικογενειακό σπίτι, με ξεροπήγαδο, κοτέτσι, συκιές, περιστεριώνα, δάφνες, φιδάκια, γάτες, λουλούδια, κρυφές εισόδους, υπόγεια με χώμα για την κατασκευή τσίπουρου, σκεπαστό πλακόστρωτο. Μέχρι τα 8 μου χρόνια μεγάλωνα με την αγαπημένη μου εξαδέλφη και τον αδερφό μου στο ίδιο σπίτι! Δίπλα ακριβώς το πατρικό άλλων δύο αγαπημένων εξαδέλφων. Τότε τα σπίτια δεν είχαν σύνορα! Μπαινοβγαίνομαι με απόλυτη ελευθερία. Η παιδική μου φίλη έμενε στον πίσω δρόμο. Όλα -τον Χειμώνα- γίνονταν ορμητήρια για πολλά παιχνίδια. Ένοιωθα πολύ ανεξάρτητη. Θεωρήθηκε κατάκτηση να αποκτήσουμε ο καθένας το σπίτι του, όταν πουλήθηκε το οικογενειακό. Και στο καινούργιο υπέροχα ήτανε! Είχαμε τεράστιο μπάνιο, κεντρική θέρμανση, το Δημοτικό σε απόσταση ανάσας, η εξαδέρφη στον κάτω όροφο. Δεν άλλαξαν και πολλά για μας. Και έτσι συνεχίσαμε, και έτσι είμαστε ακόμα: Πάνω-κάτω.

 Είσαστε  απόφοιτος της Νομικής Αθηνών και της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, επίσης σπουδάσατε μουσική στην Αθήνα και τη Νέα Υόρκη. Μέσα από τις σπουδές σας τι μάθατε για την ελευθερία, την τέχνη και τη δικαιοσύνη ;

Οι μουσικές μου σπουδές αρχίσανε στα Γιάννενα, στην εφηβεία. Τραγουδούσα συνεχώς και αδιαλείπτως! Έκανα και δυο χρόνια μαθήματα κιθάρας, αλλά το τραγούδι μου έπαιρνε την ψυχή! Τα ακούσματα στο σπίτι ήταν βασικά δύο: όπερα και κλασσική μουσική από τη μια,  Ηπειρώτικη μουσική από την άλλη. Ο πατέρας μου και ο θείος παίζανε βιολί και μαντολίνο από μικρά, και δεν επιθυμούσαν να μας βάλουν στη διαδικασία μιας παράλληλης δοκιμασίας Ωδείου, προτιμούσαν να μας βάλουν να μάθουμε ξένες γλώσσες. Σαν γνήσιοι Ηπειρώτες, ήθελαν να φύγουμε από τον τόπο μας, να γεμίσουμε εφόδια και να γυρίσουμε να διαπρέψουμε στην πόλη μας! Δεν έγινε έτσι ακριβώς, αλλά και οι 3 αιώνιοι συγκάτοικοι (αδερφός, ξαδέλφη κι εγώ), επιστρέψαμε ή επιστρέφουμε με τον δικό του τρόπο ο καθένας στο σπίτι, πάνω-κάτω. Για την Τέχνη, έμαθα πολλά και στα Γιάννενα, και στην Αθήνα, και στη Νέα Υόρκη. Για την ελευθερία και τη δικαιοσύνη, δεν έφταναν οι πατρικές νουθεσίες, ούτε η προτροπή «η ελευθερία μας σταματάει εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου», ούτε η μανία μου με τη λογοτεχνία και το διάβασμα των εφημερίδων και πάσης λογής εντύπων που κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα από το 1974 και μετά.. Έπρεπε να τολμήσω, να φύγω, να πάω παραπέρα, να δοκιμαστώ, να καώ: για να μάθω. Η ατέρμονη αυτή διαδικασία βαθειάς αναζήτησης, αγωνίας και αμφισβήτησης, μου αποκάλυψαν τις έννοιες της Ελευθερίας και της Δικαιοσύνης. Τώρα, στα 63 μου, μετά από όσα πέρασαν, έχω επιστρέψει στις αρχές που η οικογένεια, τα σχολεία στα Γιάννενα και οι καταπληκτικοί τους δάσκαλοι μου είχαν εμφυσήσει, με τη χαρά και το λυτρωτικό αίσθημα, πως δεν πήγαν χαμένα όλα αυτά τα χρόνια. Και πως η αγάπη, δεν είναι ποτέ δεδομένη, αλλά άρρηκτα δεμένη με την δικαιοσύνη, την ελευθερία, τη συνέπεια, τη δέσμευση.

Σπουδάσατε σκηνοθεσία στο Κολλέγιο HUNTER της Νέας Υόρκης (M.A. in Theatre and Film) με δασκάλους τους Άρθουρ Μίλερ, Μπομπ Λιούις, Πατ Στένμπεργκ, Μάρβιν Ζαιγκερ κ.α. Πόσο σημαντικό ήταν για ένα νέο παιδί να έρχεται σε επαφή με τόσο αξιόλογους δασκάλους και ποιες ήταν οι αρχές που διδάχτηκε ;

Η βασική αρχή που διδάχτηκα στο Hunter ήταν αυτή της υπομονής! Φύσει επαναστατική, είχα ένα μόνιμο άγχος κατάκτησης των πάντων. Δεν ήταν εύκολο. Από την πρώτοι στιγμή-κυρίως ο Marvin Ζeiger  και η Patricia Stenberg- επέμεναν να μου βάλουν χαλινάρι. Στην Αμερική, κατάλαβα πως ο χρόνος είναι εντελώς υποκειμενικός, πως οι προτεραιότητες πρέπει να μπαίνουν υποχρεωτικά από τον καθένα μας, πως υπάρχει σεβασμός στην αξιοκρατία, πως πάντα υπάρχουν καλύτεροι από μένα και πως για να τους πλησιάσω έστω, θα πρέπει να δουλέψω διπλά και τριπλά. Επίσης, με μάθανε να οργανώνω τα πάντα που αφορούν σε μια παράσταση.

Να είμαι πρακτική, να αντιδρώ  ακαριαία, και να μην βάζω φραγμούς στη δοκιμή και τον αυτοσχεδιασμό. Η ζωή όμως εκεί ήταν ο απίστευτος πλούτος. Η 6/ετία στη Νέα Υόρκη με τροφοδοτεί ακόμα και σήμερα, που έκλεισα 32 χρόνια στην Ελλάδα από την επιστροφή μου. Το μεγάλο μάθημα ήταν η καθημερινή επιβίωση, οι γεμάτες 24 ώρες της κάθε μέρας που δεν έφταναν για όλα αυτά που ήθελα να κάνω, οι εξαιρετικοί Αμερικανοί και Έλληνες με τους οποίους γίναμε-και είμαστε-ακόμα φίλοι. Η Αμερική δεν με σκλήρυνε. Με έκανε πιο ανοιχτή, πιο δεκτική, λιγότερο εγωίστρια, με ισχυρή ενσυναίσθηση. Εκεί, το αίσθημα της δικαιοσύνης, του δικαίου, και της ελευθερίας, συγκρούονταν κάθε ώρα και κάθε στιγμή μπροστά στα μάτια μου! Κι εγώ έπρεπε να αναλύω πριν την τελική κρίση, να ζυγίζω τα υπέρ και τα κατά, να μην αποφασίζω εν θερμώ...

Όταν επιστρέψατε στην Ελλάδα μετά από αρκετά χρόνια, ποιες ήταν εκείνες οι διαφορές που παρατηρήσατε τόσο στο κοινωνικό, πολιτισμικό και οικονομικό επίπεδο ;

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, αντιμετώπισα καχυποψία, γελάκια, ειρωνείες. Ήταν φυσικό! Οι λατρεμένοι δάσκαλοι της Σχολής του Εθνικού με τους οποίους είχα κρατήσει κάποια επαφή (Βόκοβιτς, Αρώνη, Τζόγιας, Χατζηαργύρη, Βασιλειάδης, Τάσος Λιγνάδης, Αλέξης Διαμαντόπουλος) είχαν είτε φύγει από τη ζωή, είτε παροπλιστεί από το σύστημα.  Μόνο η Μαρία Χορς και η Πόπη Πετριόλι (καθηγήτρια μουσικής) με στήριξαν. Η καχυποψία όμως απέναντί μου ήταν εμφανής. Το βιογραφικό μου είχε εμπλουτιστεί με κάθε είδους εμπειρία: άπειρα σεμινάρια, άπειρες ακροάσεις-2-3 απ’ αυτές με ευτυχή κατάληξη- μουσικές διοργανώσεις, ένα Μάστερ σε Σκηνοθεσία Θεάτρου και Θέατρο για νέους, στοιχειώδεις κινηματογραφικές γνώσεις, συμμετοχή σε παραστάσεις ως ηθοποιός, συμμετοχή ως επαγγελματίας τραγουδίστρια στο πολυπολιτισμικό σύνολο Microcosmos, δασκάλα σε παιδιά, θέατρο σε εφήβους, και πάνω απ’ όλα, ανοιχτή να προτείνω κάτι από τα καινούργια που βίωσα. Η επανεκκίνηση στα πάτρια εδάφη, το καλοκαίρι του 1988, αποδείχτηκε εξαιρετικά δύσκολη.

Ξανάρχισα δειλά–δειλά από ηθοποιός σε ημιεπαγγελματικό σχήμα, μεταπήδησα σε επαγγελματικά σχήματα και  στη συνέχεια άρχισα να σκηνοθετώ. Στα τέλη  του 1991 μετέφρασα και σκηνοθέτησα για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων το έργο για παιδιά Hansel & Gretel του Μοζες Γκόλντμπεργκ (επί καλλιτεχνικής Διεύθυνσης του αείμνηστου Στέφανου Κοτσίκου). Αυτή ήταν και η πρώτη μου σκηνοθεσία! Στον τόπο μου!

Οι φίλοι καλλιτέχνες  ήταν εξαιρετικά ενημερωμένοι. Η ΑΘΗΝΑ- ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ του 1985 είχε αφήσει έντονα τη σφραγίδα της στις εγχώριες αναζητήσεις. Οικονομικά, λίγο-πολύ τα βρήκα όπως τα είχα αφήσει με εξαίρεση την ελεύθερη ραδιοφωνία και τηλεόραση. Ελεύθερο ραδιόφωνο και ιδιωτική τηλεόραση έδωσαν νέες επαγγελματικές ευκαιρίες  στους ηθοποιούς. Έτσι βρέθηκα κι εγώ σε διαφημίσεις, αναγνώσεις θεατρικών έργων, και τηλεοπτικές συμμετοχές. Συνειδητοποίησα τις μεγαλύτερες αλλαγές με το ξεκίνημα της 10ετίας του ΄90. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η ίδρυση του Θεάτρου Του Νότου στο Θέατρο ΑΜΟΡΕ. Ας είναι καλά ο Γιάννης Χουβαρδάς που ξεκίνησε ένα θέατρο ρεπερτορίου υψηλών απαιτήσεων. Τα πρώτα 5 ευτυχισμένα χρόνια ως σκηνοθέτης τα πέρασα στο Θέατρο ΑΜΟΡΕ.

Το Δεκέμβριο του 2006 μια καλή φίλη με είχε πάρει μαζί της, στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος να δούμε την παράσταση «Machinal» που είχατε σκηνοθετήσει. Έχοντας στο μυαλό σας την ηρωίδα του έργου από τη μια και από την άλλη την περίοδο που ζήσατε και σπουδάσατε στην Αμερική, ποια η θέση της γυναίκας στην οικογένεια, στην εργασία, στην κοινωνία εκείνη την εποχή, είχε αλλάξει κάτι στο πέρασμα των ετών ;

Το Machinal! Λατρεμένο έργο, λατρεμένη παράσταση! Πρόταση του τότε  καλλιτεχνικού Διευθυντή Νικήτα Τσακίρογλου. Μετά το επιτυχημένο  Κουκλόσπιτο (Λυδία Φωτοπούλου, Δημήτρης Καταλειφός, Δημήτρης Ναζίρης), έργο του 1886,  που ήταν επιθυμία και του καλλ/κού διευθυντή του ΚΘΒΕ Διαγόρα Χρονόπουλου και δική μου, ένα σπονδυλωτό έργο του 1927, ήρθε να συμπληρώσει το ασφυκτικό περιβάλλον μιας ελεγχόμενης συντηρητικής κοινωνίας. Και οι δύο παραγωγές με κεντρικές ηρωίδες δύο καταπιεσμένες γυναίκες στο κόκκινο, ευτύχησαν στο ΚΘΒΕ.

Ειδικά το Machinal  δεν θα μπορούσε να ανέβει σε μη Κρατική σκηνή. Είχε 28 ηθοποιούς! Ιδανική ερμηνεύτρια η Μαρίνα Ψάλτη. Περνούσε ακαριαία από τη μια συνθήκη στην άλλη δηλώνοντας το κατεπείγον και το αδιέξοδο κάθε ενότητας.

Τη δεκαετία του ΄80 είχαν αλλάξει πολλά στις ΗΠΑ σε σχέση με τη θέση των γυναικών στην κοινωνία. Με μία σοβαρή εξαίρεση βέβαια: Το σαρωτικό κίνημα της γυναικείας χειραφέτησης που είχε προηγηθεί και είχε βρει θέση  σε όλα τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, δεν άγγιζε ούτε επηρέαζε όλες τις γυναίκες. Η σκληρή πραγματικότητα αποκάλυπτε συνεχώς αδικίες στις μειονότητες, τις αφροαμερικανίδες, τις μετανάστριες, τις προερχόμενες από τα φτωχά στρώματα της κοινωνίας. Στη Νέα Υόρκη και σε μεγάλες πόλεις όπως η Βοστώνη, το Σηάτλ, το Κάνσας Σίτυ, το Σικάγο, οι γυναίκες ήξεραν τι ήθελαν, είχαν συντρόφους που μοιράζονταν μαζί τους τα πάντα, είχαν θετική σκέψη και δούλευαν εξ ίσου σκληρά για την οικογένεια τους. Μου δίναν την εντύπωση μιας κοινωνίας σε συνεχή μετ-εκπαίδευση. Οι πιο βαθειά και ουσιαστικά καλλιεργημένοι άνθρωποι έδειχναν μεγάλη συμπόνοια για τους λιγότερο ευνοημένους και συμπαραστέκονταν μέσα από οργανώσεις και δομές στις γυναίκες-θύματα οικογενειακής βίας, άστεγες, μόνες μητέρες κ.οκ.

Όμως, δεν ήταν σε θέση να παρέμβουν έτσι, ώστε οι υποβαθμισμένες λόγω συνθηκών γυναίκες να έχουν πρόσβαση στη μόρφωση, τη δουλειά, την ανεξαρτησία. Παρατηρούσα να αποκαλύπτεται στα μάτια μου μια πολυπολιτισμική κοινωνία με απίστευτες αντιφάσεις και πολύ περισσότερες αδικίες και ένα πολιτικοοικονομικό σύστημα, που αδυνατεί να ελέγξει τις τρομακτικές διαφορές

Με ρωτάτε ποια ήταν η θέση της γυναίκας το 1927. Σίγουρα ήταν πολύ χειρότερη από το 1983-1988, τα χρόνια που ήμουνα στην νέα Υόρκη. Όμως, οι πληγές δείχνουν να έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία 32 χρόνια, και να μην θεραπεύονται..

Κατά την χρονική περίοδο 1994-2008 η χώρα κατά την προσωπική μου γνώμη ζούσε μια κατάσταση ευμάρειας, επίπλαστης όμως (Χρηματιστήριο, Ολυμπιακοί αγώνες, εύκολος πλουτισμός κ.α.). Είχατε δει σημάδια για την κρίση όχι μόνο την οικονομική που θα ακολουθούσε, αλλά και την πνευματική που μάλλον είχε προηγηθεί, και εάν ναι ποια ήταν αυτά ;

Προσωπικά ανησυχούσα πολύ με την επίπλαστη ευτυχία μας. Όχι βέβαια μέχρι το 2004.Τότε πρωτόνοιωσα την αχορτασιά και την αδηφαγία σε όλο τους το μεγαλείο και στον χώρο μου. Το 2004 όλοι κουβεντιάζαμε για τις σπιταρώνες που είχαν ξεφυτρώσει στις πιο απίθανες κορφούλες και ακρογιαλιές, τις κακοτεχνίες στα Ολυμπιακά έργα, τους παχυλούς μισθούς-αστρονομικά ποσά για καλλιτέχνες που ήταν «μαζεμένοι» μέχρι τότε–χωρίς να παράγεται ανάλογων απαιτήσεων καλλιτεχνικό έργο, και βέβαια την αυξητική τάση η μία δραχμή να φτάσει να ισοδυναμεί με ένα ευρώ! Η Δραχμούλα ίση με ένα ευρώ!

Μόνον μια κοινωνία κομπραδόρ, μια κοινωνία ακραιφνώς μεταπρατική θα τα κατάφερνε τόσο γρήγορα να παραδοθεί στο χρήμα και τη λησμονιά. Πονούσαμε στο σπίτι. Όσο κι αν είχαμε κι εμείς ευεργετηθεί από τις επιχορηγήσεις, την άνεση να κάνουμε διεθνείς περιοδείες και τα ατελείωτα μελλοντικά  σχέδια, βλέπαμε τα κακά μαντάτα να έρχονται οσονούπω. Αργήσανε κάπως.

Από τις πρώτες μεταμεσονύχτιες στο Αμόρε το 1991 μέχρι τις παραστάσεις αργά τα βράδια της Κυριακής στο ΑΠΛΟ το 2008, είχαν μεσολαβήσει 15+2 χρόνια ευμάρειας. Μια ολόκληρη γενιά καλλιτεχνών  ηθοποιών και θεατών είχε ζήσει την αναγέννηση του Ελληνικού θεάτρου. Κανένας δεν περίμενε την άδοξη πτώση του σε παραστάσεις φτώχειας, αλλά και κανένας μας δεν ήταν σε θέση να προβλέψει την κατακόρυφη άνοδο της ανεργίας των καλλιτεχνών. Στη συνέχεια, οι ζωές μας κινδύνευσαν  απ’ όλες τις πλευρές.

Η Τέχνη, ως μεγεθυντικός φακός της πραγματικότητας, περιορίστηκε να παρακολουθεί μια πραγματικότητα που έδειχνε να έχει αχαλίνωτη φαντασία, να την ξεπερνάει.

Θυμάμαι τις πρόβες μας τη δύσκολη περίοδο της κρίσης. Χρειαζόταν ένα δίωρο για να καταλαγιάσει μέσα μας η ταραχή απ’ όλα όσα βλέπαμε, ακούγαμε, ζούσαμε. Το χειρότερο απ’ όλα? Ότι δεν ενωθήκαμε. Αντίθετα βγήκαν πολλά μαχαίρια, πολλά απωθημένα στις διαπροσωπικές σχέσεις. Αδύναμοι άνθρωποι–όλοι μας.

Από το 2011 διδάσκετε Υποκριτική στην Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης, «Γιώργος Θεοδοσιάδης». Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που παρατηρείτε στα πρόσωπά των μαθητών σας και πως καταγράφεται όλο αυτό το ταξίδι  της γνώσης στις ψυχές τους ; 

Τα αγαπάω τα παιδιά. Δεν έβλεπα όμως σε όλων τα μάτια τη λαχτάρα να αφοσιωθούν στο θέατρο, την άσκηση, την έρευνα, κι αυτό με πονούσε. Σε κάθε τάξη έβλεπα τις ποικιλόμορφες αντανακλάσεις μιας αδιέξοδης καθημερινότητας και όσο περνούσε ο καιρός έχανα την όρεξη μου για διδασκαλία. Σταμάτησα να διδάσκω εδώ και χρόνια. Θαυμάζω απεριόριστα όλους όσοι μπορούν και το κάνουν. Χρειάζεται μεγάλη αντοχή και ακόμα μεγαλύτερη υπομονή στις μέρες μας. Κατά καιρούς με καλούν σε σεμινάρια και masterclass. Είχα μια τέτοια συγκλονιστική εμπειρία 3 χρόνια πριν στη Μόσχα! 35-40 νέοι ηθοποιοί και σκηνοθέτες απ’ όλη την επικράτεια, ήρθαν να με ακούσουν και να δούνε αποσπάσματα από τις δουλειές μου! Καταπιαστήκαμε μόνον με τους πρώτους 8 στίχους από την Πάροδο στην Αντιγόνη του Σοφοκλή! Με ένα εξαιρετικό σύνολο ανθρώπων που καίγονταν για καινούργιες πληροφορίες (όλοι επαγγελματίες-απόφοιτοι των μοναδικών Ρώσικων θεατρικών Σχολών και Ινστιτούτων), συνθέσαμε 35-40 διαφοροποιημένες αναγνώσεις-εκφοράς λόγου! Ήταν μια σπάνια εμπειρία, που θα τη θυμάμαι σε όλη μου τη ζωή! Προφανώς και είχα εξαιρετική διερμηνέα κατά τη διάρκεια του μαθήματος. Μιλούσα Ελληνικά και εκείνη μετέφραζε στα Ρώσικα.

Η μουσική σε μια θεατρική παράσταση μπορεί να γεννήσει έναν «παράλληλο κόσμο», μέσα από τον οποίο δεν θα ταξιδέψει μόνο το κοινό αλλά και οι ηθοποιοί;

Τι θα γινόμασταν χωρίς τη μουσική όταν ο λόγος είναι μουσική! Η μουσική μιας παράστασης βοηθάει απίστευτα και τους ηθοποιούς και τους τεχνικούς και τους θεατές. Όσο για το παράλληλο σύμπαν, δημιουργείται μόνον όταν υπάρχει ταύτιση ανάμεσα στους συντελεστές και τους ηθοποιούς σε σχέση με την άποψη του σκηνοθέτη, αλλά και τις ανάγκες που πηγάζουν από το ίδιο το έργο. Γι’ αυτο το σύμπαν παλεύουμε όλοι, αλλά δεν τα καταφέρνουμε πάντα!

Αφήνοντας πίσω και το δεύτερο lockdown το οποίο ίσχυσε στη χώρα μας από τις αρχές Νοεμβρίου, τόσο στα Ιωάννινα που επισκεπτόσαστε όσο και στην Αθήνα που ζείτε· τι ήταν αυτό που σας φόβισε περισσότερο από τη μία και από την άλλη τι παρατηρήσατε στη συμπεριφορά των ανθρώπων ;

Το δευτερο lock down  δεν έχει τελειώσει ακόμα. Όλοι και όλα στον αέρα μέχρι το Καλοκαίρι. Απελπισία! Την περασμένη Άνοιξη ήμουνα αισιόδοξη. Ερχόταν Καλοκαίρι, άνοιγε η μέρα, κάναμε βόλτες... Τώρα, η βόλτα γίνεται με το κεφάλι κάτω, τα ψώνια με λίγες κουβέντες, το σπίτι περιμένει κόσμο - στολισμένο και πεντακάθαρο- αλλά δεν έρχεται κανείς, νυχτώνει από τις 5, η αμφιθυμία δίνει και παίρνει. Στα Γιάννενα είναι όλα σε απόσταση ανάσας, συναντάς στη βόλτα εκατοντάδες γνωστούς, όλοι ελπίζουν και εύχονται «περαστικά», «καλή λευτεριά», «θα περάσει κι αυτό»! Έτσι είμαστε οι Ηπειρώτες! Αγύριστα κεφάλια!

Ποιο είναι το αποτύπωμα που έχει αφήσει μέσα σας ο σκηνογράφος – ενδυματολόγος Γιώργος Πάτσας με τον οποίο υπήρξατε παντρεμένη.

Ίσως να σας φανεί παράξενο, αλλά δεν μπορώ ακόμα  να μιλήσω για αυτό το αποτύπωμα. Μπορώ  μόνον να σας πω, πως φεύγοντας πήρε μαζί του ένα κομμάτι μου.

Την τελευταία δεκαετία το θέατρο έχει ζήσει δύο κρίσεις, πρώτα την οικονομική και έπειτα της πανδημίας. Μετά από όλα αυτά θα μπορεί να ξανασταθεί στα πόδια του, τι πιστεύετε;

Πρέπει να ξαναστηθεί. Θα ξαναστηθεί! Σκεφθείτε σε πόσους ανθρώπους έχει λείψει. Είναι η Τέχνη που ανθίζει μπρος στα μάτια σου, σε απόσταση ανάσας. Δεν υποκαθίσταται παρά μόνον για περιορισμένο χρονικό διάστημα, και σίγουρα δεν αντικαθίσταται με τίποτα.

Τι είναι αυτό που η σκηνοθεσία σας έμαθε για τους ανθρώπους ; Κατάφερε να σας γνωρίσει κόσμους και εποχές που ίσως δεν θα μπορούσατε να ανακαλύψετε ή να ταξιδέψετε ;

Πόσο ωραία ερώτηση! Από μικρή με θυμάμαι με βαλιτσάκια, βαλίτσες, γυλιούς, ταγάρια, αυτοσχέδια δέματα με εσάρπες να ταξιδεύω. Τα ταξίδια συνοδεύονταν από ένα ή περισσότερα βιβλία με πληροφορίες παντός είδους. Ταξίδευα και διάβαζα,  διάβαζα και ταξίδευα. Το θέατρο μου αποκάλυψε εποχές, γεγονότα, καταστάσεις και το κυριότερο ανθρώπινες συγκρούσεις και μ’ έκανε να παραμείνω σε μια θέση, σε έναν στόχο, σε έναν σκοπό: να σκάβω βαθειά τις λέξεις για να ανασυνθέτω εποχές και ψυχές με αφορμή το όνειρο, το όνειρο της παράστασης. Τα περισσότερα από τα θεατρικά μου ταξίδια ήταν συναρπαστικά και νοιώθω απίστευτα ευγνώμων που τα έζησα και τα μοιράστηκα με ξεχωριστούς ανθρώπους.

Τι θα μπορούσε να διηγηθεί ο Έλληνας του σήμερα στο μέλλον, Γιατί θα μπορούσε να είναι υπερήφανος και γιατί θα αισθανόταν μια απελπισία ; 

Θα μπορούσε νάναι περήφανος για τους ποιητές του, τη γλώσσα του, τα τραγούδια του, τις παραδόσεις του, τους επιστήμονες που διαπρέπουν σε όλο τον κόσμο, την Τέχνη του, τα ταλέντα αυτού του τόπου, τις εναλλακτικές καλλιέργειες και την ποιότητα των εξαγώγιμων προϊόντων του, την καλοσύνη των ανθρώπων. Θα αισθανόταν όμως απελπισμένος σε σχέση με την έλλειψη πρόνοιας-κοινωνικής Πρόνοιας, το κατεστραμμένο σύστημα Υγείας, τον Φόβο που καλλιεργείται προς όλους και όλα, τη μη ουσιαστική ενίσχυση της σύγχρονης Τέχνης, τους αργούς ρυθμούς εξέλιξης, τα ψεύτικα μεγάλα λόγια και τις κούφιες υποσχέσεις για ένα αμφιλεγόμενο αύριο...

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Culture