ΘΕΑΤΡΟ

/

Δημήτρης Φραγκιόγλου : «Θέλουμε πάντα να πασπαλίζουμε το παρελθόν με αστερόσκονη …»

Φωτο : Στέφανος Ταμβάκης

Κοινοποίηση
Tweet

Του Νεκτάριου Γεωργόπουλου

Χρειάζεται πολύ μεγάλη προσπάθεια για να στρέψεις το βλέμμα σου στο μέλλον, περπάτησα κυριολεκτικά και μεταφορικά πολλά χιλιόμετρα στη ζωή για να το συνειδητοποιήσω. Γιατί άραγε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι των ανθρώπων δεν αποστρέφει τις σκέψεις του από το παρελθόν, τόσο προσωπικά όσο και επαγγελματικά και επιμένει να τις ανακαλεί ; Τι είναι αυτό που τον κρατάει δέσμιο στιγμών που έχουν περάσει στην ιστορία ; 

Να αρχίσει να ονειρεύεται την επόμενη μέρα, τον ήλιο, την πόλη, τους καινούργιους ανθρώπους που θα γνωρίσει, εκείνες τις στιγμές που το χαμόγελό του θα σχηματιστεί στο πρόσωπο και θα γίνει ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος… Αφήνοντας πίσω ό,τι έχει συντελεστεί και τώρα πια δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά…εσύ έχεις το θάρρος, τη δύναμη, την ελπίδα, την πίστη μα και την ανθρωπιά για να δεις μια διαφορετική εκδοχή του εαυτού σου ;

Και καθώς περπατάς το πρωί της 21ης Αυγούστου στο δρόμο που οδηγεί στην Πλάζ, και η θάλασσα σε συντροφεύει ακούγεται στα αυτιά σου η φωνή του Σταμάτη Κραουνάκη να τραγουδάει… «Πώς μ’ αρέσει αυτός ο ήλιος…πώς μ’ αρέσει το πρωί… Πήρα κόκκινα φτερά και περνάω μια χαρά, γελάω…κι είναι βάσανο ο φίλος που φωνάζει εκδρομή»…. ζεις και χαμογελάς για εκείνες τις στιγμές που η μέρα θα σου χαρίσει, φτάνοντας μέχρι τη  νύχτα όπου η φωνή του Σταμάτη συνεχίζει «Πώς μ’ αρέσει το φεγγάρι…όταν βγαίνει να μας δει… και ρωτάω να μου πουν όσοι ξέρουν να αγαπούν  σε ποιον έρωτα χρωστάω…»   

Η απάντηση έρχεται από τα χείλη ενός ανθρώπου που σου έχει προσφέρει στιγμές γέλιου, όταν ήσουν μικρός και τον έβλεπες στην τηλεόραση… Ξεκινώντας τη δεκαετία του 80 και στην τηλεοπτική σειρά «Ο Ανδροκλής και τα λιοντάρια του» ενσαρκώνοντας το μικρότερο γιο του Κώστα Βουτσά, έπειτα στο επεισόδιο των Απαράδεκτων με τίτλο «Ηθοποιός σημαίνει φως;» να απαγγέλει στίχους του Κωνσταντίνου Καβάφη από το ποίημα  «Απολείπειν ο Θεός Aντώνιον» και στη συνέχεια στο σήριαλ «Της Ελλάδος τα παιδιά», σε μια εντολή που του δίνει ο Γιάννης Μπέζος να απαντάει «...Όλα τα επικίνδυνα στοιχεία απόψε θα είναι εξοδούχοι…».

Όπως λέει ο Δημήτρης «Πολύ σπάνια τυχαίνει να συναντήσω έναν δημοσιογράφο και να μη με ρωτήσει για το σήριαλ «Της Ελλάδος τα παιδιά»… Εκείνη τη στιγμή νιώθω σαν να μην έχω κάνει ούτε μισό βήμα στη ζωή μου, και ότι το μόνο που έχω κάνει είναι το συγκεκριμένο σήριαλ. Και μετά τίτλοι τέλους». Στα λόγια του Δημήτρη και στις εικόνες που έχεις από το τραγούδι του Σταμάτη, στην καινούργια μέρα, στο φως και στην ομορφιά που υπάρχει κρύβεται η απάντηση ότι το ταξίδι συνεχίζεται…

 Το οποίο άρχισε από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, έπειτα στην Ελλάδα της δεκαετίας του 80 στο θεατρικό του Πανεπιστημίου και σε αυτό που δεν είχε φανταστεί ότι θα εμφανιστεί και θα παίξει στην τηλεόραση. Στη συνέχεια μιλάμε για την Αθήνα της δεκαετίας του 90 και του εκσυγχρονισμού, προάγγελο της οικονομικής κρίσης, για το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών που πάλεψε και πρόσφερε τα μέγιστα την περίοδο της Πανδημίας,  τα social media, το χιούμορ και τέλος για τη λύτρωση που έρχεται πάντα από την Τέχνη…. 

 

Δημήτρη το ταξίδι της ζωής από πού ξεκίνησε ;

Γεννήθηκα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου στις αρχές της δεκαετίας του 60. Μερικά χρόνια πριν το καθεστώς είχε αλλάξει και την εποχή που γεννήθηκα εγώ είχαν αρχίσει να φαίνονται καθαρά τα σημάδια της κατάρρευσης της παλιάς ένδοξης πολύ-πολιτισμικής πόλης. Ωστόσο ένα μεγάλο κομμάτι της Ελληνικής παροικίας δεν ήθελε να δει την αλλαγή που είχε έρθει και εξακολουθούσε να ζει αναπολώντας το ένδοξο παρελθόν. Εγώ σαν παιδί δεν μπορούσα να το καταλάβω αυτό… ένιωθα ότι ήταν παράλογο να μεγαλώνω αναπολώντας. Γι’ αυτό δεν μου αρέσει να μιλάω για το παρελθόν… δεν έχω καλές σχέσεις με το παρελθόν. Αν θέλεις να ζήσεις πρέπει να σκέφτεσαι το σήμερα και το άλμα στο μέλλον.

Στην Ελλάδα ερχόμουνα τα περισσότερα καλοκαίρια για διακοπές. Μόνιμα ήρθα στην Αθήνα όταν τελείωσα το Λύκειο, το 1980. Έδωσα εξετάσεις για το Πολυτεχνείο, αλλά ευτυχώς δεν πέρασα, γιατί είχα ήδη αλλάξει γραμμή πλεύσης. Την επόμενη χρονιά έδωσα στο Οικονομικό, πέρασα. Ήταν μια επιλογή που βόλευε τα θέλω μου… και που μέχρι τότε δεν τολμούσα να τα εκμυστηρευτώ ούτε σε μένα τον ίδιο. Γράφτηκα λοιπόν στο Οικονομικό αλλά συγχρόνως ξεκίνησε και η περιπέτεια μου με το θέατρο. Για την ακρίβεια από την πρώτη κιόλας μέρα στη σχολή βρέθηκα στο θεατρικό του Πανεπιστημίου… από εκεί ξεκίνησε και η επαγγελματική μου καριέρα στο θέατρο, εκεί με είδαν και μου έκαναν επαγγελματικές προτάσεις πριν πάω ακόμα στη δραματική σχολή. Συνέχισα να παρακολουθώ τα μαθήματα στο Οικονομικό για κάποιο χρονικό διάστημα αλλά ήξερα ότι ήμουν αλλού δοσμένος.

 Όσον αφορά τη δεκαετία του 80  και τη μετέπειτα εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα, ποιο είναι εκείνο το γεγονός το οποίο έχει μείνει στη μνήμη σου, στην καρδιά και στην ψυχή σου ;

Η δεκαετία του 80 είναι η δεκαετία της ενηλικίωσής μου. Η δεκαετία που αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν τα θέλω μου… συμπίπτει δε με τον ερχομό του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Το 81 το ΠΑΣΟΚ γίνεται κυβέρνηση και η ελληνική κοινωνία αλλάζει σαν να πέρασε σίφουνας. Οπότε είναι αδύνατον συνειδητά ή ασυνείδητα να μη με σημάδεψε η δεκαετία του 80. Σήμερα όλη αυτή η δεκαετία καταγράφεται από κάποιους αρνητικά και αντιμετωπίζεται χλευαστικά και περιπαικτικά. Όμως αν γυρίσεις το χρόνο πίσω και κοιτάξεις με ειλικρίνεια, θα δεις ότι το ΠΑΣΟΚ έδωσε μια διαφορετική ώθηση στην ελληνική κοινωνία, έδωσε την ώθηση και την αλλαγή που χρειαζόταν η κοινωνία εκείνη τη στιγμή. Ανοίχτηκαν κάποιοι δρόμοι… και κλείσανε πληγές. Άλλο στο τέλος επικράτησαν τα «λαμόγια». Σαφώς ήταν μια δεκαετία με την κοινωνία πιο ανέμελη, πιο αισιόδοξη. Θυμάμαι την εικόνα της Ελλάδας της δεκαετίας του 70, μπορεί να ήμουν παιδάκι αλλά τη θυμάμαι καθαρά… η δεκαετία του 70 ήταν μια σφιγμένη δεκαετία από όλες τις απόψεις. Έχω προλάβει τις γειτονιές, τα χαμηλά σπίτια. Μπορεί κάποιοι να αναπολούν τις δεκαετίες του 60 και του 70 και τον τρόπο ζωής που χάθηκε, τις σχέσεις των ανθρώπων που άλλαζαν, αλλά δε νομίζω ότι θα ήθελαν στα αλήθεια να επιστρέψουν σε αυτές τις δεκαετίες. Μας αρέσει πάντα να πασπαλίζουμε το παρελθόν με αστερόσκονη και να λέμε ότι τότε όλα ήταν εξαιρετικά.       

Η πρώτη επαφή & εμφάνιση με την τηλεόραση πότε έγινε ; 

Ήταν το 1985. Ήμουν στο πρώτο έτος της Σχολής του Γιώργου Θεοδοσιάδη και με έστειλαν από τη σχολή στην οντισιόν που γινόταν για να βρουν το μικρό γιο του Κώστα Βουτσά για το σήριαλ «Ο Ανδροκλής και τα λιοντάρια του». Είχε περάσει πολύς κόσμος από την οντισιόν γιατί είχε γίνει και ανακοίνωση στις εφημερίδες. Με άκουσε ο σκηνοθέτης, ο Νίκος Κουτελιδάκης, και μου είπε ότι αν με διαλέξουν θα με πάρουν τηλέφωνο σε λίγες μέρες. Το γραφείο παραγωγής ήταν στην 3ης Σεπτεμβρίου. Έφυγα με τα πόδια για επιστρέψω στην Κυψέλη που έμενα. Όταν έφτασα σπίτι είχαν ήδη τηλεφωνήσει. Ήταν μια ωραία στιγμή! Μια μεγάλη τύχη και εμπειρία να βρεθώ δίπλα στον Κώστα Βουτσά – που ήταν υπέροχος ηθοποιός και άνθρωπος. Νιώθω πολύ τυχερός που βρέθηκα κοντά του. Να σημειώσω ότι τότε υπήρχαν μόνο δύο κανάλια η ΕΡΤ1 & η ΕΡΤ2. Συμμετείχα σε ένα σήριαλ που έκανε πάνω  από 80% ακροαματικότητα… έγινα αναγνωρίσιμος από τη μια στιγμή στην άλλη και δεν μπορούσα να κυκλοφορήσω ξένοιαστα πια στο δρόμο. Αυτή η υπερέκθεση, που ήρθε πάρα πολύ νωρίς, στο ξεκίνημα της καριέρας μου, μου έκανε καλό γιατί μου έμαθε πολλά πράγματα. Με έκανε να καταλάβω ότι αναγνωρίσιμος, δεν σημαίνει και καλός ηθοποιός. Πολλές φορές όλα αυτά τα συγχέουμε στο μυαλό μας και τα μεταφράζουμε κατά πως μας βολεύουν. Η σειρά ξεκίνησε να προβάλλεται το Φλεβάρη του 1985 και ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι, σε 26 επεισόδια. Δεν με είχα φανταστεί ποτέ να παίζω στην τηλεόραση, δεν ήταν κάτι που ήθελα εκείνη τη στιγμή, και βρέθηκα να συμμετέχω σε μια σειρά που έκανε τεράστια επιτυχία. Θυμάμαι μάλιστα όταν έβλεπα σειρές και δεν μου άρεσαν κορόιδευα. Η μαμά μου πάντα με γείωνε και μου έλεγε «παίξε πρώτα και εσύ και μετά μίλα!». Θυμάμαι επίσης την απαξίωση που υπήρχε από τους ηθοποιούς του θεάτρου για την τηλεόραση εκείνα τα χρόνια. Αντιμετώπιζαν τους ηθοποιούς που έπαιζαν στην τηλεόραση σαν υποδεέστερους. Αυτό κράτησε για αρκετά χρόνια μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 90. Υπήρχε μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους ηθοποιούς που υπηρετούσαν την ψυχαγωγία και τη μικρή οθόνη και τους άλλους τους εκλεκτούς που υπηρετούσαν το θέατρο και την υψηλή τέχνη. Έχω ζήσει πολλούς τέτοιους αποκλεισμούς και εμπόδια για μεγάλο διάστημα.

Αφήνοντας πίσω τον Ανδροκλή & τα λιοντάρια του, τη δημόσια τηλεόραση και μπαίνοντας σιγά σιγά στο κομμάτι της ιδιωτικής τηλεόρασης, υπήρξε κάτι που σε τρόμαξε ; 

Τα πρώτα χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης ήταν περιπετειώδη, με θετικό πρόσημο κατά τη γνώμη μου. Στα πρώτα της βήματα η ιδιωτική τηλεόραση στελεχώθηκε από ανθρώπους με μικρή σχετική εμπειρία, εκτός από τα στελέχη που προέρχονταν από την ΕΡΤ, και πολύ κέφι για δουλειά. Τα νέα στελέχη είχαν πολύ διάθεση για δουλειά και ήταν διατεθειμένα να δοκιμάσουν και καινούργια πράγματα. Οπότε ζήσαμε κατά κάποιο τρόπο κάτι ανάλογο με αυτό που είχαμε ζήσει μερικά χρόνια πριν με την ελεύθερη ραδιοφωνία. Ήταν πολύ γόνιμα εκείνα τα πρώτα χρόνια. Οι δημιουργοί ένιωθαν πως έπνεε ένας άλλος αέρας και ένιωθαν πως άξιζε να το παλέψουν. Μιλάω κυρίως για τα ψυχαγωγικού τύπου προγράμματα και τα σήριαλ… εκεί που κατά κάποιο τρόπο τα δυο κρατικά κανάλια υστερούσαν και οι επιλογές τους έμοιαζαν πολύ  συντηρητικές δεν συμβάδιζαν με τις απαιτήσεις του κοινού και της εποχής.

Η ιδιωτική τηλεόραση άρχισε να με τρομάζει μετά το 1996-1997 τότε που στάθηκε στα πόδια της και θωρακίστηκε. Τα στελέχη της έπαψαν να ψάχνονται δημιουργικά… άρχισαν να αντιγράφουν κατά γράμμα τα ξένα format και στραγγάλισαν κάθε τι διαφορετικό.

Έχω την αίσθηση ότι στην τηλεοπτική σειρά «Απαράδεκτοι», οι ηθοποιοί που συμμετείχαν πέρα από την εμφάνισή τους στο επεισόδιο, περνούσαν όμορφα και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, είναι αλήθεια ; Η ιδέα για το σήριαλ «Της Ελλάδος τα παιδιά» πως προέκυψε ;  

Αυτό είναι αλήθεια. Οι ηθοποιοί που συμμετείχαν το διασκέδαζαν. Μάλιστα, τις περισσότερες φορές το επεισόδιο είχε γραφτεί ειδικά για τον guest. Ο guest το ήξερε… εμείς είχαμε το οκ από την παραγωγή… η σειρά έσκιζε… οπότε οι guest ερχόταν και έδιναν τον καλύτερο εαυτό τους… Στους «Απαράδεκτους», συμμετείχα και στο δημιουργικό στήσιμο των  επεισοδίων, δηλαδή στις ιδέες και στις σκαλέτες… εκτός από τη θρυλική εμφάνισή μου ως «Ρωμαίος»,

Ένα χρόνο μετά ήρθαν «Της Ελλάδος τα παιδιά». Η ιδέα προέκυψε από το Δημήτρη Βενιζέλο, τον πρώτο σεναριογράφο της σειράς ο οποίος δεν είναι πια στη ζωή. Είχε υπηρετήσει μέρος της θητείας του στο γραφείο τύπου της Αεροπορίας, το οποίο βρισκόταν στην Πλατεία Μαβίλη και είχε ως αντικείμενο τις δημόσιες σχέσεις της Αεροπορίας. Εκεί υπηρετούσαν όλοι οι «τσάτσοι», δημοσιογράφοι,  τραγουδιστές, καλλιτέχνες, κλπ… όλα μεγάλα τα βύσματα. Όπως καταλαβαίνεις όσοι υπηρετούσαν στο συγκεκριμένο γραφείο είχαν το μυαλό τους στην καριέρα τους, τους ένοιαζε πως θα κρατήσουν τις επαφές τους… Οι ήρωες της σειράς κατά κάποιο τρόπο υπήρχαν και στην πραγματικότητα.       

Πέρα από την τηλεόραση έχεις κάνει κινηματογράφο, θέατρο ;

Έχω προλάβει τον εμπορικό ελληνικό κινηματογράφο, όπως αρέσει σε κάποιους να τον αποκαλούν,  έχω παίξει σε 4 ταινίες της δεκαετίας του 80… έπαιξα και σε βιντεοκασέτες. Τα τελευταία χρόνια έχω κάνει ωραίες κινηματογραφικές συνεργασίες με σκηνοθέτες όπως ο Κωστής Σαμαράς, ο Κάρολος Ζωναράς, η Κατερίνα Γιαννακοπούλου… κι έχω συνεργαστεί σε κινηματογραφικά σενάρια. Για το θέατρο τι να πω… από το θέατρο ξεκίνησα. Στο θέατρο δοκιμάστηκα και με άλλες ιδιότητες… του μεταφραστή, του σκηνοθέτη, και του παραγωγού, σε ανεξάρτητες χαμηλού προϋπολογισμού παραγωγές. Στο θέατρο μου δόθηκε η ευκαιρία να στήσω μια δουλειά και να παρακολουθήσω όλη την πορεία της… να φέρω εγώ αποκλειστικά την ευθύνη για τις επιλογές μου. Κι αυτό είναι ωραίο γιατί αναμετριέσαι με τον εαυτό σου και τα λάθη σου… μαθαίνεις από αυτά.

Η Αθήνα και η ιδιωτική τηλεόραση «πορεύονται» μαζί ; δηλαδή μέσα από τα διαφημιστικά έσοδα, τις αμοιβές και τα χρήματα πάει παράλληλα με τον εκσυγχρονισμό & την  ανάπτυξη της Αθήνας ξεκινώντας από το 1996 και φτάνοντας μέχρι το 2008 ;   Πάνε χέρι - χέρι ;

Με κάποιο τρόπο, ναι. Η περίοδος στην οποία αναφέρεσαι ήταν η εποχή με τις παχιές αγελάδες… σε όλους τους τομείς. Η τηλεόραση ήταν ένας αντικατοπτρισμός αυτού που συνέβαινε στην ελληνική κοινωνία… και φυσικά η Αθήνα σαν πρωτεύουσα που ετοιμαζόταν να υποδεχτεί τους Ολυμπιακούς Αγώνες ήταν μπροστάρης. Την τετραετία μετά από τους Ολυμπιακούς νιώσαμε τους πρώτους οικονομικούς κραδασμούς… αλλά δεν θέλαμε να πιστέψουμε ότι θα ακολουθήσουν πολύ πιο δύσκολα.  

 Πως είναι δυνατόν κανέναν μα κανέναν να μην τον αφορά έμμεσα και άμεσα όλο αυτό το οικοδομικό τετράγωνο που βρίσκεται κάτω από την Ομόνοια, μέχρι το Σταθμό Λαρίσης με ανθρώπους ναρκομανείς, παρατημένους και αναρωτιέμαι εγώ προσωπικά εάν αυτό λέγεται πόλη, ευρωπαϊκή πρωτεύουσα και χώρα, στην οποία περνάς δίπλα από κάποιον ο οποίος αυτοκτονεί καθημερινά….

Όλες οι πρωτεύουσες έχουν γκέτο… πάντα είχαν. Ο κόσμος που περιγράφεις πριν μερικά χρόνια κινείτο στην οδό Τοσίτσα… στον πεζόδρομο ανάμεσα στο Αρχαιολογικό Μουσείο και το Πολυτεχνείο… αν είναι δυνατόν. Εκεί γινόταν ένα μεγάλο μέρος της διακίνησης, εκεί ζούσε μια μεγάλη μερίδα του κόσμου που περιγράφεις. Και αναρωτιόσουν μα μόνο εγώ βλέπω τι συμβαίνει; Η πολιτεία που είναι; Αυτό που μου περιγράφεις είναι ένα μέρος του τι συμβαίνει στην καρδιά της Αθήνας. Πιστεύω ότι τα γκέτο δεν δημιουργούνται τυχαία… κάποιος αφήνει να δημιουργηθούν. Οι περιοχές ούτε υποβαθμίζονται ούτε αναβαθμίζονται και γίνονται μόδα ξαφνικά… έτσι κατά τύχη.

Από τα νούμερα της επιθεώρησης στα οποία μεγάλωσαν γενιές και γενιές, πως φτάσαμε στα «νούμερα» της τηλεόρασης ;    

Τα νούμερα της επιθεώρησης ψυχαγώγησαν, έκαναν κριτική στα κακώς κείμενα, και λύτρωσαν με το γέλιο που πρόσφεραν. Σήμερα η τηλεόραση έχει δυο ειδών νούμερα. Τα νούμερα της τηλεθέασης, που είναι πραγματικοί αριθμοί,  και θα έπρεπε να αφορούν μόνο τα στελέχη και τους διευθυντές προγράμματος…Και τα «άλλα νούμερα»… γνήσια τέκνα της τηλεόρασης, λίγο τερατάκια βέβαια. Είναι τα κακέκτυπα ενός ανύπαρκτου star system… γέννημα θρέμμα των ενημερωτικών εκπομπών, δηλαδή των κουτσουμπολίστικων εκπομπών… που μας προβάλλουν την ασημαντότητα σαν κάτι το σπουδαίο… Δυστυχώς υπάρχουν άνθρωποι που είναι διατεθειμένοι να παλέψουν στο Κολοσσαίο της TV για 15 λεπτά δημοσιότητας. Είναι το νέο συναρπαστικό είδος «καθημερινής σειράς»… Κι εμείς αραγμένοι στον καναπέ μας τους απολαμβάνουμε και αναρωτιόμαστε «Ποιος τις βλέπει αυτές τις μαλακίες;». Εμείς φυσικά…

Κάνω μια παρένθεση, και θέλω να σου εκμυστηρευτώ ότι δεν μου αρέσουν οι συνεντεύξεις, γιατί το τελευταίο καιρό όλοι μιλάνε και μιλάνε για τα πάντα με πολύ μεγάλη ευκολία. Εγώ πολύ θα ήθελα να μπορούσα να μην κάνω συνεντεύξεις ή να κάνω μόνο όταν χρειάζεται για να προωθήσω τη δουλειά μου. Πολύ σπάνια τυχαίνει να «συναντήσω» έναν δημοσιογράφο και να μη με ρωτήσει για το σήριαλ «Της Ελλάδος τα παιδιά», για χιλιοστή φορά. Όπως σου ανέφερα και νωρίτερα έχω μια ιδιαίτερη σχέση με το παρελθόν. Είναι σαν να νιώθω ότι δεν έχω κάνει ούτε μισό βήμα στη ζωή μου, και ότι το μόνο που υπάρχει είναι το συγκεκριμένο σήριαλ… Επίσης, το κοινό έχει γαλουχηθεί να σε ακούει να παραπονιέσαι, να διαμαρτύρεσαι, να βρίζεις το σύστημα και την κοινωνία… τότε είσαι ένας «ευπρόσδεκτος καλεσμένος» των εκπομπών και των καναλιών… διαφορετικά τρως πόρτα… δεν σε παίζουν. Μου έχει συμβεί δεν το λέω έτσι...

Με την έλευση της οικονομικής κρίσης το  2008-2009 στο κομμάτι το πολιτιστικό, το καλλιτεχνικό, της διασκέδασης, ποιος πιστεύεις ότι είναι ο κόσμος ο οποίος «έσβησε» εκείνη την περίοδο ;

Ναι, κάποιοι έγιναν τα μαύρα πρόβατα εκείνη την περίοδο και πλήρωσαν τα σπασμένα… τις ενοχές μας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ένας κόσμος περιθωριοποιήθηκε, του φόρτωσαν τις ενοχές για έναν τρόπο ζωής… το κοινό γύρισε την πλάτη σε κάποιους. Αυτό αφορά περισσότερο τη νυχτερινή διασκέδαση και το life style. Συρρικνώθηκε ο τρόπος διασκέδασης και η δισκογραφία που υποστήριζε τα νυχτερινά μαγαζιά. Οι κρίσεις δημιουργούν πάντα κάτι το καινούργιο, όχι απαραίτητα καλύτερο, ο κόσμος είναι πρόθυμος να πιστέψει στο καινούργιο. Από τα ίδια μέσα και κέντρα αναδύθηκαν κάποιες νέες δυνάμεις, νέα ονόματα. Δημιουργήθηκε ένας άλλος κόσμος πιο ψαγμένος, που κουβαλούσε άλλη νοοτροπία και ήθος… Κάποιοι φυσικά υπερεκτιμήθηκαν και πήραν κάτι πολύ περισσότερο από αυτό που στ’ αλήθεια αξίζουν.

Αφήνοντας πίσω την οικονομική κρίση και βγαίνοντας λίγο στο ξέφωτο τόσο από την πλευρά σου, όσο και από τους συναδέλφους σου, ποια στάση ζωής κρατήσατε μετέπειτα ; Αντιληφθήκατε τι ακριβώς είχε συμβεί ;

Στο ξέφωτο δεν βγήκαμε ποτέ… απλά προσαρμοστήκαμε στις καινούργιες συνθήκες. Αυτά που συνέβησαν μετά το 2012 ισοπέδωσαν τις εργασιακές μας σχέσεις… που παραμένουν ακόμα έτσι γιατί  η πολιτεία δεν ενδιαφέρεται να τις ρυθμίσει. Ο καθένας από εμάς έχει διαφορετικές ανάγκες οπότε δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε ενιαία στάση… Κάποιοι είχαν την οικονομική δυνατότητα να περιμένουν και να μείνουν εκτός δουλειάς για κάποιο διάστημα μέχρι να καταλαγιάσουν τα πράγματα και να επανέλθουν… και κάποιοι άλλοι έπρεπε να δουλέψουν και να προσαρμοστούν βίαια στις καινούργιες συνθήκες. Πάντα έπρεπε να αγωνιστείς στο συγκεκριμένο χώρο… πότε δεν ήταν ειδυλλιακά και εύκολα τα πράγματα σε καμία εποχή.

Για ποιο λόγο πιστεύεις ειλικρινά από τον καιρό της οικονομικής κρίσης έως τον καιρό της πανδημίας, ένα μεγάλο  κομμάτι του καλλιτεχνικού κόσμου έμαθε ή δεν έμαθε ότι όλοι μαζί είναι καλύτερα,  από το να δίνει ο  καθένας ξεχωριστή απάντηση και μάχη ;  

Ο χώρος μας είναι πολύ ανταγωνιστικός. Όλοι ψάχνουν τη στιγμή που θα τους δοθεί η ευκαιρία και θα την αρπάξουν για να κάνουν το άλμα. Άρα είναι δύσκολο το «όλοι μαζί»… δεν έχουμε γαλουχηθεί έτσι. Δεν υπάρχει η έννοια της συντεχνίας που προστατεύει το χώρο της με την ευρύτερη έννοια. Δεν μας αρέσουν οι κανόνες... δεν μας βολεύουν. Η οικονομική κρίση έφερε την κατάρρευση των συμβάσεων στο θέατρο… αυτό «αξιοποιήθηκε» από κάποιους καταστροφικά. Από τη μια άνοιξε το δρόμο σε κάποιες ομάδες να «στήσουν» πιο εύκολα δουλειές και να βγουν καινούργιες δυνάμεις! Οι παραγωγοί απ’ την μεριά τους εκμεταλλεύτηκαν τη στιγμή για να ευτελίσουν τις αμοιβές μας. Πιστεύω ότι μόνοι μας βγάλαμε τα μάτια μας. Δυστυχώς, ακόμα έτσι παραμένουν τα πράγματα.       

Το χιούμορ τόσο κατά τη διάρκεια της κρίσης όσο και της πανδημίας βοήθησε ; ‘Η είναι εντελώς διαφορετικές στιγμές αυτές που βίωσε ο Έλληνας ;

Είναι δυο πολύ διαφορετικές στιγμές. Στην κρίση δεν υπήρχε τόσος χώρος και χρόνος για χιούμορ. Αντίθετα στην πανδημία υπήρχε και χώρος και χρόνος. Επίσης στα χρόνια που μεσολάβησαν από την κρίση τα Social Media θέριευσαν. Το χιούμορ στην πανδημία λειτούργησε ευεργετικά και δημιουργικά θα έλεγα. Ήταν ένας άτυπος διαγωνισμός ποιος θα φτιάξει το καλύτερο βιντεάκι… Ο κόσμος κατέφευγε στα χιουμοριστικά βιντέακια… διασκέδαζε… εκφράστηκε…έπιασε τον παλμό της στιγμής.

Σε σχέση με τα social media τι ακριβώς συνέβη και «αποφασίσαμε» την  ιδιωτική μας στιγμή να την  κάνουμε δημόσια  και να τη βγάλουμε στη φόρα ;

Τα social media εξυπηρετούν την ανάγκη μας να ξεφυλλίσουμε δημόσια το προσωπικό μας άλμπουμ. Να μοιραστούμε τις προσωπικές μας στιγμές αλλά και την ματαιοδοξία μας. Αυτή η ανάγκη έγινε ξαφνικά παγκόσμια… Νιώθουμε την ανάγκη να ξεφύγουμε από τα όρια του μικρόκοσμου μας… να μοιραστούμε καλές και κακές μας στιγμές με αγνώστους… Δεν ξέρω αν έχει συμβεί κάτι ανάλογο σε άλλες εποχές… Μέχρι εδώ όλα καλά. Το πρόβλημα αρχίζει όταν χρησιμοποιούμε τα social για να εκφράσουμε τις απόψεις μας που πρέπει ντε και καλά να ακουστούν… και στη συνέχεια να επιτεθούμε και να βρίσουμε όποιον δεν τις αποδέχεται. Κάποιοι νιώθουν ότι με αυτό τον τρόπο ολοκληρώνονται σαν προσωπικότητες. Θα σου αναφέρω ένα προσωπικό παράδειγμα. Πριν μερικούς μήνες έκανα ένα video σε ένα  αθλητικό site το Gazzetta που μιλούσα για τον Παναθηναϊκό και πως έγινα Παναθηναϊκός… καμία αναφορά σε άλλες ομάδες. Δεν μπορείς να φανταστείς τι μου «σούρανε» στο Facebook, και στο site, κυρίως οι Ολυμπιακοί. Βρισίδια και ατάκες του τύπου «έτσι όπως είναι αυτός μόνο Παναθηναϊκός θα ήταν». Έφτασαν να ταυτίσουν την προσωπικότητά μου με τον «Χλαπάτσα»… Και να φανταστείς ότι εγώ είμαι ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων που δεν προκαλεί…Έχει ξεφύγει η κατάσταση…

Εάν το 90 με τον ερχομό της ιδιωτικής τηλεόρασης και την μεγάλη ακροαματικότητά της, σήμερα 30 χρόνια μετά μπορούμε να πούμε ότι το Ίντερνετ την «έπνιξε» ;         

Την πίεσε και θα την πιέσει κι άλλο τα επόμενα χρόνια. Γιατί το Ίντερνετ είναι πιο γρήγορο… πιο άμεσο και μπορεί να ασχολείται με μια πληθώρα από θέματα, από τα απλά καθημερινά μέχρι τα εξειδικευμένα, που η τηλεόραση δεν μπορεί να τα χωρέσει. Σε λίγα χρόνια η τηλεόραση θα είναι μόνο συνδρομητική. Το ίντερνετ για την ώρα σου προσφέρει ελευθερία… εσύ αποφασίζεις πως θέλεις να τη  διαχειριστείς. Εσύ αποφασίζεις σε ποιο κοινό θέλεις να απευθυνθείς… και πόσο  νερό είσαι διατεθειμένος να βάλεις στο κρασί σου για να κάνεις τα γούστα του κοινού και να του γίνεις αρεστός. Το Ίντερνετ προσφέρει άπειρες δυνατότητες και επιλογές.   

Το Θέατρο αυτή τη στιγμή και δύο μήνες πριν ξεκινήσει η καινούργια θεατρική χρονιά, νιώθεις ότι από όλους τους ανθρώπους που το υπηρετούν, υπάρχει ένας προγραμματισμός ;

Υπάρχει προγραμματισμός, αλλά πρέπει να είμαστε έτοιμοι για ενδεχόμενες ανατροπές. Μόνο οι Κρατικές σκηνές έχουν τη δυνατότητα να τηρήσουν τον προγραμματισμό τους. Οι παραγωγοί – ανεξαρτήτως μεγέθους, θα ζουν με τον φόβο ότι ξαφνικά μπορεί να κλείσουν.     

Από το 2020 το Φεβρουάριο που ξεκίνησε η πανδημία μέχρι και σήμερα, έχει περάσει 1 ½ χρόνος. Στο κομμάτι των ηθοποιών υπήρξε μια αλληλεγγύη, μια σκέψη, ένα «νοιάξιμο» του ενός προς τον άλλο,  τι πιστεύεις  ;  

Το Σωματείο των Ελλήνων Ηθοποιών άνοιξε την αγκαλιά του για όλους μας. Το έκανε συστηματικά, ουσιαστικά, και διακριτικά. Και του αξίζει ένα τεράστιο μπράβο. Δεν ξέρω τι συνέβη στις καλλιτεχνικές παρέες…

Γιατί στο Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών άνθρωποι οι οποίοι έχουν μεγάλη και μακρά πορεία στην τηλεόραση, στον κινηματόγραφο και στο θέατρο δεν έχουν γραφτεί ή δεν θέλουν να συμμετάσχουν σε συλλογικές διαδικασίες ;  Διεκδικώντας για τον εαυτό τους και για όλους τους υπόλοιπους συναδέλφους καλύτερες συνθήκες εργασίας και συλλογικές συμβάσεις από την κυβέρνηση.  

Είμαι μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών από το 1985. Πρόλαβα συνελεύσεις στις οποίες συμμετείχαν και ηγούνταν πολύ μεγάλα ονόματα του θεάτρου μας… και που έμπαιναν μπροσταρήδες στις διεκδικήσεις. Σε εκείνες τις συνελεύσεις υπήρχε πάθος, ένταση και παλμός που δεν μπορώ να σου περιγράψω! Παρά τις έντονες πολιτικές αντιπαραθέσεις στο τέλος υπερίσχυε το συμφέρον του κλάδου και όχι κάποια κομματική γραμμή. Στη συνέχεια οι κομματικές γραμμές επικράτησαν και το ΣΕΗ άλλαξε… και κάποια στιγμή η πλειοψηφία των ηθοποιών του γύρισε την πλάτη και το απαξίωσε.

Τα 2 τελευταία χρόνια οι ηθοποιοί επέστρεψαν στο σωματείο τους. Υπάρχει μια νέα διοίκηση που διεκδικεί χωρίς να ορθώνει γύρω της τείχη απομόνωσης. Ήρθε και η πανδημία και το #metoo και οι ηθοποιοί συσπειρώθηκαν πάλι γύρω από το σωματείο τους. Τα πράγματα μοιάζουν αισιόδοξα…

 Έχοντας διασχίσει μια περίοδο 30 ετών, από το 1991 στην ιδιωτική τηλεόραση & στη δημόσια τηλεόραση, πόσο ρόλο πιστεύεις έχει παίξει στην αποχαύνωση της κοινωνίας & της νεολαίας ;

Η ιδιωτική τηλεόραση είναι αυτή που κατά κύριο λόγο πρόβαλε τα στρεβλά πρότυπα… τις λάθος αξίες και μοντέλα ζωής. Μέσα από τις δήθεν κοινωνικές εκπομπές πρόβαλε το ψεύτικο και το ασήμαντο…μας βομβάρδισε με άχρηστες πληροφορίες, έπλασε λάθος προτεραιότητες, αγιοποίησε πρόσωπα. Με δυο λόγια μας πούλησε φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Η ιδιωτική τηλεόραση διαμόρφωσε λάθος πρότυπα και συνειδήσεις σε μεγάλη μερίδα του κοινού. Η κρατική τηλεόραση δεν ήταν ποτέ ελκυστική ως προϊόν. Όμως ας μην τα φορτώνουμε όλα στην τηλεόραση είτε αυτή είναι ιδιωτική είτε κρατική… φέρουμε κι εμείς την ευθύνη μας.

Μόνο η ελληνική κοινωνία κατά συρροή πέφτει από τα σύννεφα ή το ίδιο γίνεται και στις άλλες χώρες ;

Παντού συμβαίνει… θα ήταν πραγματικά άδικο να πούμε ότι αυτό συμβαίνει μόνο στη δική μας κοινωνία. Απλά επειδή εδώ είμαστε μικρό χωριό σε σχέση με το εξωτερικό,  και τα πράγματα παίρνουν άλλη διάσταση. Γιατί είναι λιγότερα τα πρόσωπα με τα οποία ασχολούμαστε οπότε είναι και άλλες οι διαστάσεις. Σε όλες τις κοινωνίες υπάρχουν τα κουτσομπολίστικα περιοδικά, τα gossip τους, απλά τα μεγέθη είναι διαφορετικά.   

 Στην περίοδο της οικονομικής κρίσης οι ηθοποιοί ο καθένας με τον τρόπο του μίλησε πιστεύεις, υπερασπίστηκε ανθρώπους, βγήκε μπροστά, ανέδειξε πράγματα; Ή ενσωματώθηκε σε μια αντίληψη και υπηρέτησε έναν συγκεκριμένο τρόπο για να σταθεί εντός του συστήματος ;

Έχω την αίσθηση ότι δεν συνέβη ούτε το ένα ούτε το άλλο. Δεν είναι τόσο ευδιάκριτη ούτε η μία εκδοχή ούτε η άλλη. Θα αδικήσω κάποιους και δεν θα το ήθελα.

 Υπήρξε ένα έργο θεατρικό το οποίο να ανέβηκε κατά την περίοδο της κρίσης, να το είδε, να το άκουσες και να πίστεψες βαθιά μέσα σου ότι οι ηθοποιοί που έπαιξαν, ο σκηνοθέτης, ο συγγραφέας μιλήσανε για αυτή την περίοδο της χώρας ;

Νομίζω ότι πολλά σχήματα, κυρίως ομάδες, δοκιμάσαν να μιλήσουνε για το θέμα της κρίσης. Εγώ δεν έτυχε να παρακολουθήσω κάποια παράσταση που να διαχειρίζεται το συγκεκριμένο θέμα, οπότε δεν μπορώ να έχω γνώμη.

 Εάν θυμάμαι καλά αποφάσισες να ανεβάσεις ένα θεατρικό έργο με τίτλο «100 ρόλοι που δεν έπαιξα»….  

Ναι, είναι ένα ιδιαίτερο κείμενο. Ένας κωμικοτραγικός μονόλογος… με βασικό θέμα την αποδοχή και την απόρριψη. Ένα άλλο θέμα που διατρέχει το έργο είναι το θέμα της «εικόνας μας»… δηλαδή ποια εικόνα έχουμε εμείς για τον εαυτό μας και ποια εικόνα έχουν οι άλλοι για μας. Συχνά έχουμε πολύ διαφορετική εικόνα για τον εαυτό μας, από την εικόνα που έχει ο κόσμος για εμάς.

Ο τίτλος είναι εσκεμμένα παραπλανητικός, οι θεατές περιμένουν να με δουν να παίζω… διακωμωδώ «100 ρόλους», και έρχονται αντιμέτωποι με κάτι άλλο.

 Φεύγοντας το κοινό από μια παράσταση ποιο είναι το πιο σημαντικό πράγμα για εσένα - είτε από μια κωμωδία είτε από ένα δράμα - που θα λάβει ως κληρονομιά από το έργο και όλους τους συντελεστές ;

Αρχικά το κοινό δεν προσλαμβάνει με τον ίδιο τρόπο. Ο κάθε θεατής έχει διαφορετική εξοικείωση με το θέατρο… Άλλος βλέπει 10 με 20 παραστάσεις το χρόνο… άλλος μια φορά το χρόνο… και άλλος βλέπει θέατρο για πρώτη φορά στη ζωή του. Ο κάθε θεατής θα αποκομίσει κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που βλέπει. Για μένα το ζητούμενο είναι η παράσταση να βάλει το θεατή στη διαδικασία να μιλήσει για αυτό που παρακολούθησε – όχι ως ειδικός φυσικά. Αλλά να τον απασχολήσει με κάποιο τρόπο… να τον βάλει σε μια διαδικασία… ακόμα και σε μια αρνητική κριτική. Για μένα είναι σημαντικό να καταφέρνει η παράσταση να βάζει το κοινό στη διαδικασία να κουβεντιάσει για αυτό που παρακολούθησε...  

 Λίγο πριν κλείσουμε  θέλω να σου πω μια ιστορία με τον πατέρα μου… & τη σχέση μου με το παρελθόν… Ο πατέρας μου είχε στην Αλεξάνδρεια, μαζί με τον αδερφό του, ένα πολύ μικρό ζαχαροπλαστείο σε πολύ κεντρικό δρόμο της πόλης… στην οδό Nabi Daniel 43. Ένα ζαχαροπλαστείο που έφτιαχνε μπουγάτσες, τυρόπιτες, λουκουμάδες και ανατολίτικα γλυκά. Το ζαχαροπλαστείο άνοιξε τη δεκαετία του 40 και έκλεισε το 1981. Από εκεί περάσανε βασιλιάδες, πατριάρχες, κατοπινοί επαναστάτες Νάσερ, Σαντάντ και άλλοι. Τo ζαχαροπλαστείο του μπαμπά μου αναφέρεται και σε μυθιστορήματα…

Ο πατέρας μου λοιπόν, όταν ξεκίνησε η ελληνική παροικία να συρρικνώνεται και να επαναπατρίζεται, θα μπορούσε να συνεχίσει τη δραστηριότητά του στην Ελλάδα. Ήδη ένα μεγάλο κομμάτι της παροικίας είχε έρθει στην Αθήνα και θα μπορούσε να τον στηρίξει στο νέο ξεκίνημα. Εκείνος όμως δεν το θέλησε, έμεινε εκεί μέχρι το τέλος... Ήξερε ότι δεν θα υπήρχε κάποια συνέχεια, οπότε δεν είχε νόημα το εγχείρημα. Ούτε θέλησε να καταγράψει τις συνταγές. Αυτό πως σου φαίνεται; Τον παρακαλούσε η μαμά μου να γράψει τις συνταγές. Οι οικογενειακοί μας φίλοι ζητούσαν τις συνταγές, για προσωπική χρήση, τις συνταγές που τους θύμιζαν της μέρες της Αλεξάνδρειας. Εκείνος όμως επέμενε, χωρίς πείσματα, ότι ο κύκλος του ζαχαροπλαστείου έκλεισε... άρα και οι συνταγές.

Έτσι οι συνταγές δεν γράφτηκαν ποτέ, δεν έμεναν… Δεν ήταν καθόλου ματαιόδοξος... ήξερε ότι ο κύκλος έκλεισε κι ότι δεν υπήρχε λόγος να αναπολούμε την Αλεξάνδρεια και το παρελθόν – μέσω των συνταγών. Ήταν πολύ συνειδητή η στάση του!      

 Από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου στην Ελλάδα ζώντας σε αυτή τη χώρα πολλά χρόνια· γνωρίζοντας ανθρώπους και ερχόμενος σε επαφή με αυτό το ιερό που λέγεται ηθοποιός, ποιες είναι εκείνες οι λέξεις και εκείνα τα γνωρίσματα που σου πρόσφερε η Τέχνη;          

Η Τέχνη μου πρόσφερε τη λύτρωση. Σε όλες τις φάσεις της ζωής μου η τέχνη που ακολούθησα, η τέχνη του ηθοποιού, λειτούργησε για μένα λυτρωτικά! Ξέρω ότι ο ηθοποιός είναι ένα επάγγελμα… όσες φορές το ξέχασα το πλήρωσα ακριβά… Πάντα έβρισκα ένα στοιχείο λύτρωσης στη δουλειά μου, ακόμα και στις δουλειές που δεν μου άρεσαν και δεν ήταν του γούστου μου, αλλά έπρεπε να πάω για να βιοποριστώ… Ή σε δουλειές που πήγα με άλλες προσδοκίες και τα πράγματα εξελίχτηκαν πολύ διαφορετικά. Ποτέ δεν ένιωσα να βαλτώνω… ποτέ δεν σκέφτηκα «ωχ, έτσι θα πορεύομαι»… Πάντα με ένα μαγικό τρόπο, μέσα από τη δουλειά, υπήρχε μια ανατροφοδότηση, μια αναζωογόνηση. Και μια προσμονή ότι η επόμενη φορά θα είναι καλύτερη… Σε πιεστικές στιγμές η Τέχνη λειτουργεί λυτρωτικά… δεν γνωρίζω αν αυτό συμβαίνει και σε άλλα επαγγέλματα…είναι κάτι που για μένα δεν θα απαντηθεί ποτέ. 

 

 

 

 

Κοινοποίηση
Tweet

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Σχόλια

Culture