Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Γυναικοκτονία Ρούλα Πισπιρίγκου Travel West Forum
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

/

"Προστασία των συμφερόντων της πολιτείας από αξιόποινες πράξεις Υπουργών"

"Προστασία των συμφερόντων της πολι...

Παρέμβαση της Μαρίας Κυριακοπούλου στη Βουλή

 

«Η  επίρριψη πολιτικών  ευθυνών, η αποδοκιμασία της κοινής γνώμης και η παραίτηση  ή παύση μέλους της Κυβέρνησης δεν  αρκούν όταν έχει τελεσθεί ποινικά κολάσιμη πράξη. Το περί δικαίου αίσθημα, αλλά και οι αρχές του κράτους δικαίου επιβάλλουν την ποινική δίωξη, πολλώ δε μάλλον όταν διαπράττονται αδικήματα σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος από εκείνους που ο λαός έχει εκλέξει για τον ακριβώς αντίθετο σκοπό, για να προστατεύουν, δηλαδή, και να προάγουν το δημόσιο συμφέρον. Δεν νοείται να νομοθετούμε με στόχο την δική μας κάλυψη και προστασία, γι’ αυτό η σημερινή νομοθετική πρωτοβουλία έχει ιδιαίτερη σημασία. Δεν κρυβόμαστε υπό την προστασία που παρέχει το Σύνταγμα, αλλά νομοθετούμε στα όρια της συνταγματικότητας με στόχο να ελαχιστοποιήσουμε τα προνόμια υπέρ των πολιτικών προσώπων με γνώμονα και υπέρτατο σκοπό την προστασία του δημόσιου συμφέροντος».
Αυτά  τόνισε μεταξύ άλλων η Βουλευτής  Αχαΐας του ΠΑΣΟΚ Μαρία Κυριακοπούλου, στην παρέμβασή της στην Ολομέλεια της Βουλής την Τρίτη 12/4/2011, κατά τη συζήτηση της τροποποίησης του ν. 3126/2003 για την ποινική ευθύνη των υπουργών. Όπως επεσήμανε «ο θεσμός της ποινικής ευθύνης των Υπουργών εξυπηρετεί δύο αναγκαιότητες. Η πρώτη είναι η προστασία των συμφερόντων της πολιτείας από αξιόποινες πράξεις των Υπουργών, που βλάπτουν το δημόσιο συμφέρον. Η δεύτερη είναι η προστασία του κύρους της λειτουργίας των θεσμών του Κράτους και ιδιαίτερα των φορέων του υπουργικού λειτουργήματος από υστερόβουλες και αβάσιμες διώξεις εκ μέρους των πολιτικών αντιπάλων τους. Ιδιαίτερα ο θεσμός της ποινικής ευθύνης των Υπουργών πρέπει να υπακούει στη θεμελιώδη συνταγματική αρχή της διάκρισης των λειτουργιών και ιδιαίτερα της κορυφαίας, που είναι η νομοθετική και ασκείται από το Κοινοβούλιο».
Στο υπό  συζήτηση νομοσχέδιο προβλέπονται δύο  βασικές τροποποιήσεις του ισχύοντος  νόμου 3126/2003. Πρώτη είναι η κατάργηση  του ειδικού χρόνου παραγραφής των  αδικημάτων που τελούν οι Υπουργοί και οι Υφυπουργοί, δηλαδή της πενταετίας από την ημέρα που τελέστηκαν, και τα σχετικά αδικήματα να παραγράφονται με τη συνήθη παραγραφή που ισχύει για όλους τους πολίτες, δηλαδή δεκαπέντε ή είκοσι έτη για τα κακουργήματα, ανάλογα με την προβλεπόμενη ποινή και πέντε έτη για τα πλημμελήματα.
Η Μαρία Κυριακοπούλου τόνισε ότι πρόκειται για ιδιαίτερα σημαντική ρύθμιση, απαραίτητη ώστε να εξασφαλιστεί η ισότητα όλων απέναντι στους νόμους, όπως τάσσει το άρθρο 4 παράγραφος 1 του Συντάγματος. Κανένας αποχρών λόγος δεν υπάρχει για την προνομιακή μεταχείριση των Υπουργών με πρόβλεψη σύντομης παραγραφής. Αντιθέτως αντίκειται στο δημόσιο συμφέρον, αντιστρατεύεται το δίκαιο και τη Δημοκρατία. Παράλληλα θίγει την αξιοπιστία του συνόλου του πολιτικού κόσμου, δημιουργώντας την πεποίθηση ότι οι ευνοϊκότερες διατάξεις έχουν στόχο τη συγκάλυψη σκανδάλων και την προστασία των πολιτικών από τον έλεγχο της Δικαιοσύνης.
Είμαστε μάλιστα ίσως η μοναδική χώρα που με τέτοιες διατάξεις, δηλαδή σύντομες παραγραφές, αφήνουμε ακαταδίωκτες αξιόποινες πράξεις μελών Κυβερνήσεων, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Δεύτερη βασική τροποποίηση του ισχύοντος  νόμου είναι η θεσμοθέτηση  τριμελούς γνωμοδοτικού συμβουλίου από εισαγγελείς, για το νομικό έλεγχο των στοιχείων και την αξιολόγηση της βασιμότητας των καταγγελλομένων αξιόποινων πράξεων Υπουργών. Και τούτο προτού συσταθεί Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρτικής εξέτασης. Κατ’ αυτό τον τρόπο παρέχονται πρόσθετες εγγυήσεις για την ορθή νομική αντιμετώπιση της εκάστοτε υπόθεσης, διευκολύνεται το έργο της Βουλής και διασφαλίζεται ο δεύτερος σκοπός, τον οποίο εξυπηρετεί ο θεσμός περί ευθύνης Υπουργών, δηλαδή η προστασία των μελών της Κυβέρνησης από υστερόβουλες διώξεις εκ μέρους πολιτικών αντιπάλων.
Ιδιαίτερα θετικές χαρακτήρισε η Μαρία Κυριακοπούλου και τις λοιπές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για κατάσχεση του οικονομικού οφέλους που συνεπάγεται η αξιόποινη πράξη, για επιβολή περιοριστικών όρων σε βάρος Υπουργών και για δέσμευση κάθε είδους λογαριασμών μετά την άσκηση ποινικής δίωξης για κακουργηματική πράξη.
Πέραν του γεγονότος ότι οι ως άνω διατάξεις ικανοποιούν το περί δικαίου αίσθημα, είναι και πρόσφορες προκειμένου να μην απωλεσθεί το προϊόν του εγκλήματος όσο διαρκούν οι νομικές διαδικασίες, να υπάρχει ελάχιστη δικονομική εξασφάλιση και να διευκολύνεται το ανακριτικό έργο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η  διάταξη που προστέθηκε με την  επεξεργασία του νομοσχεδίου  στην Επιτροπή, σύμφωνα με την οποία δίνεται η δυνατότητα σε Υπουργό που κατηγορείται και τίθεται ζήτημα παραγραφής, να ζητήσει να εξεταστεί η υπόθεση στην ουσία της από το Δικαστικό Συμβούλιο ή το Ειδικό Δικαστήριο. Η δυνατότητα αυτή του κατηγορουμένου Υπουργού να επιδιώξει την εξέταση της παραγεγραμμένης κατηγορίας για λόγους ηθικής και αξιοπρέπειας κατοχυρώνεται και στο άρθρο 86 παρ. 5 του Συντάγματος. Παρέχει προστασία από την άδικη διαπόμπευση στους Υπουργούς εκείνους που αβάσιμα τους έχει αποδοθεί κατηγορία. Ταυτόχρονα, δημιουργείται έμμεσα και μια υποχρέωση των Υπουργών να ζητούν την περαιτέρω διερεύνηση, ενώ το αντίθετο θα ενισχύει τις υποψίες περί ενοχής.
«Πρόκειται για ρυθμίσεις, η θέσπιση των οποίων ήταν αναγκαία, και ευτυχώς που έστω και καθυστερημένα τις εισάγουμε, στο βαθμό που το Σύνταγμα μας το επιτρέπει» τόνισε η Μαρία Κυριακοπούλου στην παρέμβασή της.

«Η επίρριψη πολιτικών ευθυνών, η αποδοκιμασία της κοινής γνώμης και η παραίτηση  ή παύση μέλους της Κυβέρνησης δεν  αρκούν όταν έχει τελεσθεί ποινικά κολάσιμη πράξη. Το περί δικαίου αίσθημα, αλλά και οι αρχές του κράτους δικαίου επιβάλλουν την ποινική δίωξη, πολλώ δε μάλλον όταν διαπράττονται αδικήματα σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος από εκείνους που ο λαός έχει εκλέξει για τον ακριβώς αντίθετο σκοπό, για να προστατεύουν, δηλαδή, και να προάγουν το δημόσιο συμφέρον. Δεν νοείται να νομοθετούμε με στόχο την δική μας κάλυψη και προστασία, γι’ αυτό η σημερινή νομοθετική πρωτοβουλία έχει ιδιαίτερη σημασία. Δεν κρυβόμαστε υπό την προστασία που παρέχει το Σύνταγμα, αλλά νομοθετούμε στα όρια της συνταγματικότητας με στόχο να ελαχιστοποιήσουμε τα προνόμια υπέρ των πολιτικών προσώπων με γνώμονα και υπέρτατο σκοπό την προστασία του δημόσιου συμφέροντος».

Αυτά  τόνισε μεταξύ άλλων η Βουλευτής  Αχαΐας του ΠΑΣΟΚ Μαρία Κυριακοπούλου, στην παρέμβασή της στην Ολομέλεια της Βουλής την Τρίτη 12/4/2011, κατά τη συζήτηση της τροποποίησης του ν. 3126/2003 για την ποινική ευθύνη των υπουργών. Όπως επεσήμανε «ο θεσμός της ποινικής ευθύνης των Υπουργών εξυπηρετεί δύο αναγκαιότητες. Η πρώτη είναι η προστασία των συμφερόντων της πολιτείας από αξιόποινες πράξεις των Υπουργών, που βλάπτουν το δημόσιο συμφέρον. Η δεύτερη είναι η προστασία του κύρους της λειτουργίας των θεσμών του Κράτους και ιδιαίτερα των φορέων του υπουργικού λειτουργήματος από υστερόβουλες και αβάσιμες διώξεις εκ μέρους των πολιτικών αντιπάλων τους. Ιδιαίτερα ο θεσμός της ποινικής ευθύνης των Υπουργών πρέπει να υπακούει στη θεμελιώδη συνταγματική αρχή της διάκρισης των λειτουργιών και ιδιαίτερα της κορυφαίας, που είναι η νομοθετική και ασκείται από το Κοινοβούλιο».

Στο υπό  συζήτηση νομοσχέδιο προβλέπονται δύο  βασικές τροποποιήσεις του ισχύοντος  νόμου 3126/2003. Πρώτη είναι η κατάργηση  του ειδικού χρόνου παραγραφής των  αδικημάτων που τελούν οι Υπουργοί και οι Υφυπουργοί, δηλαδή της πενταετίας από την ημέρα που τελέστηκαν, και τα σχετικά αδικήματα να παραγράφονται με τη συνήθη παραγραφή που ισχύει για όλους τους πολίτες, δηλαδή δεκαπέντε ή είκοσι έτη για τα κακουργήματα, ανάλογα με την προβλεπόμενη ποινή και πέντε έτη για τα πλημμελήματα.

Η Μαρία Κυριακοπούλου τόνισε ότι πρόκειται για ιδιαίτερα σημαντική ρύθμιση, απαραίτητη ώστε να εξασφαλιστεί η ισότητα όλων απέναντι στους νόμους, όπως τάσσει το άρθρο 4 παράγραφος 1 του Συντάγματος. Κανένας αποχρών λόγος δεν υπάρχει για την προνομιακή μεταχείριση των Υπουργών με πρόβλεψη σύντομης παραγραφής. Αντιθέτως αντίκειται στο δημόσιο συμφέρον, αντιστρατεύεται το δίκαιο και τη Δημοκρατία. Παράλληλα θίγει την αξιοπιστία του συνόλου του πολιτικού κόσμου, δημιουργώντας την πεποίθηση ότι οι ευνοϊκότερες διατάξεις έχουν στόχο τη συγκάλυψη σκανδάλων και την προστασία των πολιτικών από τον έλεγχο της Δικαιοσύνης.

Είμαστε μάλιστα ίσως η μοναδική χώρα που με τέτοιες διατάξεις, δηλαδή σύντομες παραγραφές, αφήνουμε ακαταδίωκτες αξιόποινες πράξεις μελών Κυβερνήσεων, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Δεύτερη βασική τροποποίηση του ισχύοντος  νόμου είναι η θεσμοθέτηση  τριμελούς γνωμοδοτικού συμβουλίου από εισαγγελείς, για το νομικό έλεγχο των στοιχείων και την αξιολόγηση της βασιμότητας των καταγγελλομένων αξιόποινων πράξεων Υπουργών. Και τούτο προτού συσταθεί Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρτικής εξέτασης. Κατ’ αυτό τον τρόπο παρέχονται πρόσθετες εγγυήσεις για την ορθή νομική αντιμετώπιση της εκάστοτε υπόθεσης, διευκολύνεται το έργο της Βουλής και διασφαλίζεται ο δεύτερος σκοπός, τον οποίο εξυπηρετεί ο θεσμός περί ευθύνης Υπουργών, δηλαδή η προστασία των μελών της Κυβέρνησης από υστερόβουλες διώξεις εκ μέρους πολιτικών αντιπάλων.

Ιδιαίτερα θετικές χαρακτήρισε η Μαρία Κυριακοπούλου και τις λοιπές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για κατάσχεση του οικονομικού οφέλους που συνεπάγεται η αξιόποινη πράξη, για επιβολή περιοριστικών όρων σε βάρος Υπουργών και για δέσμευση κάθε είδους λογαριασμών μετά την άσκηση ποινικής δίωξης για κακουργηματική πράξη.

Πέραν του γεγονότος ότι οι ως άνω διατάξεις ικανοποιούν το περί δικαίου αίσθημα, είναι και πρόσφορες προκειμένου να μην απωλεσθεί το προϊόν του εγκλήματος όσο διαρκούν οι νομικές διαδικασίες, να υπάρχει ελάχιστη δικονομική εξασφάλιση και να διευκολύνεται το ανακριτικό έργο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η  διάταξη που προστέθηκε με την  επεξεργασία του νομοσχεδίου  στην Επιτροπή, σύμφωνα με την οποία δίνεται η δυνατότητα σε Υπουργό που κατηγορείται και τίθεται ζήτημα παραγραφής, να ζητήσει να εξεταστεί η υπόθεση στην ουσία της από το Δικαστικό Συμβούλιο ή το Ειδικό Δικαστήριο. Η δυνατότητα αυτή του κατηγορουμένου Υπουργού να επιδιώξει την εξέταση της παραγεγραμμένης κατηγορίας για λόγους ηθικής και αξιοπρέπειας κατοχυρώνεται και στο άρθρο 86 παρ. 5 του Συντάγματος. Παρέχει προστασία από την άδικη διαπόμπευση στους Υπουργούς εκείνους που αβάσιμα τους έχει αποδοθεί κατηγορία. Ταυτόχρονα, δημιουργείται έμμεσα και μια υποχρέωση των Υπουργών να ζητούν την περαιτέρω διερεύνηση, ενώ το αντίθετο θα ενισχύει τις υποψίες περί ενοχής.

«Πρόκειται για ρυθμίσεις, η θέσπιση των οποίων ήταν αναγκαία, και ευτυχώς που έστω και καθυστερημένα τις εισάγουμε, στο βαθμό που το Σύνταγμα μας το επιτρέπει» τόνισε η Μαρία Κυριακοπούλου στην παρέμβασή της.

 

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Ειδήσεις