Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Γυναικοκτονία Ρούλα Πισπιρίγκου Travel West Forum
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΚΟΙΝΩΝΙΑ

/

Μια περήφανη ράτσα με αρχοντιά στην Αρχοντική

Μια περήφανη ράτσα με αρχοντιά στην Αρχοντική

«Εγώ έχω ένα ψίχαλο φως και είμαι έξε σπορώ’…»

Έλεγαν ότι στην Αρχοντική «κάθε σπίτι έχει και την Αρχοντούλα του!», όμως, στις οδόντα ψυχές που το κατοικούν σήμερα, μικροί και μεγάλοι, οι άνθρωποι έχουν το μεγαλείο τους. Αυτό, που είναι ξεφτισμένο έως κατεστραμμένο στους «πολιτισμένους» μεγαλοαστούς των κορεσμένων αστικών κέντρων.

Ψάχνοντας Αρχοντούλες στην Αρχοντική στα δυτικά του Ρεθύμνου, δε βρίσκεις! Θα βρεις, όμως περήφανους άρχοντες και αρχόντισσες, που θα ανοίξουν τα σπίτια τους και τις καρδιές τους για να πάρεις τον πλούτο τους κι ας μην έχουν οι ίδιοι περίσσευμα του σύγχρονου υλισμού που καθιέρωσε η κάστα των νεόπλουτων.

Νιώθεις να βρίσκεσαι στη γη των αδούλωτων, που τους έπλασε η πέτρα και τους βρίσκεις «χορτασμένους» από τη διαφθορά του πολιτικού συστήματος. Η οργή για τις δράσεις των πολιτικών ξεχειλίζει και γίνεται ηφαίστειο. Όλα στηρίχτηκαν στη νοσηρότητα των πελατειακών σχέσεων για «τη βέβαιη επανεκλογή» ώστε να συνεχίσουν να απολαμβάνουν των προνομίων τους, που οι ίδιοι επινόησαν και νομοθέτησαν…

Ο Μιχάλης Κολομβοτσάκης, που βλέπει «ένα ψίχαλο» φως σήμερα στα 82 του χρόνια, έφερε τη σύζυγό του από τη Μυτιλήνη «μαζώχτρα» στα λιόφυτά του, αυτός σε ηλικία 41 χρόνων και αυτή μόλις στα 17 της! Και το εκπληκτικό, όπως εξομολογείται ο ίδιος με καυστικό χιούμορ, «είμαι έξε σπορώ’», δηλαδή «έσπειρα έξε φορές»και μόνο ο ένας σπόρος έμεινε στο χωριό και οι άλλοι πέντε «τσι πήρενε η… κυβέρνηση στην Αθήνα!»

Η πρώτη ονομασία της Αρχοντικής ήταν Αρκούδενα και η ονομασία έχει τη βάση της σε ιστορικούς λόγους και μετονομάστηκε το 1927 επειδή «το όνομα ήταν κακόηχο».

Όμως, η πρώην Αρκούδενα στις εποχές της δόξας της και μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’60, που πέρασε και από εκεί το ορμητικό ποτάμι της εσωτερικής μετανάστευσης, είχε δυναμισμό και «πυρετό» στην αγροτοκτηνοτροφική απασχόληση.

Τότε ήταν ένα φτωχό «αρχοντοχώρι με 700, 750 ανθρώπους» και τώρα ρήμαξε! Βρήκαν στέγη και δουλειά και τέσσερις- πέντε οικογένειες Αλβανών το 1991-92 όμως, σήμερα έμειναν μόνο δυο μετανάστες γιατί δεν υπάρχει μεροκάματο για όλους.

Στην ακμή του στο χωριό λειτουργούσαν εφτά καφενέδες και τώρα όλοι κι όλοι δυο, της Σοφίας Βαβακάκη και της Σοφίας Τζιράκη στην πιάτσα, κι αυτοί μέχρι τις 7 το βράδυ γιατί «ύστερα δεν κυκλοφορεί ψυχή».

Το κάθε καφενείο έχει και τη δική του ιστορία και λειτούργησαν της πρώτης από το σύζυγό της Κώστα μεταπολεμικά και της δεύτερης προπολεμικά, που το άνοιξε ο πεθερός της Μανώλης για να το πάρει στη συνέχεια ο γιος του Μιχάλης και μετά τον θάνατό του σε δυστύχημα το 1974, η ίδια.

ΤΟ ΕΡΓΟ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ

Και έφτασαν πια, οι μεγάλοι που με πόνο έχαναν στη ξενιτιά εντός και εκτός τους συγχωριανούς τους, να είναι και πάλι θεατές στο ίδιο έργο! Θυμάται τον πατέρα του το δάσκαλο το Γιώργη «που έκανε μάθημα και στο Γιώργη τον Βογιατζάκη στο Χρωμοναστήρι» ο Σήφης Κονταξάκης, γραμματέας στην κοινότητα και στο δήμο για 28 χρόνια, εκείνες τις «πέτρινες» εποχές: «Ξαναβλέπουμε το ίδιο έργο και σήμερα.

Ο αδελφός μου ο Νίκος ήθελε να πάει να σπουδάσει Ιατρική. Του λέει ο πατέρας μου ότι για να τον σπουδάσει θα πρέπει να πουλήσει όλη την περιουσία του και ο ίδιος θα χρειαστεί, τελειώνοντας, να αναλάβει όλα τα βάρη της οικογένειας. Έφυγε ο αδελφός μου, βλέποντας ότι θα υπάρχει αδυναμία, και πήγε στη Χωροφυλακή και συνταξιοδοτήθηκε με τον βαθμό του υποστράτηγου. Αυτό δεν συμβαίνει σήμερα;»

Οι ανάγκες επιβίωσης υποχρέωσαν πολλούς από «τους 98 που φοιτούσαν , τότε, στα σχολειά του χωριού και του Ρεθύμνου», να στραφούν κυρίως σε στρατιωτικές σχολές και σε σχολές των Σωμάτων Ασφαλείας, μόνο και μόνο για να εξασφαλίσουν τον βιοπορισμό τους. Το ίδιο δεν παρατηρείται και στις μέρες μας;

Όμως, το σύνολο σχεδόν αυτών που σταδιοδρόμησαν, τερμάτισαν στην ιεραρχία σε υψηλούς βαθμούς. Ωστόσο, το χωριό παρότι συρρικνώθηκε πληθυσμιακά, συνεχίζει να «παράγει» επιστήμονες και πολύτιμους στην κοινωνία ανθρώπους, όπου κι αν βρίσκονται. Όσοι έμειναν στα σοκάκια της παλιάς Αρκούδενας, μένουν ακοίμητοι φρουροί στη γη τους!

Μεγάλη γεννήτρα η Αρχοντική, έχασε στο πέρασμα των χρόνων πολυπληθή σόγια. Την ύπαρξή τους θυμίζουν μόνο οι εκτεταμένες περιουσίες τους που ήλθαν σε άλλα χέρια ή παρέμειναν στα… αζήτητα. Χάθηκαν οι οικογένειες Κανελλάκη, Ποθουλάκη, Λουκάκη, Βενιεράκη κι όσες έμειναν ρυτίδωσαν με ολιγομελή οικογενειακά σχήματα. Κάποιοι από τα μακριά, αναζητώντας τις ρίζες τους, γυρίζουν απλά σαν επισκέπτες, ψάχνοντας στα χαλάσματα τις ρίζες τους…

ΤΟΝ ΕΔΙΩΞΕ Ο ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ

Στο χωριό με το πλήθος των βενετσιάνικων χαρακτηριστικών, οι άνθρωποι με τη σπάνια στους καιρούς μας μεγαλοπρέπεια, νιώθεις ταπεινός μπροστά στη σοφία και τις γνήσιες, «από καρδιάς» διαθέσεις φιλοξενίας.

Όλοι σε καλούν στο αρχοντικό τους τι κι αν είναι από τους ογδόντα «οι σαράντα ζωντανοί-ποθαμένοι, άλλοι στα κρεβάτια» και ανήμποροι.

Στο στενό της γειτονιάς των Γκαγκαουδάκηδων ο Μάνος γύρισε στα χώματα του από τη Γερμανία που είχε ξενιτευτεί ως οικονομικός μετανάστης, όταν ξέσπασε το ρατσιστικό τσουνάμι, τύπου Χρυσαυγιτών. «Τότε», αφηγείται, «με είκοσι χρόνια δουλειά στο Μόναχο και στο Νταχάου και σε καλή θέση άρχισαν να φωνάζουν οι Γερμανοί: «Ράους γκάστ άρμπαϊτερ», δηλαδή να φύγουν οι ξένοι. Αυτή η προτροπή τους ανάγκασε πολλούς να φύγουν .Έφυγα και εγώ μετά από είκοσι τρία χρόνια στις πόλεις γύρισα στο χωριό μου για να βρω τη γαλήνη που στερήθηκα τόσα χρόνια…»

Γι'αυτήν την έξαρση του ρατσισμού που εκδηλώνεται και στη χώρα, ο κ. Κονταξάκης φανερά ανήσυχος για τα τεκταινόμενα στην πολιτική, θα πει: «Σήμερα τα πράγματα είναι σκοτεινά γιατί τάισαν τον κόσμο πολλή δημοκρατία και έφτασαν σήμερα πολλοί και σοβαροί άνθρωποι να

λένε «πού είσαι χούντα». Δε βλέπεις το Μιχαλολιάκο! Τη Χρυσή Αυγή τη φέρανε ο λαϊκισμός και ο αυριανισμός. Έχουν γίνει φοβερά πράγματα…»

«Το Κράτος διάλυσε», υποστηρίζει ο Σήφης Γκαγκαουδάκης και προσθέτει: «Μας διαιρέσανε για να κάνουν τη δουλειά τους οι πολιτικοί. Και φτάσανε να λένε ορισμένοι πως όποιος δεν ψηφίζει ΠΑΣΟΚ δεν είναι Έλληνας! Φταίμε και εμείς που τους εκλέγαμε. Η δημόσια και αγροτική ασφάλεια είναι ανύπαρκτη, διάλυσε η αγροτιά διάλυσε και το Κράτος. Και ήρθανε να βάζουνε χαράτσια στους

 

ανθρώπους που έχουνε ένα ερείπιο, ένα κατάλυμα…»

Στα σπλάχνα του οικισμού κυριαρχούν οι πέντε εκκλησίες με εκείνη του Αγίου Πνεύματος με χρόνο ανέγερσής της το 1854 και άλλες δυο να διατηρούν σημαντικά στοιχεία στους ρυθμούς και στην ιστορικότητά τους. Απέναντι οι Μαδάρες και κάτω ο Αποκόρωνας με τα χωριά Πάτημα, Κάστελο, Κουρνά και Φυλακή «με τις βεντέτες και τα φονικά». Νέοι εδώ μέχρι 30 χρόνων έμειναν πέντε ή έξι. Και ασχολούνται « με τις δουλειές του χωριού», στο χωράφι.

 

Τίποτα πια δεν είναι όπως το χθες και στην Αρχοντική! Οι γέροντες έμειναν με την υψηλοφροσύνη της ράτσας τους, αγανακτούν για όσα καλλιέργησε το πολιτικό σύστημα για

δεκαετίες, και με οργισμένη φωνή φτάνουν στη διαπίστωση όπως την διατυπώνει ο αγνός Κρητικός με «τσι έξε σπορές» Μιχάλης Κολομβοτσάκης και με «το ένα ψίχαλο» φως:«Εμείς ήμαστονε γεννημένοι για να κλέβομενε και να έχομενε μετά ασυλία».

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Ειδήσεις