Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Γυναικοκτονία Ρούλα Πισπιρίγκου Travel West Forum
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

CULTURE

/

Αλέξης Σταμάτης: “Είμαστε μια χώρα-έφηβος που κάποιος παππούς της χάρισε ένα βαρύτιμο χρυσό μετάλλιο κι ένα λατρεμένο τόπο και δεν έχει την εμπειρία και την ωριμότητα να το διαχειριστεί.”

Αλέξης Σταμάτης: “Είμαστε μια χώρα-έφηβο...

Γράφει ο Pavel

…Δεν βλέπω μπροστά μου εσένα, παρά μόνο εκείνο το μικρό παιδάκι που έφερα στον κόσμο, λέει η μητέρα μου κάθε πρωί… Τα πρώτα μου γράμματα, τις πρώτες λέξεις τις έμαθα και τις συλλάβισα από εκείνη´ την αγάπη, την αυταπάρνηση, τη ζεστασιά, το νοιάξιμο. Βράδυ στη Διογένους 7 πάνω σε ένα λευκό τραπεζάκι, το οποίο ακόμα και τώρα θυμάμαι άρχισα να γράφω, να ταξιδεύω και να καταλαβαίνω πως είναι να ζεις σε έναν κόσμο που δεν σου αφήνει πολλά περιθώρια για όνειρα …μιας και δύο παράθυρα υπήρχαν μόνο και όχι στον κόσμο, αλλά στο σκοτάδι.

Έπρεπε να περάσουν 20 ολόκληρα χρόνια για να φτάσω - την 9η Απριλίου 2008    βλέποντας την παράσταση “Tejas Verdes” στο Θέατρο “Λιθογραφείον”, - στο φως. Ήταν η πρώτη μου συνάντηση με την Πανεπιστημίου 369 και η πρώτη μου επαφή με το γλυκό εκείνο πρόσωπο, το πρώτο άγγιγμα που μου πρόσφερε εκείνο το βράδυ το φεγγάρι, μιας και τα μάτια, η ψυχή, το χαμόγελο φέρανε κοντά μου το φως, τον έρωτα και την αγάπη.

….Δέκα χρόνια πριν ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης στην Δεινοκράτους αναζητά τη συνέχεια του βιβλίου του “Μπαρ Φλωμπέρ”, «μιας και πρέπει να τελειώσει σε ένα ορεινό χωριό στην Ελλάδα, εκεί όπου ο ήρωας ξεκαθαρίζει τα της καταγωγής του….». Η απάντηση έρχεται από έναν νεαρό «Ξέρω πoιο είναι το μέρος που ψάχνεις. Λέγεται Λαγκάδια και είναι στην Ορεινή Αρκαδία». Γιατί τη λύση την προσφέρει πάντα η ίδια η ζωή, απλόχερα στον καθένα μας, αρκεί να είμαστε σε θέση να την αντιληφθούμε.

Το ταξίδι είχε ξεκινήσει με την αρχιτεκτονική γνωρίζοντας το Μίνω Βολανάκη, στην πορεία ήρθε η συγγραφή, μαθαίνοντας ότι «πρέπει να σκοτώσουμε ότι αγαπάμε», συζητώντας για την κρίση στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και για το τείχος που υπάρχει ξανά  πια στις ζωές μας, αλλά αυτή τη φορά ο εχθρός τώρα είναι αόρατος. Συνεχίζοντας με την Ελληνική Λογοτεχνία και το κατά πόσο είναι γνωστή πέρα από τα στενά γεωγραφικά όρια της χώρας μας, αλλά και για την «εθνική μοναξιά» “που είναι μια πολύ βολική μυθοπλασία για να στηρίζει το συλλογικό εθνικό μελό  μας”.

Αυτή την περίοδο στο Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας παίζεται η παράσταση Κόσμος/Γωνία, σε σκηνοθεσία Άρη Τρουπάκη με τους Νίκο Αρβανίτη και Νίκο Αλεξίου, δύο μονόπρακτα του Αλέξη Σταμάτη «Η Τελευταία Μάρθα» και τα «Μεσάνυχτα σ’ έναν τέλειο κόσμο», τα οποία παρουσιάζονται ταυτόχρονα στη σκηνή.

Επίσης σε λίγες μέρες θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις “Καστανιώτη”  το νέο του βιβλίο “Ο ¨Άντρας της Πέμπτης Πράξης” και την Άνοιξη του 2019 θα ανέβει στη Θεατρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου το έργο του “Μελίσσια”.

Η συνάντηση μας έκλεισε με τον έρωτα, αυτή την «διαταραχή», την απόλυτα ενστικτώδη, βιολογική και ανθρώπινη διαταραχή που μας προκαλεί & την αγάπη….

Γεννηθήκατε στην Αθήνα αλλά μέσα από το πρώτο σας best seller το Μπαρ Φλωμπέρ, ανακαλύπτετε τα Λαγκάδια Αρκαδίας - γνωστό και ως κρεμαστό χωριό της Πελοποννήσου -  τόπο καταγωγή σας, ποσό μαγεία κρύβει μέσα της αυτή η στιγμή ;

Θα σας πω. Εκείνο που πρέπει να συγκρατήσετε στην συγκεκριμένη διήγηση είναι ότι η ουσία του βιβλίου, ο κινητήριος μοχλός της δράσης, είναι η αναζήτηση του πατέρα. Ο ήρωας, ο σαραντάχρονος Γιάννης Λουκάς, μετεωρίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια του μυθιστορήματος, ανάμεσα σε δυο πατρικές φιγούρες προσπαθώντας να βρει ουσιαστικά από πού «κατάγεται» – βιολογικά αλλά και πνευματικά. Πατέρας λοιπόν και καταγωγή είναι οι δυο θεμέλιοι λίθοι του βιβλίου. Ιδού λοιπόν τι συνέβη, αφηγημένο ολίγον… κινηματογραφικά. ΣΚΗΝΗ ENA: Κυριακή απόγευμα, 26 Απριλίου 1998. Σ’ ένα διαμέρισμα πρώτου ορόφου στην Δεινοκράτους. Η Ελευθερία, καλή φίλη, έχει γενέθλια. Κλείνει τα 27 και κάνει μία μικρή συγκέντρωση στο σπίτι της. Είμαστε καμιά δεκαριά άτομα, όλοι γνωστοί μου, εκτός από έναν. Έχω περάσει μόνο για ένα μισάωρο να της δώσω ένα δωράκι, να πω δυο κουβέντες και να φύγω – έχω μία ανειλημμένη υποχρέωση. Ακούω την παρέα να συζητά. Το μυαλό μου όμως περί άλλων τυρβάζει. Εκείνη την εποχή έχω τελειώσει τα τέσσερα από τα πέντε κεφάλαια του βιβλίου μου, του «Μπαρ Φλωμπέρ». Έχω φτάσει στην τελική, σημαντική σκηνή. Πρέπει να βρω ένα τόπο, ένα συγκεκριμένο μέρος, με ειδικά χαρακτηριστικά για αυτή την καίρια σκηνή. Κι έχω κολλήσει εδώ και καιρό. Το πρώτο ντραφτ του μυθιστορήματος δεν προχωρά με τίποτα. Τα λόγια μου βγαίνουν από μόνα τους.. Η ομήγυρη στρέφει το βλέμμα πάνω μου. «Εδώ και δυο βδομάδες ψάχνω ένα μέρος. Ένα ορεινό χωριό στην Ελλάδα, έναν τόπο που πρέπει να είναι έτσι κι έτσι. Πρέπει να το βρω οπωσδήποτε, το βιβλίο μου πρέπει να τελειώσει σε αυτό το χωριό, εκεί όπου ο ήρωας ξεκαθαρίζει τα της καταγωγής του….» Ακούω διάφορες προτάσεις για γνωστές τοποθεσίες. Καμία δεν μου κάνει κλικ. Καθ’ όλη τη διάρκεια της κουβέντας ο μοναδικός άνθρωπος που δεν ξέρω από την παρέα κάθεται στην άκρη δεξιά του σαλονιού, αμίλητος. Είναι ένας χλωμός νεαρός με μακρύ πρόσωπο και ρωμαϊκή κατατομή που φοράει ένα γαλάζιο πουκάμισο κι ένα γκρι παντελόνι, ο οποίος αποδεικνύεται εκ των υστέρων ότι ήταν φίλος φίλου. Η Ελευθερία που το συζητήσαμε αργότερα δεν θυμόταν καν το όνομα του. Μόλις τέλειωσα τον παθιασμένο μου μονόλογο, ο νεαρός μου είπε αποφασιστικά. “Ξέρω πιο είναι το μέρος που ψάχνεις. Λέγεται Λαγκάδια και είναι στην Ορεινή Αρκαδία” και μου το περιγράφει. Ένα φως αστράφτει μέσα μου ξαφνικά, η περιγραφή είναι σαν ένα διαφημιστικό τρέιλερ του τόπου που έψαχνα… Τις επόμενες μέρες διαβάζω για τα Λαγκάδια και την Ορεινή Αρκαδία, κατεβάζω σελίδες από το Ίντερνετ, βλέπω φωτογραφίες, ρωτάω ανθρώπους που έχουν επισκεφθεί την περιοχή και τελικά πείθομαι απολύτως πως αυτός πρέπει να είναι ο τόπος στον οποίο θα τελειώσω το βιβλίο. Ο τόπος όπου θα γίνει η συνάντηση του ήρωα με τον πατέρα του. Ο τόπος όπου θα λυθεί οριστικά το θέμα της «καταγωγής» του ήρωα (του συγγραφέα;). Η επιλογή ήταν αποτέλεσμα μιας τυχαίας συνάντησης. Ε, και ! Όλα τα ωραία στη ζωή τυχαία δε γίνονται; Τέλη Αυγούστου του 98 λοιπόν, το αποφασίζω. Παίρνω το λαπ τοπ και φεύγω προς Ορεινή Αρκαδία περνώντας διαδοχικά από τα χώρια Στεμνίτσα, Καρύταινα, Δημητσάνα μέχρι στο τέλος να φτάσω στα Λαγκάδια. Ταυτόχρονα γράφω. Το βιβλίο τελειώνει με την σκηνή που ήθελα ακριβώς. Τα Λαγκαδιά αποδεικνύονται το ιδανικό σκηνικό για την τελική αναμέτρηση πατέρα – γιου. Κι όχι μόνον. Σε μια βιβλιοθήκη της περιοχής, συγκεκριμένα στη Δημητσάνα, βρίσκω ένα κείμενο που μου λύνει ένα τεράστιο πρόβλημα της αφήγησης, συνδέοντας οργανικά το φινάλε με τον κορμό του έργου. Ένα κείμενο – κλειδί που εμφανίζεται ως μάννα εξ ουρανού. Τελειώνω λοιπόν βιβλίο, χαρούμενος, πλήρως ικανοποιημένος με το φινάλε του, μακαρίζοντας τον άγνωστο νεαρό που έτυχε να συναντήσω. Κι ως εδώ θα έλεγε κανείς ότι στο σπίτι της Ελευθερίας είχα απλά μια τυχερή συνάντηση. ΣΚΗΝΗ ΔΥΟ: Μέσα Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς πίνουμε καφέ με τον πατέρα μου στο σαλόνι μου. Έχω την μελαγχολία του τέλους εποχής, μαζί με τη εγρήγορση της συγγραφής. Συζητάμε τα του καλοκαιριού. Του λέω πως πήγα στην Λευκάδα, στην καθιερωμένη Πάρο και στον τόπο που τελειώνει το βιβλίο: τα Λαγκάδια. Εδώ μια παρένθεση για κάποιες πληροφορίες: Ο πατέρας μου είναι αρχιτέκτονας, κι εκείνη την εποχή έπαιρνε την σύνταξή του. Είχε ανέκαθεν μία έμμονη να ανακαλύψει τον επακριβή τόπο της καταγωγής μας. Με πληροφορεί λοιπόν με καμάρι, πως το καλοκαίρι είχε μισθώσει έναν ειδικό, ένα είδος ανθρωπογεωγράφου – ερευνητή, για να αναδιφήσει στα αρχεία και να ανακαλύψει από πιο μέρος καταγόταν ο πρεσβύτερος πρόγονός μας, ο Σταμάτης Χρήστου ή Παπασταματόπουλος. Πράγμα που έγινε. “Ξέρεις ποιο ήταν αυτό το μέρος Αλέξη; Ένα χωριό, τα Λαγκάδια, κάπου στην Ορεινή Αρκαδία, άκου να δεις….” μου λέει γελώντας. Εκείνη την στιγμή ένιωσα κάτι πρωτόγνωρο. Μια δύναμη πέρα κι από την οικειότητα. Μια ευλογία και μια κατακύρωση. Κι ένα άγνωστο χέρι να υπογράφει το βιβλίο.

 

Σπουδάσατε Αρχιτεκτονική, συνεργαστήκατε με το Μίνω Βολανάκη (σκηνοθέτη, θεατρικό συγγραφέα, μεταφραστή θα προσέθετα και οραματιστή), στην αξιοποίηση παλιών λατομείων (Βύρωνα, Νίκαιας, Πετρούπολη & Τριάνδρια Θεσσαλονίκης)  σε θεατρικούς χώρους, τι θυμάστε από αυτή την τόσο όμορφη και δημιουργική συνάντηση ;

Ο Μίνως ήταν ένας από τους πιο ταλαντούχους κι ελεύθερους ανθρώπους που γνώρισα ποτέ. Ένας οικουμενικός διανοούμενος με γνώσεις πάνω σε δεκάδες τομείς, από την αρχιτεκτονική (ως τη βίδα) μέχρι τα βάθη του θέατρου. Είχα την τύχη όταν τον γνώρισα να είμαι σε μια πολύ δημιουργική μου όσο και αντιφατική ηλικία, θεωρώ ότι με επηρέασε πολύ, η απουσία του είναι πάνω από εμφανής σε όλο το χώρο του θεάτρου από τότε που έφυγε.

“Αποφάσισα μια ωραία μέρα να γίνω συγγραφέας” έχετε δηλώσει, συνάντηση ζωής με το μαγικό κόσμο του βιβλίου, πως είναι να «γεννάτε» κάτι & μέσα από αυτό ο αναγνώστης να ταξιδεύει σε κόσμους που ούτε καν είχε φανταστεί  ;

Δεν υπάρχει κάτι που «γίνεται», με κάποια τεχνική. Συμβαίνει, και οπότε συμβαίνει είναι πολύ ευτυχές. Ζω μέσα σ’ ένα τέτοιο κόσμο, δεν τον γεννάω, τον παρατηρώ, τον επεξεργάζομαι, τον καταγραφώ. Τίποτα από όσα γραφώ δεν υπάρχει. Απλώς είναι το φως, η οπτική γωνία, η θερμοκρασία αλλιώτικές. Έτσι δίνεις στον αναγνώστη ένα εργαλείο να δοκιμάσει και το δικό του βλέμμα.

Στο Βιβλίο σας «Χαμαιλέοντες» μιλάτε για την ανθρώπινη φύση και τις αδυναμίες της, για τον τόπο που μας γεννά και μας στιγματίζει για πάντα. Γιατί πιστεύετε ότι η χώρα μας που δεν κατονομάζεται στο βιβλίο παραμένει ανέτοιμη «από καιρό» ;

Είμαστε μια χώρα-έφηβος που κάποιος παππούς της χάρισε ένα βαρύτιμο χρυσό μετάλλιο κι ένα λατρεμένο τόπο και δεν έχει την εμπειρία και την ωριμότητα να το διαχειριστεί. Μια χώρα όπου οι κάτοικοι δεν είναι πολίτες, η σχέση με το κράτος προβληματική, η σχέση μεταξύ τους ασαφής. Ζούμε με βάση μια ακατάσχετη παρελθοντολογία και ταυτόχρονα - τι παράξενο- με μια αίσθηση του  «κάτι θα γίνει και θα τη βγάλουμε καθαρή». Μέσα σε όλα αυτά φυσικά, υπάρχουν πολλές φωτεινές εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Να προσθέσουμε και το σύγχρονο κοινωνικό πλαίσιο με την ισοπεδωτική ομογενειοποίηση, την πολιτική ορθότητα, το λαϊκισμό και έχετε ένα μάλλον άγευστο κοκτέιλ.

 

Στο έργο «Σκότωσε ότι αγαπάς», θεατρική διασκευή του ομώνυμου βιβλίου σας,  που ανέβηκε στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, οι ήρωες σας παίρνουν σάρκα και οστά. Πόσα πολλά πράγματα έχουμε «σκοτώσει» κατά τη διάρκεια της κρίσης των τελευταίων 10 ετών ;

Έχουμε ελπίζω σκοτώσει τα άχρηστα που είτε συσσωρεύαμε είτε λαχταρούσαμε όλα αυτά τα χρόνια. Έχουμε ίσως ξεφύγει κάπως από τη χλιδομπαρόκ αισθητική (αν και σπέρματα της πάλι εμφανίζονται). Στο τέλος ωστόσο θα γίνει η «διόρθωση» και όλο αυτό θα επανέλθει καθαιρεμένο και με ένα νέο τρόπο  «in». Φάρος κάποιες πρωτοβουλίες νέων και καθαρά μυαλά.

 

Στην κινηματογραφική ταινία «Νιότη» του Πάολο Σορεντίνο παρουσιάζονται τα Νιάτα & τα γεράματα, η Ομορφιά & η ασχήμια, η Ευφυΐα & η ανοησία,  η Δημιουργία & η απραξία, όλες οι αντιθέσεις που χρωματίζουν τη ζωή. Στην ταινία όλοι μπορούν να βρουν μια στιγμή ελευθερίας, στην πραγματικότητα πόσο εύκολο είναι ;

Η πραγματικότητα είναι ακόμη πιο καλειδοσκοπική από την ταινία του Σορεντίνο γιατί δεν περιλαμβάνει μόνο τις οριακές καταστάσεις αλλά και όλες τις αποχρώσεις τους. Κι εκεί, στις αποχρώσεις βρίσκονται και τα όρια, όσο κι αν αυτό ακούγεται λίγο παράδοξο. Η Ομορφιά π.χ. βρίσκεται στην απόχρωση της και όχι στην αντανάκλαση της.

Τον Απρίλιο του 2013 μιλήσατε στο  Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα πλαίσια της εκδήλωσης "Τέσσερις συγγραφείς του Νότου μιλούν για την κρίση΄΄. Το 1989 υπήρχε το Τείχος του Βερολίνου ορατό το οποίο έπεσε, οι πολιτικές που εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια με τη δημιουργία ανισοτήτων μεταξύ Βορά & Νότου, είναι ένα άλλο «αόρατο» όμως τείχος που μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα πέσει και αυτό, τι πιστεύετε;

Πολύ εύστοχη η ερώτηση. Πραγματικά, ζούμε σε μια εποχή όπου ο «εχθρός» είναι αόρατος και ακόμη είναι εγκατεστημένος μέσα μας. Δεν υπάρχει αντίπαλον δέος, ενώ ταυτόχρονα ενισχύεται ένας εμφυλιοπολεμικός λαϊκίστικος διάλογος. Ο πήχης του διαλόγου δε έχει πέσει εξαιρετικά, απελπιστικά χαμηλά. Η απομυθοποίηση  των ιδεολογιών, η τεχνολογική ανάπτυξη - με τα καλά και τα κακά της, οδηγεί - σε ένα νέο είδος κοινωνικής πραγματικότητας. Πχ μου έκανε φοβερή εντύπωση μια διαφήμιση μια γνωστής εταιρίας κινητής τηλεφωνίας με σλόγκαν «Όχι μαγεία, τεχνολογία». Πόσο καλύτερα να το πει.

 

Είναι επαρκώς γνωστή η Ελληνική Λογοτεχνία στους Ευρωπαίους αναγνώστες; 3 χρόνια πριν η Φωτεινή Τσαλίκογλου είχε δηλώσει στο Dimart “Οι ήρωές μας ταξιδεύουν παντού”, η Ελληνική Πολιτεία κάνει κάτι γι’ αυτό ;

Αυτό που λέει η Φωτεινή είναι ο στόχος μας, και μακάρι να συμβεί. Όπως είπα και σε μια πρόσφατη συνέντευξη στην Ελλάδα είναι δεινή θέση του συγγραφέα. Προς το παρόν ό,τι κάνουμε το κάνουμε μόνοι μας. Ατζέντηδες δεν έχουμε, βοήθεια δεν υπάρχει σε σύγκριση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη είμαστε πάρα πολύ πίσω και δε μιλάω για τα μεγάλα κράτη αλλά για τους γείτονες μας. Έχουμε τόσο καλή λογοτεχνία στην χώρα μας που αξίζει πραγματικά το κράτος να βοηθάει και συγγραφείς και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Την ίδια στιγμή ότι συνταξιούχοι συγγραφείς έχουν πρόβλημα να πληρωθούν γιατί τους κόβεται η σύνταξη έτσι και γράψουν κάποιο βιβλίο, δηλαδή στην Ελλάδα τιμωρείσαι για να είσαι συγγραφέας άνω των 65. Ελπίζουμε στην νέα ΥΠΠΟ Μυρσίνη Ζορμπά η οποία προέρχεται από τα σπλάχνα του βιβλίου και είναι ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση.

 

Ο χρόνος που αφιερώνουμε οι περισσότεροι στα Κοινωνικά Δίκτυα, είναι ώρες από την πραγματική μας ζωή, από το διάβασμα, το παιχνίδι, το θέατρο, τη μουσική, τον κινηματογράφο, ποια η άποψη σας ;

Εδώ η απάντηση είναι απλή. Το δίκτυο είναι όπως το αλκοόλ. Ή το πίνεις η σε πίνει. Είναι όλα θέμα διαχείρισης.

 

Στο Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας παίζεται η παράσταση Κόσμος/Γωνία, δύο μονόπρακτα σας «Η Τελευταία Μάρθα» και τα «Μεσάνυχτα σ’ έναν τέλειο κόσμο» παρουσιάζονται ταυτόχρονα στη σκηνή. Στην θέση των ηρώων θα μπορούσε να είναι η χώρα μας η οποία πάντα ζει με φαντασιώσεις και μνήμες, αλλά και πάντα κουβαλά την «εθνική της μοναξιά» ;

Είναι μια ενδιαφέρουσα ανάγνωση. Πάντοτε πίστευα ότι το ατομικό περιέχει εν σπέρματι το οικουμενικό. Όντως είμαστε μια χώρα φαντασιώσεων, ονειροφαντασιώσεων αλλά όχι φαντασίας. Δεν επινοούμε, αναμασάμε. Όσο για την «εθνική μοναξιά» αυτή είναι μια πολύ βολική μυθοπλασία για να στηρίζει το συλλογικό εθνικό μελό  μας.

 

Από την Ποιητική σας Συλλογή «Ποτέ δεν είμαστε μόνοι» Αν όλα είναι τόσο ατελή σε αυτόν τον τόσο ατελή κόσμο / ο έρωτας είναι σχεδόν τέλειος / στην τέλεια έλλειψη τελειότητας που τον χαρακτηρίζει. Ο Βρετανός Καθηγητής Νευροβιολογίας & Νευροαισθητικής Σεμίρ Ζέκι στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου έχει δηλώσει «ο έρωτας είναι μια αρρώστια και μια καταστροφή, αλλά επιθυμητή καταστροφή». Ο έρωτας είναι ένα ταξίδι που αναζητούμε, αλλά και μια «αρρώστια» που απεγνωσμένα αγωνιούμε να μας συμβεί ;

Νομίζω ότι όλη αυτή η «καταστροφολογία» περί έρωτος είναι μια αδυναμία να αγγίξει κάνεις αυτή την «διαταραχή», την απόλυτα ενστικτώδη, βιολογική και ανθρώπινη διαταραχή που μας προκαλεί. Φαίνεται πως ακόμη και σήμερα, τον 21ο αιώνα, και οι επιστήμονες τον φοβούνται τον έρωτα. Όπως και να ‘χει διαταράσσει την αλγοριθμική κανονικότητα. Τα πράγματα είναι ευτυχώς ακόμη πολύ πιο περίπλοκα για να εξαρτώνται αποκλειστικά από τη συμπεριφορά ορισμένων γονιδίων ή ορμονών.

 

Σημασία έχει ν’ αγαπάς….. μπορείτε να προσθέσετε στη φράση αυτό που εσείς πιστεύετε….

Θα αφαιρούσα , δεν θα προσέθετα. Θα άφηνα μόνο το ν’ αγαπάς.

 

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Culture