Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Νάσος Νασόπουλος Γυναικοκτονία Ρούλα Πισπιρίγκου Travel West Forum
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

/

Μια συζήτηση με τον Γιάννη Μπαλαμπανίδη: Η συμφωνία του 2015 ήταν ένας βίαιος συμβιβασμός - Το παιχνίδι στην Ευρώπη είναι ανοιχτό

Μια συζήτηση με τον Γιάννη Μπαλαμπανίδη:...
Νασόπουλος Θάνος
[email protected] , Facebook Page

Ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης μιλάει στο thebest.gr για το ευρωπαϊκό κομμουνιστικό κίνημα και την πολιτική συγκυρία σε Ελλάδα και Ευρώπη

Ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης, διδάκτορας του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης & Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και συγγραφέας του βιβλίου Ευρωκομμουνισμός, από την κομμουνιστική στη ριζοσπαστική ευρωπαϊκή Αριστερά, μιλάει στο thebest.gr και τον Θάνο Νασόπουλο για το ευρωπαϊκό κομμουνιστικό κίνημα και την πολιτική συγκυρία σε Ελλάδα και Ευρώπη.

Μιλάει για την Αριστερά και την ευκαιρία της να αποκτήσει πολιτική ορατότητα διατυπώνοντας ωστόσο την άποψη ότι δεν έχει καταφέρει να εκπονήσει ρεαλιστικό σχέδιο που θα συνδυάζει την διακυβέρνηση με τους κοινωνικούς αγώνες και κάνει μια ιστορική αναδρομή στην Ιταλία του Μπερλιγκουέρ με αφορμή την ανάδυση των εθνικισμών λέγοντας πως δεν υπάρχει ακόμα σήμερα κοινό έδαφος μεταξύ των προοδευτικών δυνάμεων για την αντιμετώπιση της ακροδεξιάς. Τέλος αναφέρεται στον συμβιβασμό του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 15' χαρακτηρίζοντας τον βίαιο, ενώ τον επικρίνει για τη συνεργασία του με τους Ανεξάρτητους Έλληνες.

Κύριε Μπαλαμπανίδη, πώς ο ευρωκομμουνισμός, ένα «σύντομο» κομμουνιστικό ρεύμα με αναφορά κυρίως σε συγκεκριμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, σας κέντρισε το ερευνητικό ενδιαφέρον;

Το ενδιαφέρον στο ευρωκομμουνιστικό ρεύμα είναι ότι αποτέλεσε μια πολιτική παραδοξότητα της εποχής του. Μαζικά κομμουνιστικά κόμματα σε κεντρικές χώρες του Δυτικού ψυχροπολεμικού μπλοκ (Ιταλία και Γαλλία) αναζήτησαν έναν δρόμο προς τον ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό κάπου ανάμεσα στη λενινιστική και στη σοσιαλδημοκρατική λεωφόρο, που για διαφορετικούς λόγους έχαναν τότε την ιστορική τους αίγλη. Μέσα στις ωδίνες της αποσταλινοποίησης, επιχείρησαν να εκφράσουν τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό των «long 60’s» αξιοποιώντας την κομμουνιστική «τεχνολογία» αλλά εγγράφοντας σε αυτήν νέα μετα-υλιστικά ρεπερτόρια (ατομικά δικαιώματα, οικολογία, ποιότητα ζωής), μια προσήλωση στα θεμελιώδη της φιλελεύθερης δημοκρατίας, ακόμη και μια επαναξιολόγηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ως το νέο δι-εθνικό «πεδίο της πάλης». Εν ολίγοις, αποκρυστάλλωσαν ένα νέο παράδειγμα αριστερής πολιτικής στην Ευρώπη, που τα ίχνη του είναι εμφανή στη σημερινή μετα-κομμουνιστική Αριστερά.

Σήμερα η ευρωπαϊκή κομμουνιστική και ριζοσπαστική Αριστερά, σε συνθήκες τελείως διαφορετικές από αυτές του 1970, ποιον πολιτικό σχεδιασμό θα έπρεπε να έχει; Γιατί πέρα από την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία, η Αριστερά στην Ευρώπη δεν μπορεί να μετεξελιχθεί πέρα από «κόμμα αγώνα» σε «κόμμα διακυβέρνησης», για να θυμηθούμε και ένα κεντρικό σύνθημα των ευρωκομμουνιστών;

Η ριζοσπαστική Αριστερά άδραξε μια ιστορική ευκαιρία να αποκτήσει πολιτική ορατότητα. Και πάλι στον ευρωπαϊκό Νότο, κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, το Podemos ή η πορτογαλική Αριστερά, δοκίμασαν βολονταριστικά να μεταφράσουν πολιτικά την κοινωνική αναταραχή που επέφεραν οι πολιτικές λιτότητας. Μέσα από μια λαϊκιστικού ύφους κινητοποίηση, ανέδειξαν ένα ισχυρό πολιτικό μήνυμα: η λιτότητα δεν είναι «φυσικό» φαινόμενο. Μήνυμα πειστικό στο βαθμό που δεν αγκάλιασε απλώς την κοινωνική διαμαρτυρία αλλά δήλωσε πρόθυμο να λογαριαστεί με το πρόβλημα της διακυβέρνησης. Όμως το ισχυρό μήνυμα δεν είχε τα πολιτικά μέσα για να γίνει κάτι περισσότερο. Μέσα στους πραγματικούς (αντίξοους) συσχετισμούς, δεν αρκούσε η «πολιτική βούληση» για να γίνει πολιτική, δηλαδή να γίνει ένα ρεαλιστικό σχέδιο παρέμβασης στην Ευρώπη της κρίσης που θα συνέδεε, κατά την ευρωκομμουνιστική φόρμουλα, τον κοινωνικό «αγώνα» με μια πειστική και επινοητική «διακυβέρνηση».

Η καπιταλιστική κρίση που βιώνουμε μέχρι σήμερα γέννησε αυτό που σχηματικά ορίζουμε ως κρίση πολιτικής εκπροσώπησης. Αυτή η συνθήκη ανέδειξε πιο εμφατικά νέες όψεις πολιτικού ανταγωνισμού πέραν του μέχρι πρότινος κυρίαρχου νεοφιλελευθερισμού. Από τη μια, στην Ελλάδα έχουμε την πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς αλλά από την άλλη βλέπουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο την αναβίωση των εθνικισμών.  Η κεντρική φιγούρα του βιβλίου σας, ο Ενρίκο Μπερλιγκουέρ, επιχείρησε να χτίσει ευρύτερες κυβερνητικές συμμαχίες στη βάση ενός αντιφασιστικού μετώπου. Είναι απαραίτητες οι ευρύτερες συνεργασίες της Αριστεράς υπό το φόβο της ακροδεξιάς;

Για την ακρίβεια, η κρίση πολιτικής εκπροσώπησης προϋπήρχε της οικονομικής κρίσης. Και συνεχίζει να υπάρχει, εξού και η αδυναμία των πάλαι ποτέ mainstream κομμάτων να παραμείνουν κυρίαρχα. Τα κενά εκπροσώπησης προσπάθησε στην πρώτη φάση της κρίσης να καλύψει ο ριζοσπαστικός βολονταρισμός της αντι-λιτότητας. Όμως η εικόνα αλλάζει καθώς ενσκήπτει η προσφυγική κρίση, η ισλαμιστική τρομοκρατία, και κυρίως ξανατίθεται το πρόβλημα της εθνικής ταυτότητας μαζί με το αίτημα προστασίας για τους χαμένους της παγκοσμιοποίησης – μείγμα που αποδείχθηκε εκρηκτικό στο Brexit και στην εκλογή Τραμπ. Η αίγλη του αντιφασιστικού αγώνα, στα χρόνια του Μπερλινγκουέρ, επέτρεπε στα κομμουνιστικά κόμματα να διεκδικούν έναν εθνικό πολιτικό ρόλο, σε συμβιβασμό με τους συντηρητικούς αντιπάλους ή σε συνεργασία με τους «enemy brothers» σοσιαλιστές. Σήμερα δεν υπάρχει ένα κοινό έδαφος απέναντι στην άνοδο των νεοσυντηρητικών ή ακροδεξιών ιδεών. Προφανώς είναι αναγκαίο, αλλά πόσο το διευκολύνει, για παράδειγμα, η «ανίερη» στα καθ’ ημάς κυβερνητική σύμπραξη της Αριστεράς με ένα ακραία συντηρητικό εθνικιστικό κόμμα;

Πάμε τώρα στην Ελλάδα: είναι ο ΣΥΡΙΖΑ μια αριστερή κυβέρνηση που συμβιβάστηκε λόγω δυσμενών συσχετισμών; Η συμφωνία του 2015 έχει χαρακτηριστικά «Ιστορικού συμβιβασμού» για να κερδηθεί πολιτικός χρόνος;

Η συμφωνία του 2015 ήταν ένας βίαιος συμβιβασμός της αντιμνημονιακής ρητορικής με τους πολιτικούς συσχετισμούς και τη θεσμική λογική της Ε.Ε., έστω σε μία από τις όχι καλύτερες φάσεις της. Το περιεχόμενο όμως του Ιστορικού Συμβιβασμού στην Ιταλία του 1970 ήταν κάτι διαφορετικό: σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και πολιτικής έντασης, οι ιταλοί κομμουνιστές επιδίωκαν την αμοιβαία αναγνώριση με τους Χριστιανοδημοκράτες ως δύο κόμματα που νομιμοποιούνται εξίσου να κυβερνήσουν τη χώρα. Αν αναζητούμε μια αναλογία, θα τη βρούμε όχι στον συμβιβασμό του ΣΥΡΙΖΑ με τους δανειστές αλλά στον «υπόγειο» συμβιβασμό με πτέρυγες της ελληνικής Δεξιάς, προκειμένου να αναγνωριστεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως νόμιμη δύναμη διακυβέρνησης και όχι ως μεταμοντέρνα παραλλαγή του κομμουνιστικού κινδύνου. Οι μεγαλύτεροι συμβιβασμοί, πάντως, ιδεολογικοί και προγραμματικοί αυτή τη φορά, έγιναν σε θέματα που εκφεύγουν της μνημονιακής πολιτικής, όπου υπήρχαν ωστόσο τα περιθώρια μιας πολιτικής κοινωνικού και θεσμικού εκσυγχρονισμού – η παιδεία και οι σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Κλείνοντας, πιστεύετε ότι μετά την κυβερνητική εμπειρία δύο χρόνων που έχουμε μέχρι στιγμής από τον ΣΥΡΙΖΑ, επιβεβαιώνονται όσοι διαχρονικά έλεγαν ότι η διακυβέρνηση φέρνει συμβιβασμούς και εν τέλει ενσωμάτωση στο αστικό σύστημα; Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή κυβερνά χωρίς μαζικό και ισχυρό κόμμα, χωρίς μαζικό λαϊκό κίνημα, χωρίς ηγεμονία στα συνδικάτα. Υπό αυτό το πρίσμα είναι νομοτελειακό γεγονός η ιδεολογική του μετατόπιση;

Η διακυβέρνηση φέρνει συμβιβασμούς όχι μόνο για τη ριζοσπαστική Αριστερά αλλά για κάθε πολιτική δύναμη που περνάει από τον ρητορικό λόγο στη διαχείριση των σύνθετων πολιτικών πραγμάτων. Το διαφορετικό στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η «ηρωική» αντιμνημονιακή αφήγηση συγκρούστηκε απότομα με την πραγματική πολιτική, που είναι πάντα ένας αγώνας ημιαντοχής στον εθνικό και όλο και περισσότερο στον δι-εθνικό στίβο. Ο ΣΥΡΙΖΑ ανήλθε στην εξουσία με την ορμή ενός λαϊκού ρεύματος αλλά χωρίς συνεκτική κομματική δομή, συγκροτημένη παρουσία στην κοινωνία πολιτών, συνεκτικές προγραμματικές επεξεργασίες και εναλλακτικές. Αναγκάστηκε λοιπόν να αυτοσχεδιάσει, όχι μόνο κυβερνητικά αλλά και ιδεολογικά, εξού και οι διαρκείς μεταπτώσεις στη φυσιογνωμία του. Από την άλλη, η ριζοσπαστική Αριστερά, όπως είπαμε, προκάλεσε πολιτικά γεγονότα με ευρύτερη επίδραση. Σε μια σειρά χώρες (Αγγλία, Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία) η ανανέωση της σοσιαλδημοκρατίας φαίνεται να περνά μέσα από τη «συνομιλία» με τη ριζοσπαστική δυναμική. Οι πολιτικές ταυτότητες είναι ρευστές και το παιχνίδι ανοιχτό – εξάλλου στην ιστορία δεν υπάρχουν νομοτέλειες.

(Ευρωκομμουνισμός, Από την κομμουνιστική στη ριζοσπαστική ευρωπαϊκή Αριστερά Γιάννης Μπαλαμπανίδης, Εκδόσεις Πόλις)

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Ειδήσεις